Το παγκόσμιο ρεκόρ μίζας διεκδικεί ο Αλεχάντρο Αντράντε, ένας από τους πλέον σημαντικούς παράγοντες του καθεστώτος Τσάβες, ο οποίος παραδέχθηκε ότι έλαβε συνολικά ένα δισεκατομμύριο δολάρια για να προσφέρει σε συνεργούς του πρόσβαση σε προνομιακές τιμές αγοράς συναλλάγματος.
Αμερικανικό δικαστήριο καταδίκασε τώρα τον Αντράντε σε 10 χρόνια κάθειρξη για ξέπλυμα χρήματος. Μέχρι σήμερα, η μεγαλύτερη υπόθεση δωροδοκιών παγκοσμίως θεωρούνταν αυτή της βραζιλιάνικης κατασκευαστικής εταιρείας Odebrecht, η οποία το 2016 ομολόγησε στις αμερικανικές και ελβετικές αρχές ότι μοίρασε περίπου 790 εκατομμύρια δολάρια σε πολιτικούς, κόμματα, κρατικούς αξιωματούχους και εταιρείες σε 12 χώρες. Όπως φαίνεται όμως, ο Τσαβισμός των κρατικοποιήσεων και η ιδεολογία του «Σοσιαλισμού για τον 21ο Αιώνα», αποτέλεσαν πρόσφορο έδαφος για να σπάσει κάθε προηγούμενο ρεκόρ μίζας
Ίχνη των χρημάτων που διαχειριζόταν για λογαριασμό του καθεστώτος ο Αντράντε –και ενδεχομένως να αποτελούσαν το αντικείμενο για το οποίο ελάμβανε «δώρα» αξίας ενός δισεκατομμυρίου- είχαν αποκαλυφθεί στα SwissLeaks, την διασυνοριακή έρευνα της Διεθνούς Σύμπραξης Ερευνητών Δημοσιογράφων (ICIJ) με την οποία συνεργάζεται το Protagon. H έρευνα των SwissLeaks είχε βασιστεί στα δεδομένα που είχε διαρρεύσει ο πρώην υπάλληλος της HSBC Ερβέ Φαλσιανί και αφορούσαν το σύνολο των λογαριασμών στην τράπεζας, ήταν κάτι σαν την «παγκόσμια Λίστα Λαγκάρντ». Κατά την δημοσίευση των SwissLeaks το 2014 είχε αποκαλυφθεί ότι ο Αντράντε την περίοδο 2006-2007 συνδεόταν ως πληρεξούσιος με τραπεζικούς λογαριασμούς του οι οποίοι φιλοξενούσαν περί τα 700 εκατομμύρια δολάρια από το κρατικό ταμείο της Βενεζουέλας.
Πριν διοριστεί «εθνικός θησαυροφύλακας» το 2007, ο Αντράντε ήταν ανάμεσα στους στρατιωτικούς που μαζί με τον Τσάβες διοργάνωσαν το αποτυχημένο πραξικόπημα του 1992 κατά του τότε προέδρου Κάρλος Αντρέα Πέρεζ, για το οποίο ο Τσάβες κατέληξε στη φυλακή για δύο χρόνια. Όταν απελευθερώθηκε ο Τσάβες, ο Αντράντε ήταν εκεί ως σωματοφύλακάς του, ενώ αναδείχθηκε σε έναν από τους πλέον έμπιστους συνεργάτες του κατά την πρώτη προεδρική καμπάνια του το 1998. Έκτοτε ανέλαβε διάφορα οικονομικά πόστα – λίγο μετά τον διορισμό του ως κεντρικού ταμία του κράτους ο Αντράντε χρίστηκε και πρόεδρος της Οικονομικής και Κοινωνικής Αναπτυξιακής Τράπεζας της Βενεζουέλας (Bandes), γεγονός που τον κατέστησε παντοδύναμο οικονομικό παράγοντα του καθεστώτος. Σύμφωνα με τοπικά μέσα ενημέρωσης, η καριέρα του Αντράντε και η προτίμηση του Τσάβες στο πρόσωπό του φαίνεται ότι οφειλόταν στις τύψεις του τελευταίου, που κατά τη διάρκεια ενός αγώνα «τσαπίτα», της βενεζουελανής εκδοχής του μπέιζμπολ, του προκάλεσε ανεπανόρθωτη βλάβη στο μάτι.
Τα έγγραφα του δικαστηρίου στη Φλόριντα δείχνουν ότι ο Αντράντε εκμεταλλεύτηκε τους αυστηρούς κανονισμούς που θέσπισε ο Τσάβες για το συνάλλαγμα και από τη στιγμή που ανέλαβε κεντρικός ταμίας του κράτους άνοιξε το δρόμο για την αγορά «φτηνών δολαρίων» -τα οποία υπό κανονικές συνθήκες προορίζονταν για τις αγορές φαρμάκων και άλλων ειδών πρώτης ανάγκης- σε συνεργούς του, οι οποίοι στη συνέχεια τα πουλούσαν στη μαύρη αγορά σε δεκαπλάσιες τιμές. Για αυτή του την υπηρεσία ο Αντράντε, όπως παραδέχθηκε, έλαβε μίζες σε «είδος»: ανάμεσα στα «δώρα» που του έκαναν περιλαμβάνονται έξι σπίτια –βίλες και διαμερίσματα- στη Φλόριντα, όπου και διαμένει μέχρι να οδηγηθεί στη φυλακή στις 25 Φεβρουαρίου, 17 άλογα, 35 πολυτελή ρολόγια (τα περισσότερα Rolex), 12 αυτοκίνητα (από Bentley και Porsche έως Mercedes). Με το που παραδέχθηκε την ενοχή του οι αμερικανικές αρχές κατάσχεσαν τα «προϊόντα δωροδοκίας» και το περιεχόμενο εννέα τραπεζικών λογαριασμών που συνδέονταν με τον πρώην κρατικό ταμία της Βενεζουέλας.
Σύμφωνα με το BBC, η αμερικανική εισαγγελία θεωρεί ότι μεγάλο μέρος των μιζών που έλαβε ο Αντράντε προήλθαν από τον Ραούλ Γκόριν, δισεκατομμυριούχο επιχειρηματία από την Βενεζουέλα στον οποίο έχει ασκηθεί δίωξη στις ΗΠΑ, επίσης για ξέπλυμα χρήματος. Το 2013 ο Γκόριν, που επίσης μένει στη Φλόριντα, είχε εξαγοράσει τον «αντικαθεστωτικό» τηλεοπτικό σταθμό Globovision, ο οποίος μετά την αλλαγή της ιδιοκτησίας εμφανίζεται να έχει αμβλύνει σε μεγάλο βαθμό την κριτική που ασκούσε στην κυβέρνηση. Σύμφωνα με τα δικαστικά έγγραφα ο Γκόριν σήμερα θεωρείται φυγόδικος.