Μπορεί ο Αλέξης Τσίπρας να εξάντλησε την πειθώ και τη γοητεία του στη Σύνοδο Κορυφής των Βρυξελλών και να εκδήλωσε την αντίθεση του στα συμπεράσματα του Συμβουλίου για τις πολιτικές λιτότητας που έχουν επιβληθεί στις χώρες του Νότου που υποφέρουν από την κρίση χρέους, όμως η πολυπόθητη συμφωνία με τους δανειστές για να κλείσει η δεύτερη αξιολόγηση αργεί.
Διότι η πικρή αλήθεια είναι ότι ο Πρωθυπουργός αλλά και ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος ο οποίος πίστευε ότι «αν έρθουν οι Θεσμοί στην Αθήνα μπορούμε να κλείσουμε την αξιολόγηση σε δύο ημέρες», διαψεύστηκαν. Τώρα θα πρέπει να τρέξουν μέχρι τις 20 Μαρτίου ώστε να συμφωνηθούν κάποια ζητήματα σε επίπεδο τεχνοκρατών και να αποφασίσουν οι υπουργοί του Eurogroup αν και κατά πόσο ολοκληρώθηκε ο κύκλος της δεύτερης αξιολόγησης. Που σημαίνει ότι πηγαίνουμε για το Eurogroup του Απριλίου, καλό Πάσχα δηλαδή.
Αυτή είναι η κατάσταση όπως διαμορφώθηκε μετά από δύο εβδομάδες εντατικών συζητήσεων στο Χίλτον με τους Θεσμούς. Είναι μια κατάσταση στην οποία τίποτε δεν είναι βέβαιο παρά τις υποχωρήσεις της ελληνικής πλευράς ως προς τα μέτρα λιτότητας –μείωση αφορολόγητου και περικοπές στις συντάξεις– που ούτως ή άλλως είχε αποδεχθεί η κυβέρνηση με τη συμφωνία του προηγούμενου Eurogroup στις 20 Φεβρουαρίου.
Η παρέμβαση του κ. Τσίπρα κατά των πολιτικών λιτότητας θεωρήθηκε ως ένδειξη ότι ο Πρωθυπουργός βρίσκεται υπό πίεση και εξαντλεί πλέον και τα τελευταία του όπλα, προκειμένου να αλλάξει το περίφημο «μείγμα» πολιτικής που απαιτούν οι δανειστές για την Ελλάδα.
Σύμφωνα πάντως με κυβερνητικές πηγές, μετά από την παρέμβαση του κ. Τσίπρα συμφωνήθηκε να περιληφθεί στο σχέδιο συμπερασμάτων διατύπωση για την ανάγκη να εφαρμοστούν ειδικές δράσεις για τη μείωση της ανεργίας.
Παράλληλα, ο Πρωθυπουργός τόνισε ότι με τους Θεσμούς πρέπει να υπάρξει συμφωνία και σε μέτρα αναπτυξιακής προοπτικής, εκτός από τα μέτρα και τις μεταρρυθμίσεις. Σε αυτά, όπως διευκρίνισε, περιλαμβάνονται η ένταξη στο QE και η εξειδίκευση των μεσοπρόθεσμων μέτρων για την ελάφρυνση του χρέους, αλλά και ο σχεδιασμός για την επανεκκίνηση της οικονομίας, με δραστικό περιορισμό της ανεργίας και αντιμετώπιση απαράδεκτων φαινομένων, όπως η παιδική φτώχεια.
«Η αναπτυξιακή προοπτική είναι η μοναδική επιλογή για την βιωσιμότητα του ελληνικού προγράμματος, τη βιωσιμότητα του χρέους και την οριστική έξοδο από την κρίση» πρόσθεσε.
Οπως ανέφεραν κυβερνητικές πηγές, ο κ. Τσίπρας είπε ότι είναι «μονομερής και αναντίστοιχη με την πραγματικότητα σε πολλά κράτη-μέλη η διατύπωση ότι αποδίδει καρπούς η πολιτική της λιτότητας» και σημείωσε πως «τα αποτελέσματα των πολιτικών λιτότητας είναι ασύμμετρα», δηλαδή θετικά σε κάποιες χώρες, εξαιρετικά αρνητικά όμως στην Ελλάδα και στον Νότο.
Κατά τις ίδιες πηγές ο πρόεδρος της Γαλλίας Φρανσουά Ολάντ και ο πρωθυπουργός της Ισπανίας Μαριάνο Ραχόι στήριξαν τη θέση του κ. Τσίπρα.
«Ασυμφωνία» εν Αθήναις
Στο εσωτερικό της χώρας αυτό που λένε τώρα όλες οι πηγές για την πορεία των διαπραγματεύσεων για την αξιολόγηση είναι ότι μετά από αυτόν τον γύρο «υπήρξε σημαντική πρόοδος ως προς ένα ισορροπημένο δημοσιονομικό πακέτο για το 2019 – 2020 και σημαντικές μεταρρυθμίσεις, όπως με τον εξωδικαστικό συμβιβασμό στον χρηματοπιστωτικό τομέα».
Συμφωνία όμως δεν υπήρξε.
Ετσι μπαίνουμε σε έναν γύρο συζητήσεων εξ’ αποστάσεως. Οπως λένε οι υπουργοί έχει κλείσει ένα πρόγραμμα τηλεδιασκέψεων, είτε σε τεχνικό επίπεδο είτε σε επίπεδο επικεφαλής, για την επόμενη εβδομάδα, για διάφορα ζητήματα που χρειάζονται περισσότερη δουλειά, ή πολιτική συζήτηση.
Κι αυτά δεν είναι άλλα από τις αλλαγές στις εργασιακές σχέσεις και τις περικοπές στις συντάξεις που θα τεθούν σε εφαρμογή από το 2020.
Με αυτό τον τρόπο η συζήτηση θα φτάσει στο Eurogroup της 20ης Μαρτίου το οποίο μπορεί να δώσει λύση και να αποφασίσει ποιες αλλαγές θα πρέπει να εφαρμόσει η Ελλάδα στις εργασιακές σχέσεις ώστε να εναρμονιστεί με τα ευρωπαϊκά δεδομένα.
Τόσο ο κ. Τσίπρας όσο και ο κ. Τσακαλώτος ελπίζουν οι Ευρωπαίοι να τηρήσουν τον λόγο τους και την απόφαση του προηγούμενου Eurogroup για επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων και των συμβάσεων εργασίας, ώστε να εφαρμοστούν και στην Ελλάδα οι βέλτιστες πρακτικές της ΕΕ, και να απορριφθεί η πρόταση του ΔΝΤ για διπλασιασμό του ορίου ομαδικών απολύσεων στο 10%! Κανείς όμως δεν είναι σίγουρος για την έκβαση.
Συνοψίζοντας, τα βασικά ζητήματα της μέχρι τώρα «ασυμφωνίας» είναι το μέγεθος του δημοσιονομικού πακέτου μέτρων για την περίοδο 2019 – 2020, οι ελαφρύνσεις που ζητάει η κυβέρνηση για τον ΕΝΦΙΑ, αλλά κυρίως οι αλλαγές στις εργασιακές σχέσεις. Οπως μεταδόθηκε και από το EWG της Πέμπτης, δηλαδή στο συμβούλιο των «σκιών» των υπουργών του Eurogroup, επιβεβαιώθηκε η σημαντική πρόοδος η οποία έχει καταγραφεί από την ελληνική πλευρά ως προς την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης, ενώ έγινε αναφορά και στα θετικά μέτρα που έχουν συμφωνήσει οι δύο πλευρές. Ομως συμφωνία δεν υπήρξε. Σύμφωνα με το ανακοινωθέν «κοινό στόχο αποτελεί πλέον η όσο το δυνατόν ταχύτερη ολοκλήρωση της τεχνικής συμφωνίας (Staff Level Agreement), κατεύθυνση προς την οποία θα συνεχιστούν οι εργασίες και την ερχόμενη εβδομάδα μέσω προγραμματισμένων τηλεδιασκέψεων σε τεχνικό επίπεδο αλλά και σε επίπεδο επικεφαλής».