Πριν από την ισοπαλία της Σίτι με την Τότεναμ, ο Πεπ Γκουαρντιόλα μάζεψε τους παίκτες του και τους πήγε σινεμά. Παλιό το κόλπο, μόνον που ο Καταλανός δεν διάλεξε μια ταινία με ήρωες, αυτοθυσίες και ανδραγαθήματα, αλλά… το «La La Land». Ο Γιούργκεν Κλοπ τους ταξίδεψε για ένα τριήμερο στη Βαρκελώνη. Τι πίστευε, δηλαδή; Οτι, παρακολουθώντας όλοι μαζί το Μπαρτσελόνα – Γκλάντμπαχ, θα επέστρεφαν στην Αγγλία και θα έπαιζαν όπως η «Μπάρτσα»; Ο Μουρίνιο σκέφτηκε πως η Γιουνάιτεντ δεν έχει ρυθμό, επειδή τα μπολ-μπόις δεν επαναφέρουν γρήγορα τις μπάλες στον αγωνιστικό χώρο. Διέταξε να αντικατασταθούν, όμως το πρόβλημα δεν λύθηκε. Στο «Ολντ Τράφορντ» γίνεται… της ισοπαλίας.
Ο Ρανιέρι, πέρυσι, κερνούσε τους ποδοσφαιριστές του πίτσες και γλυκά, για να επιβραβεύσει τους θριάμβους τους. Είχε θεωρηθεί -τότε- ως ένα από τα μυστικά της επιτυχίας του. Αλλά εφέτος, μέχρι να απολυθεί, οι (ίδιοι) παίκτες δεν σταύρωναν νίκη. Ο Μασιμιλιάνο Αλέγκρι, ο προπονητής της Γιουβέντους, σε ένα ματς εναντίον της Λάτσιο αποφάσισε να παρατάξει πέντε κυνηγούς ταυτοχρόνως. Οταν οι δημοσιογράφοι τον ρώτησαν πώς του ήρθε να το κάνει, απάντησε με αφοπλιστική ειλικρίνεια: «Είπα να δοκιμάσω κάτι καινούργιο: να τους βάλω όλους μαζί, για να δούμε τι θα γίνει».
Εάν όλα αυτά -κι άλλα παρόμοια- τα έκανε κάποιος πρωτοεμφανιζόμενος, άγνωστος προπονητής, θα τον είχαν πάρει «στο ψιλό». Για τις διασημότητες των πάγκων, όμως, θεωρήθηκαν μερικές ακόμα καταπληκτικές εμπνεύσεις, αποδείξεις της ιδιοφυίας τους, που δικαιολογούν τα ιλιγγιώδη ποσά με τα οποία αμείβονται. Στους θριάμβους τους, πήζουμε στις αναλύσεις για το πώς ένας προπονητής μπορεί να «κάνει τη διαφορά» χάρη στις ιδέες και τη στρατηγική του. Στις αποτυχίες, κάτι θα βρεθεί να φταίει – το σχέδιο, ποτέ. Εφέτος, ίσως για πρώτη φορά σε τέτοια έκταση και σε τέτοιο βαθμό, οι πιο ακριβοπληρωμένοι τεχνικοί των γηπέδων ζουν το τέλος της τυφλής πίστης στην αυθεντία τους. Η Premier League -κυρίως- έχει τσαλακώσει τη φήμη τους.
Χθες (Τετάρτη) βράδυ, η Σίτι του Γκουαρντιόλα έχασε κάθε ελπίδα της για τον τίτλο, μαζί με το ματς στο «Στάμφορντ Μπριτζ» (2-1 από την Τσέλσι). Με -14 βαθμούς από την κορυφή, κινδυνεύει να μη βγει ούτε στο Champions League (όσο κι αν η Λίβερπουλ… κάνει ό,τι μπορεί για να μην την αγχώσει). Για τον Πεπ η κατάσταση είναι πρωτόγνωρη, αφού για πρώτη φορά στην καριέρα του: υπέστη την έκτη του ήττα στο Πρωτάθλημα (που ακόμα έχει δρόμο μπροστά του), έχασε δυο φορές μέσα στην ίδια σεζόν από την ίδια ομάδα (η Τσέλσι είχε νικήσει και στον πρώτο γύρο), έμεινε εκτός προημιτελικής φάσης του Champions League, και είναι εξαιρετικά πιθανό να μην τερματίσει στις δύο πρώτες θέσεις της βαθμολογίας. Αν η Σίτι μείνει εκτός «τετράδας», θα αντιμετωπίσει μια αμφισβήτηση που δεν είχε, καν, φανταστεί.
Προχθές (Τρίτη) η Γιουνάιτεντ του Μουρίνιο ισοφάρισε τη… μισή Εβερτον στο 94′. Αυτή ήταν η ένατη ισοπαλία της, εφέτος, στο «Ολντ Τράφορντ». Η αλήθεια είναι πως της ακυρώθηκε κανονικό γκολ. Είχε και δοκάρια. Θα ήταν άδικο να χάσει. Τη γλίτωσε ένα πέναλτι στο τελευταίο λεπτό, όμως η ζημιά έχει γίνει από καιρό: φαίνεται σχεδόν αδύνατο να φτάσει τις 21 νίκες που, σύμφωνα με τη Στατιστική, εξασφαλίζουν την τέταρτη θέση. Από τη μέρα που έχασε για τελευταία φορά (4-0 από την Τσέλσι), ποτέ δεν ξεπέρασε την πέμπτη θέση. Χωρίς τα γκολ του Ζλάταν Ιμπραϊμοβιτς -που μέχρι στιγμής της έχουν δώσει 12 βαθμούς- θα είχε βυθιστεί στην ένατη θέση της βαθμολογίας, πιο κάτω και από τη Γουέστ Μπρομ. Στον αγώνα με την Εβερτον, μετά 80′ άρχισε τις «γιόμες» στον Φελαϊνί – απαράδεκτο για την ακριβότερη ομάδα στα χρονικά του αγγλικού ποδοσφαίρου. Δεν αποκλείεται, ο Μουρίνιο να συγκεντρώσει λιγότερους βαθμούς και από τον βαν Χάαλ. Εάν, μετά και την περυσινή αποτυχία του στην Τσέλσι, δεν καταφέρει να βγάλει τη Γιουνάιτεντ στο Champions League, η «μετοχή» του θα κάνει limit down.
Η Λίβερπουλ του Κλοπ «αυτοκτόνησε» για πολλοστή φορά (2-2 με την Μπόρνμουθ). Μόλις προηγήθηκε, γύρισε πίσω για να κρατήσει τη νίκη, σαν να ήταν ομαδούλα που έπαιζε με κάποιο «θηρίο». Ο Γερμανός έχει ξοδέψει για παίκτες πολύ λιγότερα από τον Γκουαρντιόλα ή τον Μουρίνιο, όμως βρίσκεται στο «Ανφιλντ», ήδη, ενάμισι χρόνο. Απέτυχε παταγωδώς στο Κύπελλο και στο Λιγκ Καπ, ενώ το Πρωτάθλημα δεν κατάφερε, καν, να το διεκδικήσει σοβαρά, αν και (όπως η Τσέλσι) η ομάδα του δεν έχει ευρωπαϊκές υποχρεώσεις: η προετοιμασία ενός ματς υψηλού επιπέδου κάθε εβδομάδα, κι όχι δύο, είναι απείρως ευκολότερη δουλειά. Επιπλέον, δεν έχει αναδείξει ούτε έναν ποδοσφαιριστή από τις ακαδημίες, ο οποίος να παίρνει σοβαρό χρόνο συμμετοχής στην πρώτη ομάδα. Οσο για τις μετεγγραφές που έκανε, δεν έχουν ενθουσιάσει, με εξαίρεση τον Μανέ που τραυματίστηκε. Τουλάχιστον, θα καταφέρει να βγάλει τη Λίβερπουλ στο Champions League;
Η Αρσεναλ του Βενγκέρ είχε να νικήσει στο Πρωτάθλημα από τις 4 Μαρτίου, και είναι έκτη στη βαθμολογία (με δύο αγώνες λιγότερους). Στο 3-0 επί της Γουέστ Χαμ, οι οπαδοί της «έπαιζαν ξύλο» στην εξέδρα, διχασμένοι σε «βενγκερικούς» και «αντι-βενγκερικούς». Ο Αλσατός ήταν ο πρώτος από τους τεχνικούς – «θρύλους» της εποχής μας που γνώρισε την αμφισβήτηση, όμως εφέτος οι εναντίον του αντιδράσεις άγγιξαν τα όρια της χλεύης. Ο Κλάουντιο Ρανιέρι ποτέ δεν θεωρήθηκε top-class προπονητής, αλλά «αποκαθηλώθηκε» κι αυτός μέσα στη σεζόν. Απολύθηκε από τη Λέστερ προτού συμπληρωθούν τρεις μήνες από την ανάδειξή του σε «Προπονητή της Χρονιάς», και ενώ είχε ανανεώσει το συμβόλαιό του με τετραπλασιασμό των αποδοχών του.
Η αλήθεια για τους προπονητές βρίσκεται κάπου ανάμεσα στις «αγιογραφίες» και στα «αναθέματα». Ιδιοφυΐες των πάγκων, στην εποχή μας, δεν υπάρχουν. Τέτοιες ήταν ο Χέρμπερτ Τσάπμαν του «3-4-3» και του τεχνητού οφ-σάιντ. Ο Ελένιο Ερέρα του «Κατενάτσιο», με το «5-3-2», τον ελεύθερο παίκτη στην άμυνα (λίμπερο) και τους πλάγιους μπακ που γίνονταν χαφ. Ή ο Ρίνους Μίχελς με το «total football» και ο απόστολός του, ο Γιόχαν Κρόιφ. Μια χούφτα άνθρωποι που με τις καινοτομίες τους δεν επηρέασαν, απλώς, κάποιες ομάδες, αλλά το ίδιο το ποδόσφαιρο – ακόμα κι αν δεν σάρωσαν τα τρόπαια. Σήμερα, υπάρχουν μόνον κάποιοι τεχνικοί ικανότεροι από τους άλλους, με καλύτερες ιδέες, που οι ευτυχείς συγκυρίες βοήθησαν να «λάμψουν». Εάν η γνώμη μας για τους προπονητές αλλάζει τόσο εύκολα στις μέρες μας, αυτό συμβαίνει επειδή μεταβάλλονται οι συγκυρίες.
Πέρυσι ήταν «ιδιοφυΐα» ο Ρανιέρι, που πέτυχε κάτι -πιθανότατα- ανεπανάληπτο, αλλά εφέτος τον έδιωξαν για να μη ρίξει τη Λέστερ στα βράχια. Στην Αγγλία, «ιδιοφυΐα» θεωρείται -τώρα- ο Κόντε. Ο οποίος, στη Γιουβέντους, δυσκολευόταν αφάνταστα σε όλα τα ευρωπαϊκά της παιχνίδια. Οι ιδέες του Γκουαρντιόλα, όπως αποδείχτηκε μετά τη φυγή του από την Μπαρτσελόνα, δεν είναι το ίδιο υπέροχες για όλες τις ομάδες. Ο Μουρίνιο, παρά τα τερατώδη ποσά που δαπάνησε όπου κι αν εργάστηκε, το αληθινό του «θαύμα» το έκανε στην Πόρτο. Ο Κλοπ έδωσε ώθηση στη Λίβερπουλ, αλλά χωρίς (αρκετές) καλές μετεγγραφές δεν θα μπορέσει να δώσει τίποτα παραπάνω. Ο Σαμπάολι και ο Τούχελ ήταν οι ταχύτερα ανερχόμενοι τεχνικοί, και φιγουράριζαν ως υποψήφιοι διάδοχοι του Λουίς Ενρίκε στην Μπαρτσελόνα. Ωσπου, ξαφνικά, η Σεβίλλη και η Ντόρτμουντ «ξεφούσκωσαν». Τώρα όλοι μιλάνε για τον Ζαρντίμ (της Μονακό), που πριν από λίγα χρόνια «δεν έκανε» ούτε για τον Ολυμπιακό. Α, ναι. Και για τον Αλέγκρι. Που έχει την πολυτέλεια να κάνει εξεζητημένα πειράματα, επειδή η Γιουβέντους δεν έχει αντίπαλο στην Ιταλία.
Ολοι αυτοί -και αρκετοί ακόμα- είναι καλοί προπονητές, που είχαν την ικανότητα να εκμεταλλευθούν την καλοσύνη της τύχης και να ξεχωρίσουν. Προφανώς, αξίζουν να αμείβονται πολύ καλύτερα από τους υπόλοιπους. Αλλά, αυτό το «γαϊτανάκι» εκατομμυρίων που έχει στηθεί γύρω τους, σε ένα σπορ όπου η επιρροή του προπονητή έχει μετρηθεί στο 10%-15%, δεν είναι, απλώς, υπερβολή. Είναι πεταμένα λεφτά.