«Απόψε θα χάσεις», ψιθύρισε στο αυτί της ΑΕΚ ο Θεός του ποδοσφαίρου, στο όγδοο λεπτό του κυριακάτικου ντέρμπι ΑΕΚ – ΠΑΟΚ. Ο Σέρχιο Αραούχο είχε, μόλις, αποβληθεί -μετά την εγκληματική απερισκεψία του να αυτοδικήσει επί του Ζαμπράνο- και η ομάδα του, κατάκοπη από την εξοντωτική μάχη της με τη Μίλαν 72 ώρες νωρίτερα, έπρεπε να αντιμετωπίσει τον ΠΑΟΚ με ένα τεράστιο μειονέκτημα: με παίκτη λιγότερο. Προηγουμένως, στο ζέσταμα, είχε χάσει τον Τσόσιτς, έναν από τους βασικούς της στόπερ. Ο Μάνταλος, ο φυσικός της ηγέτης, παρακολουθούσε ανήμπορος από τα μπουθ του Ολυμπιακού Σταδίου συντροφιά με τις πατερίτσες του. Ε, τι άλλο να της συμβεί πια;
Κι όμως, η ΑΕΚ νίκησε (1-0) κόντρα σε Θεούς και δαίμονες. Νίκησε, γιατί είναι ομάδα με ψυχή και μυαλό. Επειδή, στα δύσκολα, ποτέ δεν ξεμένει από τους «ήρωες της μιας βραδιάς». Στο ντέρμπι με τον Ολυμπιακό ήταν ο Χριστοδουλόπουλος, ο πρωταγωνιστής της επικής ανατροπής. Στο Μιλάνο, ο τερματοφύλακάς της, ο Ανέστης, που «κατέβασε ρολά». Την προηγούμενη Κυριακή, ο σκόρερ της, ο Αραούχο. Την Πέμπτη, στο δεύτερο 0-0 με τη Μίλαν, ο Γιόχανσον και ο Γκάλο. Και χθες, ο Μάρκο Λιβάγια που με το πρώτο του γκολ στο Πρωτάθλημα της χάρισε μία νίκη απ’ αυτές που μένουν για χρόνια στις οπαδικές μνήμες.
Ανάμεσα στους τόσους «παιχταράδες» που το παχύ πορτοφόλι του Ιβάν Σαββίδη έχει συγκεντρώσει στον ΠΑΟΚ, τέτοιοι «ήρωες» δεν έχουν βρεθεί ακόμη. Στα 27 λεπτά που έπαιζε με αριθμητική υπεροχή, αυτή η ομάδα των 25 εκατομμυρίων ευρώ -πολύ ακριβότερη από την ΑΕΚ- έκανε μόνο μία φάση (ένα σουτ του Βιεϊρίνια) και κινδύνευσε σοβαρά άλλες δύο φορές. Μετά το 1-0, η ΑΕΚ έκανε οτιδήποτε θα μπορούσε να σκαρφιστεί για να το υπερασπιστεί. Ενώ ο ΠΑΟΚ, «μπλαζέ» ως συνήθως, πίστεψε ότι η (θεωρητική) ανωτερότητα των ποδοσφαιριστών του θα ήταν αρκετή. Το έριξε στις ατομικές ενέργειες, δεν του βγήκαν, εκνευρίστηκε, τα ‘κανε όλα λάθος. Το άγχος της υποχρέωσης να νικήσει την ΑΕΚ των 10, δεν το ξεπέρασε ούτε μετά την αποβολή του ελαφρόμυαλου Ζαμπράνο.
Εάν ο ΠΑΟΚ εξακολουθεί να πιστεύει ότι είναι φαβορί για τον τίτλο, μάλλον θα πρέπει να το ξανασκεφτεί. Φτάσαμε στο ένα τρίτο της διαδρομής, και δεν έχει καταφέρει να σταυρώσει νίκη μακριά από την Τούμπα. Οχι μόνο στο Φάληρο ή στο ΟΑΚΑ, αλλά και στη Λάρισα, τη Ριζούπολη και τη Λιβαδειά. Σε πέντε εκτός έδρας αγώνες έχει σκοράρει μόνον ένα γκολ – η φτωχούλα Κέρκυρα έχει πετύχει δύο. Μπροστά σε αυτό το «σύνδρομο των Τεμπών», που τον βασανίζει πολλά χρόνια τώρα, η επιστήμη σηκώνει τα χέρια ψηλά. Το ίδιο και ο προπονητής του. Οταν τον ρώτησαν, μετά το χθεσινό ντέρμπι, τι παθαίνει η ομάδα όταν κατεβαίνει να παίξει στην Αττική, ο Λουτσέσκου απάντησε με μία σοκαριστική μαρτυρία: «Μόλις χθες (προχθές) μιλούσα με παίκτη μου, ο οποίος μου είπε ότι βαρέθηκε να έρχεται στην Αθήνα και να χάνει»!
Τα περισσότερα δάκρυα, ο ΠΑΟΚ τα έχει χύσει στο Ολυμπιακό Στάδιο. Από το πρώτο του παιχνίδι εκεί -τον χαμένο τελικό Κυπέλλου του 1983- μέχρι σήμερα, έχει ηττηθεί 47 φορές σε 64 ματς, απέναντι σε ΑΕΚ, Παναθηναϊκό, Ολυμπιακό και Λάρισα. Εχει κερδίσει μόλις έξι ματς. Ενα στα δέκα, δηλαδή. Θα μπορούσαμε να το αποδώσουμε στο γεγονός ότι, στο παρελθόν, τα οικονομικά του δεν του επέτρεπαν να ανταγωνιστεί τους τρεις μεγάλους του αντιπάλους. Αλλά η κατάσταση δεν άλλαξε, ούτε όταν ο Σαββίδης μπήκε στη ζωή του συλλόγου. Το αντίθετο. Από το καλοκαίρι του 2012, σε αυτό το γήπεδο έχει σκοράρει μόνο μία φορά. Με γηπεδούχο την ΑΕΚ, δεν έχει πετύχει ούτε ένα γκολ.
Οι επιτυχίες στο ποδόσφαιρο είναι, πρωτίστως, ζήτημα εγωισμού – ο ΠΑΟΚ θα έπρεπε να το γνωρίζει καλύτερα από κάθε άλλο σύλλογο στην Ελλάδα. Επί τρεις δεκαετίες, από το 1967 έως το 1998, η νίκη του ΠΑΟΚ επί του Ολυμπιακού στην Τούμπα ήταν ο πιο ακλόνητος «άσος» στο ΠΡΟ-ΠΟ. Ιδίως μετά το 1971. Σε 28 αγώνες είχε καταγράψει μόλις μία ήττα. Οχι μόνο στην Τούμπα, αλλά κι όταν έπαιζε (τυπικά) γηπεδούχος στις Σέρρες ή στα Τρίκαλα. Οι παλιοί θα θυμούνται πώς γεννήθηκε αυτή η εκπληκτική παράδοση: από την οργή των ΠΑΟΚτσήδων για την απόπειρα αρπαγής του Γιώργου Κούδα, το καλοκαίρι του 1966. Από το 1998, οι ήττες του Ολυμπιακού έγιναν σπάνιες -και οι νίκες του ΠΑΟΚ ακόμη σπανιότερες- όχι μόνον επειδή ο Ολυμπιακός ανέβηκε σε άλλο επίπεδο, αλλά και γιατί ο ιερός θυμός των ΠΑΟΚτσήδων ξεθύμανε.
Σήμερα, η φιλοδοξία του ΠΑΟΚ να κατακτήσει, επιτέλους, το Πρωτάθλημα στηρίζεται αποκλειστικώς στην ποιότητα των ποδοσφαιριστών που αγόρασαν τα εκατομμύρια του Ιβάν. Αλλά το βλέπεις στα μάτια των παικτών του, πως η φλόγα της διάκρισης -αυτή που φέρνει τα τρόπαια- δεν καίει μέσα τους. Οσα κι αν πει κανείς για τις ευθύνες του Λουτσέσκου (που από χθες είναι, πάλι, «κόκκινο πανί» στη Θεσσαλονίκη), το μεγαλύτερο πρόβλημα είναι αυτό: το έλλειμμα διάθεσης για υπέρβαση. Φάνηκε ξεκάθαρα χθες, απέναντι στην ΑΕΚ που παίζει διαρκώς στα όριά της, έχοντας κερδίσει τα 10 από τα 12 ντέρμπι που έδωσε στο ΟΑΚΑ μετά την επιστροφή της στη Σούπερ Λιγκ.
Το γιατί ο ΠΑΟΚ αδυνατεί να σταθεί όρθιος στο μέγεθός του, ιδίως όταν δεν αντλεί δύναμη από τον λαό του, το έχει επισημάνει πολύ εύστοχα η «Θύρα 4» σε ανακοίνωσή της. Επειδή «ο Ιβάν επιμένει να μην καταλαβαίνει ότι το ποδόσφαιρο δεν είναι οι συνηθισμένες business, αλλά έχει άλλους κανόνες». Τους οποίους, βεβαίως, αγνοούν όλοι όσοι αποτελούν -ή αποτελούσαν- την «αυλή» του: η οικονομολόγος Μαρία Γκοντσάρεβα, ο νομικός Μάκης Γκαγκάτσης, ο σλοβάκος πρώην διαιτητής Λούμπος Μίχελ, ο κύπριος πρόεδρος Ιάκωβος Αγγελίδης, ο υπεύθυνος επικοινωνίας Κυριάκος Κυριάκος -ο οποίος ανακοίνωσε μετεγγραφή (του Ελ Καντουρί) την ώρα που ένας ευρωπαϊκός αγώνας του ΠΑΟΚ βρισκόταν σε εξέλιξη!-, ο στρατηγός Φράγκος Φραγκούλης, ο πρώην αντιπεριφερειάρχης Ημαθίας Κώστας Καραπαναγιωτίδης, ο μαθητευόμενος ιδιοκτήτης Γιώργος Σαββίδης, ή ο ρώσος «γιάπης» Γκέρμαν Τσιστιακόφ.
Ποτέ δεν είναι αργά. Το Πρωτάθλημα δεν κερδίζεται, ούτε χάνεται, αρχές Νοεμβρίου. Απομένουν 20 ματς, ο ΠΑΟΚ απέχει μόλις δύο βαθμούς από την κορυφή, και στον δεύτερο γύρο θα υποδεχθεί τον Ολυμπιακό και την ΑΕΚ στην Τούμπα. Αρκεί ο Ιβάν να έμαθε κάτι από το χθεσινό ντέρμπι. Να μην πιστέψει (πάλι) ότι το μόνο που λείπει από την ομάδα του, είναι ένας νέος προπονητής.