«Πυρά» εναντίον της Ελλάδας για την εξωτερική φύλαξη των Ευρωπαϊκών Συνόρων εξαπέλυσε (και) σήμερα ο αυστριακός υπουργός Εξωτερικών, Σεμπάστιαν Κουρτς, ο οποίος κατηγόρησε τη χώρα μας για απροθυμία να δεχτεί βοήθεια στο ζήτημα αυτό. Αναγνωρίζει, επίσης, ότι το θέμα των συνόρων τέθηκε πολύ αργά στην ημερήσια διάταξη και «αυτό που τώρα βιώνουμε, είναι η αναμενόμενη συνέπεια αυτής της πολιτικής».
«Ολοι μας γνωρίζουμε στο μεταξύ, πως η διασφάλιση των εξωτερικών συνόρων της Ευρωπαϊκής Ενωσης δεν λειτουργεί στα ελληνικά σύνορα και πιστεύω ότι υπάρχει ελάχιστη προθυμία από μέρους της Ελλάδας να δεχθεί βοήθεια στο θέμα αυτό». Αυτά έλεγε σε δηλώσεις του -σε αυστριακούς δημοσιογράφους, πριν από το συμβούλιο υπουργών Εξωτερικών στις Βρυξέλλες, τη Δευτέρα- ο αυστριακός υπουργός Εξωτερικών, Σεμπάστιαν Κουρτς, του συγκυβερνώντος με τους Σοσιαλδημοκράτες συντηρητικού Λαϊκού Κόμματος.
Κριτική άσκησε ο Σεμπάστιαν Κουρτς και στο γεγονός, όπως είπε, ότι θέματα όπως η προστασία των εξωτερικών συνόρων της ΕΕ στα ελληνοτουρκικά σύνορα, τέθηκαν πολύ αργά στην ημερήσια διάταξη, και ότι «αυτό που τώρα βιώνουμε, είναι η αναμενόμενη συνέπεια αυτής της πολιτικής, το ότι δηλαδή, ολοένα και περισσότερα κράτη είναι αναγκασμένα να λάβουν εθνικά μέτρα».
Σύμφωνα με τον αυστριακό υπουργό Εξωτερικών, πολλές χώρες είναι ικανοποιημένες με το ότι οι πρόσφυγες μεταφέρονται γρήγορα στην Κεντρική Ευρώπη, αλλά χώρες, όπως η Αυστρία, η Γερμανία και η Σουηδία, δεν θα μπορούσαν να το αντέξουν οριστικά – και προς τούτο απαιτείται μία μείωση του προσφυγικού ρεύματος.
Κατά την άποψή του, εάν δεν υπάρξει ευρωπαϊκή απάντηση, τότε θα χρειαστούν εθνικά μέτρα ή μία συντονισμένη στάση μερικών κρατών, και κάτι τέτοιο θα είχε σίγουρα νόημα, καθώς έχει συνειδητοποιηθεί πως «ούτε η πολιτική πρόσκλησης ούτε η πολιτική καλωσορίσματος αποτελούν τη σωστή απάντηση στην προσφυγική κρίση». Η άλλη απάντηση, κατά τον κ. Κουρτς, μπορεί να είναι μόνον μία ανάσχεση των προσφύγων, στην ιδανική περίπτωση στα εξωτερικά σύνορα της ΕΕ, αλλά εάν αυτό δεν λειτουργήσει, τότε η ανάσχεση στα εθνικά σύνορα.
Πρόσφατα, ο αρχηγός της αυστριακής διπλωματίας είχε ταχθεί με έμφαση υπέρ της παρέμβασης της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην εθνική κυριαρχία για το θέμα της προστασίας των εξωτερικών συνόρων της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ασκώντας ταυτόχρονα κριτική απέναντι στην Ελλάδα. Ο κ. Κουρτς, είχε τονίσει και τότε πως ο ίδιος έχει πλήρη κατανόηση ότι η Ελλάδα δεν μπορεί καταφέρει μόνη της τη διασφάλιση των εξωτερικών συνόρων της Ε.Ε., ωστόσο δεν έχει καμία κατανόηση για το ότι η Ελλάδα δεν αφήνει να βοηθηθεί.
Αυστριακή… προϊστορία δηλώσεων κατά της Ελλάδας
Δεν ήταν η πρώτη φορά που ο αυστριακός υπουργός Εξωτερικών προέβαινε σε φραστική επίθεση εναντίον της Ελλάδας, καθώς ο ίδιος είχε διαμηνύσει νωρίτερα πως «δεν μπορεί να στηρίζουμε την Ελλάδα με δισεκατομμύρια ευρώ και να αφήνουμε αυτό το θέμα στην άκρη, αλλά πρέπει να απαιτήσουμε ποια θα είναι η συνεισφορά της στην κρίση του ασύλου».
Ο ίδιος, στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων για τον δανεισμό της Ελλάδας, είχε ζητήσει να τεθούν ως προϋπόθεση, όχι μόνον οι μεταρρυθμίσεις τις οποίες θα πρέπει να εφαρμόσει η χώρα, αλλά και η κοινή προστασία των εξωτερικών συνόρων της ΕΕ – ωστόσο κάτι τέτοιο δεν είχε γίνει δεκτό από τους υπουργούς Οικονομικών και από τους αρχηγούς κρατών και κυβερνήσεων της ΕΕ.
Εντονη κριτική εναντίον της Ελλάδας σε σχέση με την «προστασία των συνόρων», είχε ασκήσει ο αυστριακός υπουργός Εξωτερικών και νωρίτερα σε άλλες δηλώσεις του, τονίζοντας ότι δεν μπορεί να αντιληφθεί το «πώς η Ελλάδα, η οποία έχει τις μεγαλύτερες κατά κεφαλήν στρατιωτικές δαπάνες στην Ευρωπαϊκή Ενωση, δεν είναι σε θέση να διασφαλίσει τα εξωτερικά σύνορα της Ενωσης», και σημειώνοντας ότι «χρειάζεται να ασκηθεί πίεση εκ μέρους της ΕΕ προς την Ελλάδα, για να ανταποκριθεί αυτή στα καθήκοντά της».
Είχε προηγηθεί η δριμεία κριτική του Σεμπάστιαν Κουρτς εναντίον της Ελλάδας, κατά την ομιλία του την 1η Ιουλίου, στην Επιτροπή Εξωτερικής Πολιτικής της αυστριακής Βουλής, όταν είχε χαρακτηρίσει, μεταξύ άλλων, ως «απόλυτα απαράδεκτη» τη στάση της Αθήνας στο θέμα της κρίσης χρέους και ως «προβληματικό» τον τόνο της ελληνικής πλευράς. Οπως είχε υποστηρίξει τότε, η Ευρωπαϊκή Ενωση δεν πρέπει να ανέχεται «εκβιασμούς», και δεν είναι ο σωστός δρόμος η μόνιμη συνέχιση επιδότησης «ενός συστήματος (σ.σ. του ελληνικού) που δεν λειτουργεί».