O Κιλιάν Εμπαπέ με το τρόπαιο. Στα 19 του βαδίζει στα χνάρια του Πελέ | REUTERS/Kai Pfaffenbach
Επικαιρότητα

Η αυτοκρατορία του Εμπαπέ ανατέλλει

Η... αφρικανική Γαλλία ήταν «άπαιχτη». Κατάφερνε να νικά παίζοντας λίγο - όσο χρειαζόταν κάθε φορά. Το παράπονό μας είναι ότι δεν μας χόρτασε με αυτό το υπέροχο ποδόσφαιρο που μπορεί να παίξει. Από τους Κροάτες έλειψε η ποσότητα της ποιότητας. Δεν θα γυρίσουν σπίτι ως θρύλοι, αλλά ως... απλοί ήρωες
Sportscaster

Το πρώτο της αστέρι στη φανέλα το έραψε το 1998. Τέσσερις μήνες προτού γεννηθεί ο Κιλιάν Εμπαπέ. Το δεύτερο, το 2018. Με «αστέρι» της τον Εμπαπέ. Η Γαλλία έπρεπε να περιμένει 20 ολόκληρα χρόνια για να ξαναβρεί τόσους πολλούς top-class ποδοσφαιριστές μαζεμένους, σαν εκείνους που της είχαν χαρίσει το πρώτο της Παγκόσμιο Κύπελλο: τον Ζινεντίν Ζιντάν, τον Τιερί Ανρί, τον Νταβίντ Τρεζεγκέ, τον Λιλιάν Τιράμ, τον Φαμπιέν Μπαρτέζ… Οχι μόνο τους βρήκε, αλλά και θα τους έχει για πολύ καιρό ακόμη. Η 23αδα της ήταν η δεύτερη πιο νεανική σε αυτό το Μουντιάλ. Φαίνεται πως οι «Τρικολόρ» εγκαινίασαν στη Ρωσία ακόμη έναν ανοδικό τους κύκλο, στον οποίο θα πρωταγωνιστήσει το «τρομερό μωρό» που μοιάζει με καρτούν.

Αυτό είναι το ποδόσφαιρο. Κύκλοι. Εποχές. Μια τέτοια ευτυχής συγκυρία -να συνυπάρξουν έξι επτά εξαιρετικοί παίκτες και ένας σοβαρός προπονητής- έφτασε και την Κροατία τόσο μακριά, όσο κανείς δεν περίμενε. Η υπέροχη ποδοσφαιρική παρέα των -ιτς ήταν, μαζί με τους Βέλγους, το άλας αυτού του τουρνουά. Στον κυριακάτικο τελικό έκανε στους Γάλλους τόσες φάσεις, όσες δεν είχαν δημιουργήσει όλοι οι αντίπαλοί τους σε αυτό το τουρνουά μαζί. Στο τέλος, όμως, μίλησε η βαριά φανέλα των «Τρικολόρ». Και η ποσότητα της ποιότητάς τους. Ο Ντιντιέ Ντεσάν είχε την πολυτέλεια να αντικαθιστά παίκτες του με άλλους, ισάξιους, την ώρα που οι βασικοί της Κροατίας έπρεπε να συνεχίσουν, εξουθενωμένοι από τρία νοκ-άουτ παιχνίδια τους που κρίθηκαν στην παράταση, ή και στα πέναλτι.

Με λίγη τύχη και λίγο VAR, που χάρισε στον Γκριεζμάν ένα καθοριστικό γκολ από πέναλτι, η Γαλλία έγινε η πρώτη ομάδα που σκοράρει τέσσερα γκολ σε τελικό Μουντιάλ μετά τη Βραζιλία του Πελέ, το 1970. Και ο Εμπαπέ, ο νεαρότερος σκόρερ μετά τον Πελέ, το 1958. Σε ηλικία 19 ετών και 207 ημερών το έβαλε ο Γάλλος, 17 ετών και 249 ημερών ο Βραζιλιάνος.

Σε αυτό το Παγκόσμιο Κύπελλο η Γαλλία ήταν, πρακτικώς, «άπαιχτη». Σε όλο το τουρνουά έμεινε πίσω στο σκορ μόνο για εννέα λεπτά (στο ματς με την Αργεντινή για τους «16»). Στηρίχτηκε στην εξαιρετική της άμυνα -ο φορ, ο Ζιρού, έμεινε άσφαιρος- αλλά, όποτε χρειάστηκε το γκολ, το βρήκε αμέσως. Συχνά, από τους αμυντικούς της. Κόντρα στην Αργεντινή πέτυχε τρία μέσα σε δεκαπέντε λεπτά. Είχε δείξει από την αρχή ότι μπορεί να νικά παίζοντας λίγο – όσο χρειάζεται κάθε φορά. Κι αυτό είναι το μόνο για το οποίο μπορεί κάποιος να την κατηγορήσει: ότι δεν χόρτασε τους φιλάθλους με αυτό το υπέροχο ποδόσφαιρο που μπορεί να παίξει. Που ελάχιστες ομάδες μπορούν να παίξουν.

Τα χθεσινά γκολ του Πογκμπά και του Εμπαπέ είναι γκολ κλάσης. Ιδίως το τρίτο της Γαλλίας, από το ξεκίνημα της φάσης, είναι το highlight της ποιότητας που τη διακρίνει. Αλλά, ο θρίαμβός της οφείλεται, πρωτίστως, στο γεγονός ότι σε αυτή τη γεμάτη σούπερ-σταρ ομάδα δεν υπάρχουν «ντίβες». Ολοι είναι «εργάτες». Ακόμη και ο Γκριεζμάν, ο Πογκμπά, ο Ζιρού… Οπως τέτοιος υπήρξε στα νιάτα του και ο προπονητής της, ο Ντεσάν. Ο τρίτος άνθρωπος στο ποδόσφαιρο (μετά τον Ζαγκάλο και τον Μπεκενμπάουερ) που ευτύχησε να κατακτήσει το χρυσό αγαλματίδιο, και ως παίκτης (1998), και ως προπονητής (2018).

1998 και 2018. Ο Ντιντιέ Ντεσάν με το Παγκόσμιο Κύπελλο, ως παίκτης και ως προπονητής (Reuters)

Αυτός ο εκνευριστικά ήρεμος κόουτς, που λίγο έλειψε να μη φτάσει στη Ρωσία, είχε βρεθεί πολύ κοντά στην απόλυση έπειτα από μια ισοπαλία με το Λουξεμβούργο, στο Παρίσι, στην προκριματική φάση. Κατηγορήθηκε για το βαρετό ποδόσφαιρο που έπαιζε η Γαλλία, για τις φοβίες και τις εμμονές του. Οταν ο Ζιντάν ανακοίνωσε την αποχώρησή του από τη Ρεάλ Μαδρίτης, όλοι περίμεναν ότι θα του πάρει τη δουλειά. Ο Ντεσάν, όμως, έκλεισε τ’ αυτιά του στην κριτική και έκανε το δικό του. Αλλαξε 14 διεθνείς (σε σχέση με την εθνική ομάδα της Γαλλίας που πριν από δύο χρόνια έχασε στον τελικό του Euro από την Πορτογαλία) και «έκοψε» αρκετά μεγάλα ονόματα, για λόγους πειθαρχίας και καλής συνεργασίας. Η Γαλλία έφτασε μέχρι τον τελικό χωρίς τον Μπενζεμά, τον Ραμπιό, τον Μαρσιάλ, ενώ έμεινε πίσω και ο Παγιέ. Οσο για το θέαμα, τα έχει πει στην Equipe: «Ποτέ δεν έπαιζα για το θέαμα, πάντα έπαιζα για να κερδίζω». Στη θέση του τον κράτησαν οι παίκτες του, που τον εκτιμούν απεριόριστα.

Πριν από μερικές δεκαετίες ο Πελέ είχε προφητεύσει πως, μέχρι το 2000, κάποια αφρικανική ομάδα θα κατακτούσε το Παγκόσμιο Κύπελλο. Κατά μιαν έννοια, δικαιώθηκε. Ηδη από το 1998, που σήκωσε το πρώτο της χρυσό αγαλματίδιο, η Γαλλία αναφέρεται ως «black, blanc, beur»: η ομάδα των μαύρων, των λευκών και των βορειο-Αφρικανών. Σήμερα, φαντάζει περισσότερο ως μικτή Αφρικής, παρά ως ευρωπαϊκή ομάδα. Δεκαπέντε από τους 23 διεθνείς της έχουν αφρικάνικες ρίζες.

Οι γονείς του Πογκμπά είναι από τη Γουϊνέα. Του Καντέ από το Μάλι. Του Ματουϊντί από την Ανγκόλα. Του Τολισό από το Τόνγκο και του Ντεμπελέ από τη Μαυριτανία. Ο Ν’Ζονζί κατάγεται από το Κονγκό, ο Φεκίρ από την Αλγερία, ο Σιντιμπέ από το Μάλι, ο Μεντί από τη Σενεγάλη, ο Λεμάρ από τη Νιγηρία, ο Ραμί από το Μαρόκο. Ο Ουμτιτί γεννήθηκε στο Καμερούν και ο Μανταντά στο Κονγκό. Ο Εμπαπέ, η… χρυσόσκονη αυτού του τουρνουά, γεννήθηκε στο Παρίσι αλλά έχει πατέρα από το Καμερούν και μητέρα από την Αλγερία. Η επικράτηση της Γαλλίας έχει τη σημασία της και ως ένας πολυφυλετικός θρίαμβος.

Η Κροατία έχασε μια μοναδική ευκαιρία να ολοκληρώσει τη μεγαλύτερη έκπληξη όλων των εποχών στο ποδόσφαιρο, υποσκελίζοντας ακόμη και το έπος της Ελλάδας του 2004. Αλλά, το θαύμα της πρόλαβε και το έκανε. Η δεύτερη μικρότερη χώρα που έφτασε σε τελικό Μουντιάλ, μετά την Ουρουγουάη του 1930 και του 1950, τόλμησε να κοιτάξει στα μάτια τη Γαλλία που έχει πληθυσμό 67 φορές περισσότερο. Κι όχι μόνον αυτό. Προτού αντιμετωπίσει την Εθνική μας στα μπαράζ, τον περασμένο Νοέμβριο, είχε φτάσει ένα βήμα πριν από τον αποκλεισμό. Την είχε σώσει ο Ζλάτκο Ντάλιτς, ο οποίος προσελήφθη ως προπονητής… χωρίς συμβόλαιο. Το πιο σημαντικό τρόπαιο που είχε κερδίσει στην καριέρα του, ήταν το Σούπερ καπ Αλβανίας.

Εννέα μήνες μετά, νάτοι οι Κροάτες στον τελικό. Θα γίνονταν οι πιο απίθανοι παγκόσμιοι πρωταθλητές όλων των εποχών. Δεν έγιναν. Ετσι, δεν θα επιστρέψουν στη χώρα τους ως θρύλοι, αλλά ως… απλοί ήρωες.