Στις αρχές της δεκαετίας του ΄90, το αθλητικό τμήμα της Ελευθεροτυπίας εισήγαγε σταδιακά ένα καινούργιο ύφος γραφής το οποίο, κατά τη γνώμη μου, έχει ασκήσει βαθιά επιρροή στις νέες γενιές των αθλητικών συντακτών και όχι μόνο.
Είναι το ύφος που απαλλάσσει το κείμενο από τη σοβαροφάνεια και τις συμβατικές φόρμες γραφής, προάγει τη χρήση χιούμορ, αναγνωρίζει στον συντάκτη το δικαίωμα σε ένα έμμεσο, έστω, πολιτικό σχόλιο και συνδυάζει το αθλητικό με το ταξιδιωτικό ρεπορτάζ. Δεν ήταν βέβαια μόνο η αύρα και το κίνητρο που χορηγούσε ο μακαρίτης ο Συρίγος. Ήταν και εκείνη η φουρνιά των νεαρών που ήρθε και ανέβασε το πήχη της αθλητικής δημοσιογραφίας.
Με τον Νίκο Παπαδογιάννη, που ήταν εξέχων μέλος εκείνης της ομάδας, είμαστε συνομήλικοι. Ωστόσο εκείνα τα χρόνια μάθαινα από τα κομμάτια του. Τον διάβαζα στην Ελευθεροτυπία, τον παρακολουθούσα και στο Τρίποντο, που αγόραζα φανατικά. Ήταν βέβαια και αυτός… ύποπτος για αντιΠΑΟΚτσισμό, αλλά σε αυτά τα πράγματα είμαι σαν τον Λαυρέντη Μπέρια: μπορώ να κατηγορήσω και τον Ιβάν Σαββίδη για εχθρό της ομάδας. Όμως ο Παπαδογιάννης δεν έχει εκδηλώσει την προτίμησή του για κάποια ομάδα. Αυτό έκανε καλό στον ίδιο και σε μας που τον διαβάζαμε γιατί πάντα το ρεπορτάζ σου έδειχνε κάτι παραπάνω από το προφανές. Mε καλά ελληνικά και ωραίο χιούμορ ή με το ελαφρύ υπονοούμενο που κλείνει το μάτι στον αναγνώστη/τηλεθεατή.
Εννοείται ότι το μπάσκετ πρωταγωνιστεί. Από τον Γκάλη μέχρι τον Μάτζικ, ένα πέρασμα το κάνουν όλες οι μεγάλες μορφές του παγκόσμιου αθλητισμού. Και είναι όλες οι ιστορίες (και οι 73) απολύτως αληθινές, έτσι; Σε εξήντα χώρες. Ή μήπως είναι περισσότερες; Για πόσες χώρες μετράς τη Γιουγκοσλαβία; Το ίδιο πρόβλημα αντιμετωπίζω και εγώ. Όμως ο Παπαδογιάννης έχει πάει παντού και έχει περιγράψει τα πάντα. Του λείπει, λέει, ένα final four κολλεγιακού μπάσκετ και μία χειμερινή Ολυμπιάδα. Του εύχομαι να αργήσει να τα ζήσει. Σε αυτά τα πράγματα πρέπει πάντα κάτι να λείπει. Όχι μόνο ο Νίκος.
Το βιβλίο «Ο Νίκος λείπει» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Key Books