Αυτή τη μεγάλη στιγμή στην ζωή του πρόλαβε να την ζήσει. Και να την χαρεί. Την ώρα που τον Ιανουάριο του 2017 στήθηκε ξανά, στην αρχική του θέση στην κρηπίδα, ο πρώτος κίονας του Θρόνου του Απόλλωνα. Ακούγεται (ή διαβάζεται) απλό, όμως αυτός ο Θρόνος, στο Αμυκλαίον, λίγο έξω από την Σπάρτη, ήταν «ένα από τα πιο φημισμένα και πιο ιδιόμορφα κτίσματα της αρχαιότητας. Η μορφή του αποτελεί μεγάλο αίνιγμα, λόγω της εκ θεμελίων καταστροφής του στην ύστερη αρχαιότητα, αλλά και της μοναδικότητάς του, καθώς δεν υπάρχει κανένα ανάλογο αρχιτεκτονικό παράδειγμα».
Πρόλαβε, λοιπόν, να το ζήσει αυτό ύστερα από χρόνια προσπαθειών και αργών, προσεκτικών ανασκαφικών εξερευνήσεων ο «πατέρας» του Αμυκλαίου, Άγγελος Δεληβορριάς, που οι περισσότεροι τον γνώριζαν ως «ψυχή» και διευθυντή του Μουσείου Μπενάκη (θέση που ανέλαβε το 1973, στα 36 του!). Ο θάνατός του ίσως είναι μία ευκαιρία να μάθουμε περισσότερα γι’ αυτή την μεγάλη, σχεδόν κρυφή και εν πολλοίς «άγνωστη» αγάπη του.
Eναν έρωτα, ας μας επιτραπεί, που πήρε σάρκα και οστά το 2005, όταν με την έγκριση του Υπουργείου Πολιτισμού δρομολογήθηκε ένα εκτεταμένο πρόγραμμα μελέτης και έρευνας του ιερού του Αμυκλαίου Απόλλωνα, το «Ερευνητικό Πρόγραμμα των Αμυκλών», σε συνεργασία με την Εφορεία Αρχαιοτήτων Λακωνίας, στην οποία άλλωστε είχε θητεύσει – ως κλασικός αρχαιολόγος – ο Άγγελος Δεληβορριάς, όπως και σε εκείνη της Αχαΐας. Με δική του πρωτοβουλία τον Απρίλιο του 2011 ιδρύθηκε το μη κερδοσκοπικό σωματείο «Οι Φίλοι του Αμυκλαίου» και ως μέλος του πλέον (μαζί με τους Εμμανουήλ Κορρέ και Σταύρο Βλίζο, καταρχάς) πήρε διπλή χαρά για αυτόν τον πρώτο κίονα που «κοιτάζει» πλέον περήφανα τον Ταΰγετο. Άλλωστε, ο ίδιος, από το 1968 ακόμη, είχε καταφέρει να αναγνωρίσει, να ταυτίσει και να δημοσιεύσει πολλά αρχιτεκτονικά μέλη από τον Θρόνο του Βαθυκλέους.
Το ιερό του Απόλλωνα Αμυκλαίου ήταν για την αρχαία Σπάρτη ό,τι ο Παρθενώνας για την Αθήνα, αλλά και κέντρο της μεγαλύτερης τοπικής γιορτής, των Υακινθίων. Καθώς οι Αμύκλαι υπήρξαν αρχικά λατρευτικός τόπος του θεού Υάκινθου, η λατρεία και τα μυστήρια του οποίου (με το τέλος της Άνοιξης κατά τον σπαρτιατικό μήνα Φλιάσιο ή στα μέσα του καλοκαιριού κατά τον μήνα Υακίνθιο) καθιερώθηκαν στη μυκηναϊκή εποχή. Κατά μία εκδοχή θεωρείται δε ως «ο πρώτος οργανωμένος μυητικός και λατρευτικός ιερός τόπος στον ελλαδικό χώρο». Τον 6ο αιώνα π.Χ. οι Σπαρτιάτες ανέθεσαν στον διάσημο αρχιτέκτονα Ίωνα Βαθυκλή, από τη Μαγνησία της Μικράς Ασίας, να χτίσει για τον θεό Απόλλωνα έναν λαμπρό επίγειο θρόνο για τον θεό Απόλλωνα, πάνω από τον τάφο του αγαπημένου του φίλου Υάκινθου, στο – τότε – βαθύσκιωτο Άλσος των Αμυκλών, όπως περιέγραφε το 2ο π.Χ. αιώνα ο Παυσανίας.
Τι κι αν είχε ζήσει από κοντά, ως επιστημονικός βοηθός, τις αγωνίες άλλων, ίσως πιο γνωστών, ανασκαφών ο Άγγελος Δεληβορριάς. Στην Ακαδημία Πλάτωνος. Στις ανασκαφές στο Μουσείο Ακροπόλεως. Στην Βραυρώνα. Στην Στρύμη της Θράκης. Τι κι αν είδε πολλά και… πανάρχαια στους κόλπους της Ελληνικής Αρχαιολογικής Υπηρεσίας. Ή πολλά και πολύχρωμα στο κέντρο διοίκησης της Εθνικής Πινακοθήκης. Η αγάπη για το Αμυκλαίον ήταν η μεγαλύτερη, που κράτησε ως το τέλος. Και κρατήθηκε με πολλές μάχες και στα δύσκολα. Και στα απαιτητικά.
Όπως όταν χρειάστηκε να συγκεντρώσει αρχιτεκτονικά μέλη του αρχαίου ναού, για «να συγκολληθούν, να χωριστούν σε ομάδες και να αποτυπωθούν ξανά, διότι από αυτά θα βγουν οι απαντήσεις που θέτει η αναστήλωση του μνημείου», όπως είχε πει ο Άγγελος Δεληβορριάς στην αείμνηστη συνάδελφο Παρασκευή Κατημερτζή (για τα «ΝΕΑ», το Νοέμβριο του 2007). «Για να έρθει στο φως η αλήθεια προέχει η αφαίρεση των αρχαίων που βρίσκονται εντοιχισμένα στις εκκλησίες του Σκλαβοχωρίου, ιδιαίτερα του Προφήτη Ηλία (όπου βρέθηκε ένα μνημειώδες αρχαίο κατώφλι) και των Αγίων Θεοδώρων. Αλλά, όπως αποδείχθηκε, και στον ναό της Αγίας Κυριακής, που θεμελιώθηκε το 1907, όπου είχαν «εντοιχισθεί» 20 αρχιτεκτονικά μέλη του θρόνου και του βωμού, πέρα από τόσα άλλα ενσωματωμένα στην τοιχοποιία του Αγίου Νικολάου.
Όταν είχε πια μπει για τα καλά σε αυτή την… ερωτική περιπέτεια των Αμυκλών, τον είχαν ρωτήσει για αυτή την σχεδόν σταυροφορία λεπτοδουλειάς και προσπάθειας. Η απάντησή του; «Ωραία η διοίκηση και τα κοσμικά, αλλά με αφορά η επιστημονική έρευνα, το διάβασμα και η μελέτη». Και η επιμονή του; Ε, και γι’ αυτήν είχε πάντοτε απάντηση ο Άγγελος Δεληβορριάς. Όταν τον ρωτούσαν «πώς είστε;», η μόνιμη απόκρισή του ήταν: «Κυκλοφορώ με έναν ζουρλομανδύα στο χέρι και είμαι έτοιμος να μου τον φορέσω».