. | Facebook
Επικαιρότητα

Η Ιταλίδα που αγάπησε την «ιδιοφυή γλώσσα» των Αρχαίων Ελλήνων

Στο Λύκειο η Αντρεα Μαρκολόνγκο ήταν «σκράπα» στα αρχαία Ελληνικά. Ως λογογράφος του Ματέο Ρέντσι, συνέταξε τη «Γενιά του Τηλεμάχου» μια ιστορική ομιλία στη Νεολαία του Δημοκρατικού Κόμματος. Η 30χρονη Ελληνίστρια οργώνει την Ιταλία εξηγώντας τους εννέα λόγους για τους οποίους στο βιβλίο της αποθεώνει την γλώσσα των προγόνων μας
Protagon Team

Τα Αρχαία Ελληνικά είναι «μια γλώσσα που χρησιμεύει για να εκφράσουμε έναν ανεπανάληπτο κόσμο». Αυτό τουλάχιστον υποστηρίζει η Αντρεα Μαρκολόνγκο. Και για αυτόν τον λόγο, επιθυμώντας να εξερευνήσει αυτόν τον μοναδικό κόσμο, έγραψε ένα βιβλίο, «La lingua geniale»εκδ. Laterza, αφιερωμένο στην «ιδιοφυή γλώσσα» των αρχαίων Ελλήνων.

Αλλά το έκανε με τρόπο πρωτότυπο και, σίγουρα, ελάχιστα ακαδημαϊκό, έχοντας όμως ως στόχο να διεγείρει το ενδιαφέρον για μια γλώσσα που μας επιτρέπει να «εκφράζουμε σύνθετες έννοιες με λέξεις απλές, αληθινές, τίμιες». Και η προσπάθειά της ήταν απόλυτα επιτυχής, δεδομένου ότι το πόνημά της σημείωσε ρεκόρ πωλήσεων, φτάνοντας τις πέντε εκδόσεις μόλις εννέα εβδομάδες μετά την κυκλοφορία του.

Το γεγονός εντυπωσίασε ακόμα και την ίδια. Γιατί η 30χρονη ελληνίστρια από την πόλη Κρέμα της Βόρειας Ιταλίας, κατά τη φοίτησή της στο Λύκειο, ήταν «η τελευταία της τάξης» στα Αρχαία Ελληνικά. Στη συνέχεια, ωστόσο, κατάφερε να αναλάβει έως και χρέη λογογράφου (ghostwriter) του Ματέο Ρέντσι, με τον ιταλό πρώην πρωθυπουργό να της χρωστάει όλα όσα ανέφερε για τη «γενιά του Τηλέμαχου», μιλώντας, κατά το παρελθόν, στη νεολαία του Δημοκρατικού Κόμματός του.

Η Αντρεα Μαρκολόνγκο και το εξώφυλλο του βιβλίου της

Η Άντρεα Μαρκολόνγκο αποφάσισε, τελικά, να αφοσιωθεί στα Αρχαία Ελληνικά. Και αφότου τα μελέτησε και τα κατανόησε, ξεκίνησε να περιοδεύει ανά την Ιταλία, εξηγώντας σε χιλιάδες μαθητές πως δεν αποτελούν ένα μνημονικό βασανιστήριο, ένα χάος δυσνόητων εξαιρέσεων, αλλά ένα σύνολο από γλωσσικές εκκεντρικότητες που συνδράμουν τόσο τη σκέψη όσο και τον λόγο μας. Όσον αφορά την αναπάντεχη απήχηση του βιβλίου της, μιλώντας στην Corriere dellaSera, επικαλέστηκε την Βιρτζίνια Γουλφ, σύμφωνα με την οποία στα αρχαία ελληνικά «επιστρέφουμε όταν έχουμε κουραστεί από την ασάφεια, από τη σύγχυση και από την εποχή μας».

Γιατί, όμως, αποτελούν τα αρχαία ελληνικά μια αξιολάτρευτη, πέρα από αξιομνημόνευτη, γλώσσα, όπως υποστηρίζει η συγγραφέας; «Γιατί τα αρχαία ελληνικά είναι ωραία», απαντά η ίδιαΕίναι, όμως, παρωχημένα ή ανεπίκαιρα; Κάθε άλλο. Ενδεχομένως, «μόνον, φαινομενικά. Αλλά σε αυτήν την εποχή που είμαστε διαρκώς συνδεδεμένοι με κάτι, αλλά ποτέ με κάποιον, που έχουμε στη διάθεσή μας χιλιάδες κανάλια επικοινωνίας, συχνά ξεχνάμε τι και πώς επικοινωνούμε. Και αυτή η γλώσσα μάς επιτρέπει να σταματήσουμε και να σκεφτούμε αυτά που λέμε, μάς παρέχει τη δυνατότητα να πούμε περισσότερα πράγματα».

Τα Αρχαία Ελληνικά είναι ωραία γιατί παραμένει άγνωστό το πώς ακριβώς προφέρονταν. Γιατί πέρα από το αρσενικό και το θηλυκό υπάρχει και το ουδέτερο γένος. Γιατί έχουν πέντε πτώσεις αλλά και μια έγκλιση, την ευκτική, που εκφράζει αυτό που σημαίνει το ρήμα, ως ευχή εκείνου που μιλάει. Γιατί για τα ζεύγη -όπως τα μάτια ή τα πόδια- και για τα πρόσωπα, τα ζώα, ή τα πράγματα που είναι γνωστό πως είναι δύο, υπάρχει ένας τρίτος αριθμός, ο δυϊκός. Γιατί η αρχαία ελληνική γλώσσα αποτελεί πρωτίστως μια «κοινωνική επιστήμη», υποστηρίζει η Μαρκολόνγκο, επισημαίνοντας πως κατά τη συγγραφή του βιβλίου της, αυτό που είχε κυρίως στο μυαλό της ήταν «το πόσο πολύ ένωνε τους αρχαίους η γλώσσα τους, το γεγονός ότι ήταν Έλληνες» επειδή, ακριβώς, μιλούσαν Ελληνικά. «Δεν υπήρχε το κράτος, αλλά υπήρχε ο λαός».

Καταλήγοντας η ιταλίδα καθηγήτρια θέλησε να αναφέρει πως «tradurre», «μεταφράζω» στα ιταλικά, σημαίνει οδηγώ, μεταφέρω αλλού, τείνω προς. Η μετάφραση, σημείωσε, αποτελεί μια πορεία, ένα ταξίδι, τρόπον τινά, με στόχο να προσεγγίσουμε ένα νόημα, αδυνατώντας, ωστόσο, να φτάσουμε στο πρωτότυπο. «Στα Αρχαία Ελληνικά πολλά πράγματα μπορούμε να τα εικάσουμε. Αλλά ενδεχομένως δεν έχουμε συνηθίσει να τα χρησιμοποιούμε. Η πρόκληση είναι να εμπιστευτούμε την ευαισθησία που μας χαρακτηρίζει σήμερα για να κατανοήσουμε την αρχαία σκέψη».