Δυσάρεστα νέα για τους εκατοντάδες εργαζόμενους στον τηλεοπτικό σταθμό Mega, ο οποίος βάζει, πλέον, οριστικά λουκέτο.
Και αυτό διότι σύμφωνα με ανακοίνωσή της η εταιρεία Ascope Trading Ltd, συμφερόντων του ομίλου Βαρδινογιάννη που μετείχε στο ΔΣ της ΤΗΛΕΤΥΠΟΣ (MEGA), ανακοίνωσε ότι αποχωρεί από το εταιρικό σχήμα.
Στην ανακοίνωση αναφέρει τις προσπάθειες που έγιναν για τη σωτηρία του σταθμού οι οποίες όμως δεν έφτασαν σε ένα θετικό αποτέλεσμα. Βέβαια, από τη στιγμή που το κανάλι δεν κατέθεσε αίτηση για αδειοδότηση, ήταν δεδομένο πως θα έπεφτε μαύρο στις 28 Φεβρουαρίου.
Σε ό,τι αφορά στους εργαζόμενους, η Ascope Trading Ltd, Eταιρεία μέτοχος που συνδέεται με την οικογένεια Βαρδινογιάννη με επιστολή της προς το Δ.Σ ενημέρωσε ότι υπό τις παρούσες συνθήκες δεν προτίθεται να συνεχίσει τις διαβουλεύσεις με τους πιστωτές. Επισημαίνουμε δε ότι μέχρι σήμερα δεν έχει παρουσιαστεί άλλος μέτοχος που ενδιαφέρεται να υλοποιήσει το Επιχειρησιακό Σχέδιο της εταιρίας.
Ο ίδιος μέτοχος ενημέρωσε το ΔΣ της εταιρίας ότι εκτιμά ότι το σύνολο των μετόχων θα πρέπει να συνεισφέρουν στην πληρωμή των οφειλών της εταιρίας προς τους εργαζόμενους με βάση το ποσοστό του μετοχικού κεφαλαίου που κατέχουν η κατείχαν και την περίοδο που κατείχαν τις μετοχές.
Παράλληλα ο Ομιλος Βαρδινογιάννη είπε ότι θα καταβάλει στους εργαζόμενους τις οφειλές που του αναλογούν με βάση το ποσοστό που αυτός κατείχε στην ΤΗΛΕΤΥΠΟΣ.
Η ανακοίνωση της Ascope Trading Ltd έχει ως εξής:
«Το σημερινό ΔΣ της Τηλέτυπος ανέλαβε καθήκοντα τον Αύγουστο του 2017, μετά από τις αλλαγές που έγιναν στο μετοχικό σχήμα της εταιρίας. Οι βασικοί μέτοχοι την περίοδο αυτή ήταν εταιρίες συνδεδεμένες με την Οικογένεια Βαρδινογιάννη, η εταιρία Alter Ego ιδιοκτησίας του Ε. Μαρινάκη (που αγόρασε τις μετοχές του ΔΟΛ), η εταιρία Dimera του Ι. Σαββίδη (που αγόρασε μέρος των μετοχών του Πήγασου) και η εταιρία Πήγασος του Φ. Μπόμπολα.
Το νέο ΔΣ αναλαμβάνοντας τη διοίκηση είχε ως μοναδικό στόχο την εξυγίανση και τη συνέχιση της λειτουργιάς του τηλεοπτικού σταθμού Μέγκα.
Διαπιστώσαμε ότι παρ΄όλα τα λάθη και τις λανθασμένες επιλογές της προηγούμενης διοίκησης (υπενθυμίζεται ότι το προηγούμενο ΔΣ είχε ως Πρόεδρο τον Πρόεδρο του ΔΟΛ και Διευθύνοντα Σύμβουλο, υψηλόβαθμο στέλεχος του ΔΟΛ), εάν είχε ολοκληρωθεί εγκαίρως η εγκεκριμένη αύξηση μετοχικού κεφαλαίου για το ποσό των ευρώ 15 εκ (άρνηση καταβολής από πλευράς ΔΟΛ και Πήγασος) και οι συνδεμένες εταιρείες Πήγασος και ΔΟΛ εξοφλούσαν τις ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις τους ποσού περίπου € 9.200.000 προς την Τηλέτυπος ΑΕ η εταιρία δεν θα είχε οδηγηθεί σε οικονομικό αδιέξοδο.
Η νέα Διοίκηση με τη στήριξη αρχικά των βασικών μετόχων εταιριών Οικογενείας Βαρδινογιάννη, Μαρινάκη και Σαββίδη (ο τελευταίος μεταβίβασε τις μετοχές του σε τρίτον τον Οκτώβριο ο οποίος γνωστοποίησε ότι δεν θα συμμετέχει από εκείνη τη χρονική στιγμή στην οικονομική στήριξη του σταθμού) ανέθεσε στην εταιρία Grant Thornton την εκπόνηση Επιχειρησιακού Σχεδίου για την εξυγίανση της εταιρίας, στη νομική εταιρία Ποταμίτης-Βεκρής τη νομική υποστήριξη και άρχισε αμέσως τις διαπραγματεύσεις με τις Τράπεζες για την εξεύρεση μίας βιώσιμης λύσης στο πλαίσιο του άρθρου 106 του Πτωχευτικού Κώδικα.
Οι Τράπεζες επιβεβαίωσαν προφορικά τη συμφωνία τους με τους βασικούς όρους του Επιχειρησιακού Σχεδίου την Τρίτη 9 Ιανουαρίου 2018, αφού έλαβαν τη σύμφωνη γνώμη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, δηλαδή δύο μέρες πριν την ημερομηνία υποβολής των αιτήσεων υποψηφιοτήτων για τη χορήγηση των τηλεοπτικών αδειών.
Την περίοδο αυτή οι βασικοί μέτοχοι που στήριζαν τον σταθμό κατέβαλλαν περίπου € 2 εκ για τη συνέχιση της λειτουργίας του σταθμού και την πληρωμή μισθοδοσίας και δεσμεύθηκαν στην καταβολή επιπλέον € 15 εκ σε προσεχή αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της εταιρίας στο πλαίσιο του Επιχειρηματικού σχεδίου διάσωσης της εταιρίας.
Το νέο νομοθετικό πλαίσιο για την αδειοδότηση τηλεοπτικών σταθμών δυσκόλεψε σημαντικά τη δυνατότητα επαναλειτουργίας του Μέγκα.
Τον Οκτώβριο και Νοέμβριο του 2017 τροποποιείται ο Ν 4319/2015 και δημοσιεύεται η προκήρυξη του ΕΣΡ για την αδειοδότηση των Τηλεοπτικών σταθμών Εθνικής Εμβέλειας Γενικής Στόχευσης. Με βάση τον νόμο και την προκήρυξη η Τηλέτυπος Α.Ε δεν μπορούσε να συμμετέχει στον διαγωνισμό, και όποιος σταθμός δεν συμμετείχε στον διαγωνισμό θα έπρεπε να σταματήσει την εκπομπή του προγράμματος του 3 μήνες από τη δημοσίευση της προκήρυξης του διαγωνισμού, δηλαδή την 27η Φεβρουαρίου 2018. Λόγω αυτού του αδιεξόδου εξετάστηκε η εναλλακτική λύση μία νέα εταιρία να συμμετάσχει στον διαγωνισμό και μετά την επικύρωση της συμφωνίας αναδιάρθρωσης της Τηλέτυπος από το δικαστήριο να απορροφήσει τη δραστηριότητα του τηλεοπτικού σταθμού Μέγκα.
Για να μπορέσει να υλοποιηθεί η ενναλακτική αυτή λύση θα έπρεπε να διασφαλιστεί η αδιάλειπτη λειτουργία του τηλεοπτικού σταθμού Μέγκα. Δηλαδή να μη διακοπεί η λειτουργία του, είτε την 27/2/2018, όπως όριζε ο νόμος για τους σταθμούς που δεν συμμετείχαν στη διαδικασία, είτε όταν γινόταν η απορρόφηση του σταθμού από τη νέα εταιρία και συγχρόνως ακυρωνόταν ο διαγωνισμός από το ΣτΕ (λόγω των προσφυγών που έχουν γίνει από τους εμπλεκόμενους). Για να αρθεί η συγκεκριμένη νομική αβεβαιότητα η εταιρία απηύθυνε γραπτό ερώτημα στο Ε.Σ.Ρ.
Το τελειωτικό χτύπημα δόθηκε από το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης που αρνήθηκε να αναλάβει την ευθύνη που του αναλογεί και απαντώντας ότι ΔΕΝ ΔΥΝΑΤΑΙ ΝΑ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙ ουσιαστικά δεν δέχθηκε την πρόταση των μετόχων για την δημιουργία νέας εταιρείας που ως συνέχεια της παλαιάς θα αναλάμβανε τα υφιστάμενα βάρη και την ευθύνη λειτουργίας του σταθμού μελλοντικά.
Η τοποθέτηση αυτή του ΕΣΡ, δημιούργησε σοβαρή νομική αβεβαιότητα για τη δυνατότητα συνέχισης της αδιάλειπτης λειτουργίας του σταθμού και πρακτικά δεν επέτρεψε στους μετόχους της εταιρίας να προχωρήσουν τις σχετικές διαβουλεύσεις με τους πιστωτές και στην κατάθεση υποψηφιότητας νέας εταιρίας στον διαγωνισμό. Η αβεβαιότητα αυτή δεν έχει αρθεί μέχρι σήμερα, αλλά τουναντίον έχει αυξηθεί μετά από τις διαρροές που έγιναν από πηγές του ΕΣΡ στα Μέσα Ενημέρωσης.
Η Ascope Trading Ltd, Eταιρεία μέτοχος που συνδέεται με την οικογένεια Βαρδινογιάννη με επιστολή της προς το Δ.Σ ενημέρωσε ότι υπό τις παρούσες συνθήκες δεν προτίθεται να συνεχίσει τις διαβουλεύσεις με τους πιστωτές. Επισημαίνουμε δε ότι μέχρι σήμερα δεν έχει παρουσιαστεί άλλος μέτοχος που ενδιαφέρεται να υλοποιήσει το Επιχειρησιακό Σχέδιο της εταιρίας.
Ο ίδιος μέτοχος ενημέρωσε το ΔΣ της εταιρίας ότι εκτιμά ότι το σύνολο των μετόχων θα πρέπει να συνεισφέρουν στην πληρωμή των οφειλών της εταιρίας προς τους εργαζόμενους με βάση το ποσοστό του μετοχικού κεφαλαίου που κατέχουν η κατείχαν και την περίοδο που κατείχαν τις μετοχές. Δηλαδή να καταβάλουν το ποσοστό που τους αναλογεί της καθαρής μισθοδοσίας που αντιστοιχεί στην περίοδο 1/7/2016 έως 31/12/2017, αφού αφαιρεθεί το ποσό των € 3,375,000 που εκτιμά η μελέτη της Grant Thornton ότι θα εισπράξουν οι εργαζόμενοι από την εκκαθάριση της εταιρίας και των ποσών που έχουν ήδη καταβάλει μέχρι σήμερα για καταβολή μισθοδοσίας
Η Ascope Trading Ltd μαζί με άλλες εταιρίες μετόχους της Τηλέτυπος διατίθεται να καταβάλει εξ ελευθεριότητας συνολικά το 35% του ποσού των € 9.28 εκ, ήτοι € 3,25 εκ μείον τα ποσά που έχουν καταβάλλει μέχρι σήμερα, ήτοι € 2.5 εκ. Συνεπώς θα καταβληθούν εξ ελευθεριότητας το ποσό των € 750 χιλ. για τη μερική εξόφληση της μισθοδοσίας.
Η εταιρία Alter Ego έχει ήδη καταβάλει τα ποσά που της αντιστοιχούν.
Το Δ.Σ της εταιρίας προτίθεται να απευθυνθεί άμεσα στους άλλους μετόχους, δηλαδή στις εταιρίες Dimera, Elenovo και στους μετόχους των εταιριών Πήγασος και ΔΟΛ της περιόδου του έτους 2016 για να ζητήσει την εξ ελευθεριότητας καταβολή των ποσών που τους αναλογεί, δηλαδή συνολικά του ποσού των € 2.5 εκ
Παράλληλα το Δ.Σ θα ζητήσει από τους Ομολογιούχους που έχουν δεσμεύσει τους λογαριασμούς της εταιρίας να απελευθερώσουν το ποσό των € 3,375,000 που αντιστοιχεί στο ποσό που εκτιμά η μελέτη της Grant Thornton ότι θα καταβληθεί στο προσωπικό σε περίπτωση εκκαθάρισης της εταιρίας, για να χρησιμοποιηθεί για την καταβολή της μισθοδοσίας.
Το Δ.Σ θεωρεί ότι εξάντλησε όλες τις ενέργειες που θα μπορούσε να κάνει κάτω από τις προαναφερόμενες πολύ δύσκολες συνθήκες και θα προχωρήσει από εδώ και πέρα με βάσει τα προβλεπόμενα από την κείμενη νομοθεσία».