Οι μαθητές κλείνουν τα πρωινά τους σε τέσσερις τοίχους. Εκεί μαθαίνουν, εκεί αστειεύονται, εκεί σχεδιάζουν τη ζωή τους.
Πόσο θα άλλαζε όμως η οπτική τους γωνία αν μπορούσαν να σχεδιάσουν αυτούς τους τέσσερις τοίχους μόνοι τους; Να φτιάξουν τις σχολικές τους αίθουσες όπως τους αρέσουν;
Ο δήμος της Αθήνας συνεργάστηκε με το Πολυτεχνείο Κρήτης, με το Athens Partnership και το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος και το τόλμησε: μεταμόρφωσε κατά «παραγγελία» των μαθητών τους 24 σχολεία μέσα στα όρια του, αλλάζοντας τελείως την εικόνα τους.
Το πρόγραμμά του, το «Ετσι μαθαίνω καλύτερα», έδειξε ότι τελικά δεν είναι τόσο δύσκολο να κάνεις την ζωή των παιδιών καλύτερη. Σε έρευνα που έγινε στην συνέχεια σε δείγμα μεγαλύτερο των χιλίων συμμετεχόντων στο πρόγραμμα, βρέθηκε ότι: 77% των παιδιών δηλώνουν χαρούμενα όταν φεύγουν από το σχολείο, 34% των παιδιών δηλώνουν για πρώτη φορά ότι βλέπουν το σχολείο δημιουργικά, 66% των εκπαιδευτικών έχουν βελτιωμένη προδιάθεση προς το σχολείο, 43% των εκπαιδευτικών δοκίμασαν εναλλακτικούς τρόπους διδασκαλίας.
Όλα έτσι είχαν το ιδανικό αποτέλεσμα. Η Νάντια Παπαπαναγιωτάκη, μητέρα ενός μαθητή στο 16ο Νηπιαγωγείο Αθηνών μοιάζει ενθουσιασμένη όταν δηλώνει:
«Είδαμε τα προτεινόμενα σχέδια και σκέφτηκα: είναι η μοναδική ευκαιρία στη ζωή σου που μπορείς να πεις πώς θέλεις να είναι το σχολείο των ονείρων σου! Mέσα μου δεν είχα πιστέψει ότι οι αλλαγές αυτές θα γίνονταν πραγματικότητα. Κι όμως, τον επόμενο Σεπτέμβρη, γονείς και παιδιά δεν πιστεύαμε στα μάτια μας!
«Πιστεύω όμως ότι το πιο σημαντικό δεν ήταν οι αλλαγές στην κτιριακή υποδομή, αλλά αυτές που προέκυψαν από “κάτω”, από τα ίδια τα παιδιά. Ένα παράδειγμα είναι μια κούτα που έπεσε στην αυλή και τα παιδιά άρχισαν να μπαινοβγαίνουν τυχαία και αυτό έδωσε ερέθισμα στους ερευνητές για μια κατασκευή-τούνελ… και μετά έβλεπα τα παιδιά να μπαίνουν στο σχολείο αφού πρώτα περνούσαν μέσα από το τούνελ που φτιάχτηκε!»
Το πώς υλοποιήθηκε το πρόγραμμα το ακούσαμε σε επιστημονική ημερίδα του δήμου Αθηναίων στην οποία οι εκπρόσωποι του, παρουσία περισσότερων από 350 εκπαιδευτικούς, γονείς, μαθητές και εκπροσώπους φορέων, εξήγησαν πως μπορούν να μεταμορφωθούν ριζικά 24 σχολεία.
Η τεχνογνωσία είναι έτοιμη και για το υπουργείο Παιδείας, αρκεί κάποιος να ενδιαφερθεί να τη ζητήσει.
Φυσικά τίποτα τέτοιο δεν γίνεται χωρίς τη βοήθεια του Πολυτεχνείου! Υλοποιήθηκε έτσι το πρόγραμμα από το Εργαστήριο Μεταβαλλόμενων Ευφυών Περιβαλλόντων (TUC TIE Lab) του Πολυτεχνείου Κρήτης, με αποκλειστική δωρεά από το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος.
Και αποτέλεσε τελικά ένα μοναδικό δώρο για 3.700 μαθητές, από βρεφονηπιακούς σταθμούς έως και λύκειο, που είδαν το σχολείο τους αλλά και τη δική τους σχέση με αυτό, να αλλάζει.
«Τα 24 σχολεία που αναμορφώσαμε στην Αθήνα με το πρόγραμμα «Ετσι Μαθαίνω Καλύτερα» σε συνεργασία με το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος θέλουμε να είναι μόνο η αρχή» είπε ο δήμαρχος Αθήνας Γιώργος Καμίνης. Και πρόσθεσε:«Φέρνουμε νέα εκπαιδευτική προσέγγιση και κτιριακή αναβάθμιση για να νιώθει ο μαθητής το σχολείο, σπίτι του. Άκουσα και είδα τους αρχιτέκτονες, τους δασκάλους και τους ίδιους τους μαθητές αυτού του πρωτοποριακού προγράμματος του δήμου Αθηναίων και είμαι σίγουρος ότι αυτό το μικρό θαύμα που ξεκινήσαμε ενάμιση χρόνο πριν θα συνεχιστεί.»
Πράγματι θα ήταν ευχής έργο να συνεχιστεί. Ή και να αντιγραφεί.
Ποιες όμως ήταν οι αλλαγές που έγιναν; Το πρώτο στάδιο αφορούσε δομικές παρεμβάσεις στα κτίρια: νέα διαρρύθμιση στους χώρους, ενοποίηση σε αυλές που προηγουμένως ήταν χωρισμένες ή είχαν εμπόδια, νέοι χώροι για να μπορούν οι μαθητές να κοινωνικοποιούνται στα διαλείμματα. Οι αλλαγές αυτές είχαν ως στόχο τόσο να λύσουν λειτουργικά προβλήματα, όσο και να δώσουν μια νέα εικόνα του σχολείου ως χώρους χαράς, με ζωντανά χρώματα, φιλικούς για τα παιδιά. Μετά τις αλλαγές, τα 13 κτιριακά συγκροτήματα που φιλοξενούν τα σχολεία αυτά έγιναν αγνώριστα, με το κάθε ένα να αποκτά τη δική του ξεχωριστή ταυτότητα!
Ακόμα μεγαλύτερη ήταν η αλλαγή που ήρθε σε ένα δεύτερο, βαθύτερο, επίπεδο. Άλλαξε η αντίληψη της ίδιας της σχολικής κοινότητας για το σχολείο: τι επιτρέπεται εκεί και τι όχι και κατά πόσο μπορεί ο κάθε δάσκαλος, μαθητής και γονιός να επηρεάσει τον χώρο και την καθημερινή λειτουργία του. Μάλιστα, όπως λένε οι υπεύθυνοι του προγράμματος, για πρώτη φορά μαθητές, εκπαιδευτικοί, δάσκαλοι κλήθηκαν να εκφράσουν τα προβλήματα και τις προσδοκίες τους για το σχολείο. Η ανταπόκριση στο κάλεσμα ήταν μεγάλη! Στο πλαίσιο του προγράμματος αυτού το σχολείο έπαψε να είναι κάτι δεδομένο, μεταμορφώθηκε από απρόσωπο “σχολείο” στο “σχολείο μας”.
Έτσι οι μαθητές έγιναν ένα με τους πανεπιστημιακούς καθηγητές. Οι αρχιτέκτονες-ερευνητές πηγαινοέρχονταν καθημερινά μέσα στα σχολεία, οι μαθητές έλεγαν τη γνώμη τους, οι δάσκαλοι βοηθούσαν, οι ιδέες κυκλοφορούσαν και το κυριότερο: όλοι έγιναν ένα! Αυτή άλλωστε και δεν είναι η έννοια της μάθησης;
Για να γίνει αυτό φτιάχτηκαν οι «εκπαιδότοποι». Τι είναι αυτό; Οι υπεύθυνοι για την υλοποίηση του λένε ότι είναι μια διαδικασία συμμετοχής. Συνδιαμόρφωσης! Με εκπαιδευτικές κατασκευές που φτιάχτηκαν από κοινού από τους δασκάλους, τα παιδιά και τους αρχιτέκτονες ερευνητές του Πολυτεχνείου Κρήτης.
Από παλέτες κηπουρικής στην ταράτσα ενός σχολείου που δεν είχε φυτά, μέχρι κυκλώματα για να καταλάβουν τις ιδιότητες του ηλεκτρισμού, και ως το δέντρο των συναισθημάτων που ενθάρρυνε τα παιδιά να αναζητήσουν και να εκφράσουν τη διάθεσή τους, οι «Εκπαιδότοποι» έβαλαν τα παιδιά στη διαδικασία να πάρουν τη μάθηση στα χέρια τους. Στην ημερίδα που έγινε ακούσαμε για τους «Εκπαιδότοπους» που ολοκληρώθηκαν τις περασμένες χρονιές, ότι η κάθε τάξη τους κληροδοτεί στην επόμενη, η οποία δουλεύει για να τους εξελίξει ένα βήμα παραπέρα. Η σχολική κοινότητα έχει μπει σε μια δυναμική διαδικασία αλλαγής που δεν φαίνεται να σταματά.
Τι λένε για όλα αυτά οι εμπλεκόμενοι; Πολλά είπαν. Εμείς καταγράψαμε τα παρακάτω:
«Θέλαμε το σχολείο να είναι όχι ένας χώρος που θα σχεδιάζαμε εμείς για τα παιδιά, αλλά που θα ήταν όπως τα ίδια τα παιδιά το φαντάζονταν, όπως το επιθυμούσαν. Σε όλη τη διαδικασία, τα παιδιά έδειχναν το δρόμο και οι ερευνητές και εμείς οι παιδαγωγοί ακολουθούσαμε. Για μας, όλο αυτό έγινε ένας τεράστιο πεδίο αλλαγής και μάθησης. Και κυρίως, οι αλλαγές που έχουν γίνει δεν είναι στάσιμες, αλλά η εξέλιξη συνεχίζεται» είπε η Δώρα Μπέτσα, Προϊσταμένη Νηπιαγωγός, 16ο Νηπιαγωγείο Αθηνών.
«Οι Εκπαιδότοποι για πρώτη φορά έδωσαν λόγο στους μαθητές – πάντα είχαμε τη συμμετοχική διάσταση στα προγράμματα που υλοποιούσαμε στο σχολείο, όμως εδώ έγινε το επόμενο βήμα: η συνεργασία με τον εξωτερικό παράγοντα, με τους αρχιτέκτονες-ερευνητές, με τους οποίους οι μαθητές έχτισαν αληθινές σχέσεις. Στα διαλείμματα τους “κυνηγούσαν” τα παιδιά, για να τους πουν όχι μόνο για τις αλλαγές του προγράμματος, αλλά τους ανοίγονταν και για άλλα δικά τους θέματα. Η διαδικασία της αλλαγής συνεχίζεται και αυτοί που το δημιούργησαν το μοιράζονται με τις επόμενες τάξεις. Τα παιδιά το αγκάλιασαν και το αγάπησαν και θέλουν να το συνεχίσουν» είπε η Μαρία Κοντιζά, διευθύντρια στο 130ο Δημοτικό Σχολείο Αθηνών.
«Όταν ήρθε η Αντιδήμαρχος για το Παιδί, κυρία Ηλιοπούλου, και μας έφερε την ομάδα του Πολυτεχνείου Κρήτης, είπα, “επιτέλους μας δίνεται η ευκαιρία να κάνουμε τα πράγματα που έχουμε ονειρευτεί!” Αναδύθηκαν βέβαια και φόβοι, άγχος, κάτι απόλυτα φυσιολογικό όταν έχει συνηθίσει κανείς να λειτουργεί με έναν δεδομένο τρόπο, όταν έχει αποδεχτεί ότι τα κτίρια λειτουργούν μόνο με ένα συγκεκριμένο τρόπο… Το πιο σημαντικό για να λειτουργήσει το πρόγραμμα ήταν η επικοινωνία, να βρουν όλοι από κοινού λύσεις. Οι συναντήσεις με την ομάδα του Πολυτεχνείου λειτούργησαν και σαν ψυχολογική υποστήριξη σε αυτήν την διαδικασία αλλαγής. Θα ήθελα να ευχαριστήσω για την ευκαιρία που μας δόθηκε για να μπορέσουμε να συνεχίσουμε να ονειρευόμαστε για καλύτερα πράγματα!» είπε η Νατάσα Πουλακίδα, προϊσταμένη της Διεύθυνσης Παιδικών Σταθμών Δημοτικού Βρεφοκομείου Αθηνών.
Και οι …παλαιότεροι έγιναν ξανά παιδιά. Ο Αναστάσιος Παπαγεωργίου, διευθυντής Α’ Βάθμιας Εκπαίδευσης Α’ Αθήνας που αγκάλιασε το πρόγραμμα με ενθουσιασμό έλεγε ότι «τα παιδιά, γεμάτα ενθουσιασμό, με τραβούσαν από το σακάκι για να μου δείξουν πώς έγινε το αμφιθέατρο, τι έχει αλλάξει, πώς είναι τα χρώματα, τι είναι διαφορετικό στο σχολείο τους. Το πρόγραμμα μπόρεσε να ανταποκριθεί και να καλύψει ανάγκες διαφορετικές σε κάθε σχολείο. Δεν ήταν οι ίδιες οι λύσεις και οι παρεμβάσεις που έγιναν. Το αληθινό στοίχημα δεν είναι πόση θα είναι η τυπική διάρκεια του προγράμματος – είναι να διατηρηθεί και να μεγαλώσει η δυναμική που αποκτήθηκε και που γεννιέται κάθε φορά που εκπαιδευτικοί, μαθητές και γονείς δουλεύουν μαζί».
«Οι έφηβοι σήμερα έχονται τεράστια πίεση, έχοντας να προετοιμαστούν για τόσες εξετάσεις» λέει σχετικά η Ιωάννα Ψίνα, διευθύντρια Β’ Βάθμιας Εκπαίδευσης Α’ Αθήνας... «Πρέπει να βάλουμε περισσότερα γυμνάσια και λύκεια στο πρόγραμμα αυτό, γιατί τα παιδιά το έχουν τεράστια ανάγκη – αν απελευθερωθεί ο νους και το μυαλό, θα μπορούν να αισθάνονται καλύτερα και όχι πια να εχθρεύονται τον σχολικό τους χώρο»…