«Θα ήθελα μέσα από τα βάθη της καρδιάς μου να ευχαριστήσω τον κόσμο για την αμέριστη συμπαράστασή του στην εντός έδρας αναμέτρηση με τον Πλατανιά. Το γεγονός ότι η ομάδα μας προέρχονταν από τη μεγάλη νίκη επί του Παναθηναϊκού στη Λεωφόρο, βοήθησε στο να παρουσιάζουν οι εξέδρες του σταδίου μας, την εικόνα που όλοι “απολαύσαμε” στο ματς με την ομάδα των Χανίων».
Η γεμάτη ειρωνεία δήλωση του διοικητικού ηγέτη του Πανιωνίου ενόχλησε μεγάλη μερίδα οπαδών του συλλόγου αλλά, επί της ουσίας, το παράπονο του Νίκου Ζαμάνη ήταν δικαιολογημένο. Ο Πανιώνιος παίζει καλή μπάλα -για ακόμη μία σεζόν-, πριν από μερικές μέρες είχε πετύχει ένα ιστορικό «διπλό», όμως το αμέσως επόμενο παιχνίδι του (με τον Πλατανιά στη Νέα Σμύρνη) διεξήχθη μεταξύ συγγενών και φίλων. Οι εισπράξεις από τα εισιτήρια δεν κάλυψαν ούτε τα έξοδα του αγώνα.
Ας μην το παίρνει προσωπικά. Πριν από δύο μήνες ο Ατρόμητος, που ήταν ακόμη πρώτος στη βαθμολογία και αήττητος σε επτά αγωνιστικές, ερχόταν τελευταίος σε προσέλευση θεατών απ’ όλες τις ομάδες της Σούπερ Λιγκ: σε κάθε εντός έδρας παιχνίδι του «έκοβε» μόλις 667 εισιτήρια, κατά μέσον όρο. Την περασμένη Δευτέρα η ΑΕΚ, η σημερινή πρωτοπόρος του Πρωταθλήματος, η οποία προερχόταν από μία θριαμβευτική πρόκριση στους «32» του Europa League, στο παιχνίδι της με την Κέρκυρα στο ΟΑΚΑ δεν είχε πάνω από 7.000 κόσμο.
Η κακή μέρα είχε φανεί από το πρωί. Στην πρεμιέρα της σεζόν (2017-2018), τα ματς που διεξήχθησαν με θεατές στις εξέδρες (ο Ολυμπιακός και η ΑΕΚ έπαιξαν κεκλεισμένων των θυρών) κατέγραψαν προσέλευση… θεατρικής παράστασης. Το Πλατανιάς – Παναθηναϊκός συγκέντρωσε τους περισσότερους φιλάθλους (1.879), και το Ατρόμητος – Απόλλων τους λιγότερους (600). Κάθε χρόνο και χειρότερα. Πέρυσι (2016-2017) είχαμε τη δεύτερη χειρότερη προσέλευση κόσμου της τελευταίας δεκαετίας. Κόπηκαν, στο σύνολο, 943.799 εισιτήρια. Που σημαίνει, 3.938 θεατές σε κάθε ματς, κατά μέσον όρο. Από την αγωνιστική περίοδο 2010-2011 (που είχε μέσον όρο εισιτήριων 7.003) κι έπειτα, η πτώση είναι κατακόρυφη.
Σε πανευρωπαϊκή έρευνα της Eurostat που δημοσιοποιήθηκε τον περασμένο Σεπτέμβριο, οι συμμετέχοντες ρωτήθηκαν εάν, στη διάρκεια ενός ημερολογιακού έτους, πηγαίνουν στο γήπεδο για να παρακολουθήσουν κάποιο αθλητικό γεγονός πάνω από τέσσερις φορές. Από την Ελλάδα απάντησε θετικά μόνον το 4,9%, ενώ ο ευρωπαϊκός μέσος όρος διαμορφώνεται στο 13,1%. Και δεν φταίει (μόνον) η οικονομική κρίση. Η Πορτογαλία, με βιοτικό επίπεδο αντίστοιχο με το δικό μας, εμφανίζει σχεδόν τριπλάσια προσέλευση θεατών στα γήπεδα.
Σύμφωνα με παλαιότερη (2014) έρευνα της Daily Mail, η Σούπερ Λιγκ καταλαμβάνει την 33η θέση -μεταξύ 34 πρωταθλημάτων σε όλο τον Κόσμο-, όσον αφορά τα εισιτήρια που «κόβονται» στα γήπεδα κατ’ αναλογίαν του πληθυσμού της χώρας! Ακόμη και το ποδοσφαιρικό πρωτάθλημα της Νιγηρίας προσελκύει περισσότερους φιλάθλους απ’ όσους το ελληνικό. Κάτω από εμάς, στην τελευταία θέση, βρίσκεται μόνον η Κροατία.
Ούτε ο φόβος των επεισοδίων θα ήταν αξεπέραστο πρόβλημα, εάν το γήπεδο μπορούσε να υποσχεθεί ένα συναρπαστικό ματς, όπως παλιά
Φταίει η οικονομική κρίση, σε συνάρτηση με τα ακριβά εισιτήρια; Το μετριότατο θέαμα; Ο φόβος των επεισοδίων; Η καχυποψία για το παρασκήνιο πίσω από τα αποτελέσματα; Η έλλειψη ανέσεων στα γήπεδα; Η υπερπροσφορά αγώνων από την τηλεόραση; Φταίνε όλα μαζί. Γι’ αυτούς και για κάποιους άλλους λόγους, το «πακέτο» δεν είναι διόλου ελκυστικό.
Τα εισιτήρια είναι ακριβά, σε καιρούς που το χρήμα δεν περισσεύει. Ο Πλατανιάς, που βρίσκεται στην τελευταία θέση της βαθμολογίας, όρισε την τιμή του φθηνότερου εισιτηρίου για τον σαββατιάτικο (16/12) αγώνα του με τον ΠΑΟΚ στα 30 ευρώ. Η χαμηλής ποιότητας μπάλα που μπορεί κάποιος να δει στα ελληνικά γήπεδα, κάνει το κόστος αυτής της διασκέδασης να φαντάζει ακόμη πιο υπερβολικό. Με τα ίδια, περίπου, χρήματα τα συνδρομητικά κανάλια προσφέρουν κάθε μήνα δεκάδες αγώνες, πολύ υψηλότερου επιπέδου. Αφήστε που, η θέαση ξένων πρωταθλημάτων προκαλεί στους έλληνες φιλάθλους αναπόφευκτες συγκρίσεις.
Φαίνεται, πάντως, ότι το κακό θέαμα είναι πιο ισχυρός αποτρεπτικός παράγων από ό,τι η τσουχτερή τιμή. Οταν η ΑΕΚ κάλεσε τους φίλους της να πληρώσουν -για το παιχνίδι της με τον Πλατανιά- γενική είσοδο μόλις πέντε ευρώ υπέρ των πλημμυροπαθών της Δυτικής Αττικής, αγόρασαν εισιτήριο πάνω από 20.000 άνθρωποι, όμως το γήπεδο είχε 12.000 κόσμο. Κάτι ανάλογο συμβαίνει, σε όλες τις ομάδες, με τους κατόχους καρτών διαρκείας. Παρακολουθούν τα πιο σημαντικά ματς της σεζόν και στα υπόλοιπα αφήνουν τη θέση τους κενή, αν και την έχουν πληρώσει.
Ούτε ο φόβος των επεισοδίων θα ήταν αξεπέραστο πρόβλημα, εάν το γήπεδο μπορούσε να υποσχεθεί ένα συναρπαστικό ματς, όπως παλιά. Στις δεκαετίες των ’80s και των ’90s έπεφτε πολύ «ξύλο», είχαμε περιστατικά σοβαρών τραυματισμών, ακόμη και θανάτων, όμως οι εξέδρες ήταν γεμάτες. Η διασκέδαση άξιζε το ρίσκο. Και την ταλαιπωρία, επίσης. Διότι και τότε -πολύ περισσότερο απ’ ό,τι σήμερα- οι αθλητικές εγκαταστάσεις δεν προσέφεραν ανέσεις στους θεατές, και ο δρόμος για το ΟΑΚΑ ήταν ατελείωτος χωρίς ΙΧ αυτοκίνητο.
Υπάρχουν κι άλλοι λόγοι που πολλοί έκοψαν το γήπεδο. Οι Ολυμπιακοί κορέστηκαν από τους τίτλους. Πέρυσι (2016-2017) οι «ερυθρόλευκοι» κατέγραψαν αρνητικό ρεκόρ στο «Γ. Καραϊσκάκης» (μόλις 9.032 εισιτήρια στο ματς με την Κέρκυρα). Οι Παναθηναϊκοί και οι ΑΕΚτσήδες απογοητεύτηκαν από τις περιπέτειες των ομάδων τους. Δεν είναι τυχαίο, ότι ο ΠΑΟΚ έχει ανέβει στη δεύτερη θέση με μέσους όρους εισιτηρίων που ξεπερνούν τα 12.000. Αρκετοί από τους πιο ιστορικούς συλλόγους (Αρης, ΟΦΗ, Ηρακλής, Παναχαϊκή, Εθνικός Πειραιώς, κ.λπ.) δεν παίζουν, πια, στην Α’ Εθνική.
Αλλά, αυτό που -πάνω απ’ όλα- συνέβη στους φιλάθλους, είναι ότι έχασαν τους συναισθηματικούς τους δεσμούς με τις ομάδες τους. Η συστηματική διαφθορά, ο κατευθυνόμενος χουλιγκανισμός, τα οικονομικά σκάνδαλα που υποβιβάζουν (λόγω χρεών) συλλόγους που κερδίζουν στο γήπεδο, οι εγκληματικές συμπεριφορές των επαγγελματιών παραγόντων, τους έχουν «παγώσει». Ακόμη κι αν δεν υπήρχαν όλα αυτά, τους είναι δύσκολο να «δεθούν» με αλλοδαπούς ποδοσφαιριστές που αλλάζουν διαρκώς από χρόνο σε χρόνο.
Το γήπεδο είναι η κυριακάτικη συνήθεια που χάνεται. Για τους νεώτερους σε ηλικία, είναι η μυσταγωγία στην οποία δεν πρόλαβαν να μυηθούν. Τα ποδοσφαιρικά ραντεβού των Ελλήνων άλλαξαν τόπο, μέρα και ώρα. Δίνονται μπροστά σε κάποια τηλεόραση, Τρίτες και Τετάρτες στις 21:45.