Η επίσκεψη ενός τούρκου ηγέτη στην Ελλάδα ή και το αντίστροφο, αντιμετωπίζεται από τα ξένα μέσα ενημέρωσης ως ένα αξιοπερίεργο πολιτικό συμβάν.
Επιμένουν να θυμίζουν στο κοινό τους, που μπορεί και να μην γνωρίζει την ιστορία των δύο χωρών ότι, παρά το ότι τυπικά είναι σύμμαχοι στο ΝΑΤΟ και ότι η Ελλάδα δημοσίως υποστηρίζει την ένταξη της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ενωση, Αθηνα και Αγκυρα έχουνπάρα πολλά να τους χωρίζουν.
Με τα όσα μόλις και μετά βίας διπλωματικά διαμείφθηκαν στην Αθήνα χθες Πέμπτη, βγαίνει αυθόρμητα το συμπέρασμα σε ξένους παρατηρητές ότι θα περάσουν πολλές δεκαετίες, αν όχι και ένας… αιώνας, πριν ξαναδούμε επίσκεψη τούρκου προέδρου στην Αθήνα.
«Ο Ερντογάν είναι ο πρώτος τούρκος πρόεδρος που επισκέπτεται την Αθήνα από το 1952. Τώρα κάνει ό,τι μπορεί για να μην γίνει άλλη επίσκεψη για τα επόμενα 150 χρόνια», έγραψε στο Twitter ο Βολφάνγκο Πίκκολι της Teneo Intelligence.
Το ευφυολόγημα στην ουσία του μοιάζουν να συμμερίζονται τα ξένα μέσα ενημέρωσης, όπως το Reuters που εκτιμά ότι η επίσκεψη γρήγορα μεταβλήθηκε σε ένα πάρτι όπου οι δύο σύμμαχοι έβγαλαν ο ένας τα απωθημένα του στον άλλο.
Η αυστηρή και τυπική υποδοχή μεταβλήθηκε από τους δύο προέδρους σε μια άνευ προηγουμένου διπλωματική μάχη για μια πληθώρα από διαφορές, από τις διακρίσεις κατά των μουσουλμάνων, στην Κύπρο και την ερμηνεία της Συνθήκης της Λωζάνης. Και, πέραν αυτών, είναι και τα στρατιωτικά ζητήματα, που έθιξε ο Ταγίπ Ερντογάν.
Για το Reuters η αντιπαράθεση των δύο προέδρων στο σαλόνι του Προεδρικού Μεγάρου ήταν το «αποκορύφωmα του σόου», το οποίο συνεχίστηκε και στο Μέγαρο Μαξίμου. Εκεί ο Ερντογάν παρατηρούσε ότι χάρη στο πράσινο φως της Τουρκίας επέστρεψε η Ελλάδα στο ΝΑΤΟ το 1980, από το οποίο αποχώρησε το 1974 μετά την τουρκική εισβολή στην Κύπρο.
Ως το βράδυ και το επίσημο δείπνο, οι δύο πλευρές είχαν κάνει πίσω και ως ένα βαθμό έσωσαν τα πράγματα από μια «τεράστια διπλωματική αποτυχία», διαπιστώνει το Reuters.
Αυτή που είχε διαφημιστεί σαν ιστορική επίσκεψη στην Ελλάδα, κατέληξε σε θέατρο λεκτικού πολέμου, καθώς ο Ερντογάν άφησε στην άκρη την αβρότητα της διπλωματίας και παραβίασε πολλές κόκκινες γραμμές γράφει η ίδια.