Στο Caravel ο κόσμος ήταν πολύς ήδη από το μεσημέρι. Πολιτικοί παράγοντες, διανοούμενοι, δημοσιογράφοι έσπευσαν στο αθηναϊκό ξενοδοχείο για το συνέδριο του ekyklos.gr με τον τίτλο η «Ελλάδα μετά». Το διήμερο συνέδριο είχε ήδη προαναγγελθεί ως πολιτικά «πυκνό», καθώς σε αυτό αναμενόταν να διατυπώσει σκέψεις και προθέσεις ο Βαγγέλης Βενιζέλος· άλλωστε η δεξαμενή σκέψης που το διοργανώνει τελεί υπό την αιγίδα του πρώην αντιπροέδρου της κυβέρνησης.
H εισήγηση λοιπόν του κ. Βενιζέλου ενώπιον ενός ευρύτατου πολιτικού ακροατηρίου -από τον Αδωνι Γεωργιάδη ως τον Κώστα Σκανδαλίδη και από τον Δημήτρη Σιούφα ως τον Βασίλη Κεγκέρογλου- είχε ξεχωριστό ενδιαφέρον. Ο πρώην πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ ξεκαθάρισε ότι το συνέδριο είναι μια «επώδυνη αλλά αναγκαία άσκηση πολιτικής και εθνικής αυτογνωσίας» και σε καμία περίπτωση δεν συνιστά «ινστιτούτο ή πολιτικό κόμμα». Υπογράμμισε δε ως βασική προτεραιότητα την «εμπέδωση της ανάγκης για υψηλό βαθμό επίγνωσης των προβλημάτων».
Ο κ. Βενιζέλος, ο οποίος τους τελευταίους μήνες έχει επανειλημμένα εκφράσει τον προβληματισμό του για την ηθική, θεσμική και πολιτική (και όχι απλώς οικονομική) έκπτωση της χώρας, τόνισε από το βήμα του συνεδρίου ότι «η βασική υπόθεση είναι ότι αν δεν υιοθετηθεί ένα καθαρό μεταρρυθμιστικό πρόταγμα τόσο από το πολιτικό σύστημα όσο και από την κοινωνία των πολιτών, η χώρα θα σέρνεται υπό συνθήκες συλλογικής αμφιθυμίας και απαισιοδοξίας. Θα κλαίει τη μοίρα της και την εξάρτησή της από τους εταίρους και δανειστές. Θα παλινδρομεί μεταξύ στασιμοχρεοκοπίας και ανεπαρκών ρυθμών ανάπτυξης. Θα είναι επιρρεπής στον λαϊκισμό, τις ψευδαισθήσεις, τις ποικίλες θεωρίες συνωμοσίας, το συντηρητισμό δεξιό και αριστερό. Δεν θα μπορέσει να αποκτήσει νέα εθνική αφήγηση και πολύ περισσότερο εθνική στρατηγική για την ανάκτηση του χαμένου εδάφους και του χαμένου χρόνου», συμπλήρωσε.
Ποια είναι η λύση; Ο κ. Βενιζέλος ήδη διατύπωσε τη φράση-κλειδί: «Νέα Αλλαγή».
Ο πρώην αντιπρόεδρος της κυβέρνησης εξήγησε ότι η κοινωνία είναι διχοτομημένη σε ένα «ημισφαίριο» που αποδέχεται τη γενική ιδέα μιας ανταγωνιστικής Ελλάδας μέσα στην Ευρώπη και φοβάται την περιθωριοποίηση της χώρας και σε ένα άλλο «ημισφαίριο παραιτημένο από μια τέτοια διεκδίκηση, ρητορικά αντισυστημικό, αλλά στην πραγματικότητα βαθιά συντηρητικό, που θεωρεί μάταιη την περαιτέρω προσπάθεια εντός ευρωπαϊκού πλαισίου, που είναι έτοιμο να αποδεχθεί ότι δεν έχει πλέον τι να χάσει».
Είπε συγκεκριμένα ο πρώην πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ: «Μεταβάλλονται κατά τον τρόπο αυτό τα κριτήρια διάκρισης μεταξύ προοδευτισμού και συντηρητισμού και αναδεικνύεται ο κομβικός ρόλος του προοδευτικού Κέντρου που υπερβαίνει τα όρια και την αμηχανία της ευρωπαϊκής Σοσιαλδημοκρατίας που δυσκολεύεται να προβάλλει μια συνεκτική εναλλακτική πρόταση μετά τη διαρθρωτική κρίση του ευρωπαϊκού μοντέλου».
Επειδή ακριβώς υπάρχει αυτή η διχοτόμηση, κατά τον κ. Βενιζέλο, «η νέα εθνική στρατηγική συναίνεση πρέπει να απευθύνεται και στα δυο ημισφαίρια, μέσα από μια οργανωμένη αναδιανομή προσδοκιών που θεμελιώνουν το αίσθημα του ανήκειν σε μια κοινωνία παρά τις διαφορές και τις αντιθέσεις της και το συνακόλουθο αίσθημα ασφάλειας».
«Οταν συνεπώς μιλάμε για το μεταρρυθμιστικό πρόταγμα μιλάμε για τη νέα Αλλαγή. Για το μόνο αίτημα αλλαγής που οδηγεί κάπου εκτός από τη μιζέρια, τη στασιμότητα, την ανασφάλεια», τόνισε ο κ. Βενιζέλος επαναλαμβάνοντας την πρότασή του για μια συσπείρωση των ευρύτερων δυνάμεων του «Προοδευτικού Κέντρου» και υπενθυμίζοντας τις αδυναμίες πλέον της Σοσιαλδημοκρατίας -να θεωρηθεί αυτό ένα μήνυμα προς την ηγεσία του σημερινού ΠΑΣΟΚ;
Ο κ. Βενιζέλος χρησιμοποίησε την έκφραση «πατριωτικός προοδευτισμός» και σημείωσε ότι πρώτο βήμα θα είναι οι βουλευτικές εκλογές.
«Προφανώς το πρώτο βήμα είναι οι βουλευτικές εκλογές, η μεταβολή των εκλογικών και κοινοβουλευτικών συσχετισμών, μια άλλη κυβέρνηση ευρύτερης συνεργασίας των δημοκρατικών δυνάμεων ευρωπαϊκού προσανατολισμού στην οποία θα κληθεί να μετάσχει και ο ηττημένος ΣΥΡΙΖΑ, χωρίς όμως να μπορεί να παρεμποδίσει ή να καθοδηγήσει τις εξελίξεις. Και αυτό όμως δεν αρκεί. Χρειάζονται ούτως ή άλλως ευρύτερες θεσμικές συναινέσεις για την ανάδειξη Προέδρου της Δημοκρατίας τον Ιανουάριο – Φεβρουάριο 2020 (180 ψήφοι) και την σταθεροποίηση του εκλογικού συστήματος (200 ψήφοι). Κυρίως όμως χρειάζεται νέου τύπου πολιτική συναίνεση ως προς το μακροπρόθεσμο πλαίσιο στρατηγικής αναφοράς της χώρας. Πραγματική εθνική “ιδιοκτησία” της στρατηγικής επανόδου στην κανονικότητα», τόνισε χαρακτηριστικά.