Ο Ανδρέας Μαρτίνης έχει «υπηρετήσει» – κατά δική του δήλωση – το ερυθροσταυρικό κίνημα επί 30 χρόνια, εκλεγόμενος, ενώ έχει υπάρξει πέραν της δεκαετίας πρόεδρος του «Ερρίκος Ντυνάν». Σήμερα, πτυχές της πολύχρονης δράσης του διερευνώνται από τη Δικαιοσύνη, κρατώντας τον 75χρονο προφυλακισμένο για δυο σημαντικές υποθέσεις : της μίζας ύψους 3,1 εκατομμυρίων μάρκων για τη σύμβαση του Ντυνάν με την Hospitalia International, εταιρεία ξενοδοχειακού και νοσοκομειακού εξοπλισμού, αλλά και αυτή των δωρεάν νοσηλίων κατά το διάστημα 2007 – 2010, εκπτώσεις που έφθαναν έως και το 100%, όταν στα κρεβάτια του Ντυνάν δεν ξάπλωναν κοινοί θνητοί, αλλά επώνυμοι από όλο το φάσμα της δημόσιας ζωής.
Οταν συνελήφθη το 2016, για να ανεβεί τα σκαλιά της Εισαγγελίας, κι ένας δημοσιογράφος τον ρώτησε για τη δυσάρεστη εμπειρία, ο κ. Μαρτίνης απάντησε ψύχραιμα: «είμαι συνηθισμένος». Και είναι αλήθεια. Τα περισσότερα από τα χρόνια που διετέλεσε πρόεδρος (τόσο του Ερυθρού Σταυρού όσο και του Ντυνάν), έχει δεχθεί δεκάδες επιθέσεις. Ο ίδιος επικαλείτο ανέκαθεν την ατζέντα του, το ευρύ δίκτυο των γνωριμιών του, τον μηχανισμό που τον κρατούσε στον αφρό. Δεν είναι σίγουρο ότι η δεινή θέση στην οποία βρίσκεται σήμερα του επιτρέπει τη χρήση του μηχανισμού αυτού. Είναι όμως σίγουρο ότι ο κ. Μαρτίνης έχει το know how, γνωρίζει πως στήνεται ένας νέος, πως μπαίνουν σε λειτουργία τα γρανάζια του.
Στα δικαστικά γραφεία, ο ήχος του «κελαηδίσματος» Μαρτίνη – με το οποίο και εμπλέκει γνωστά πολιτικά πρόσωπα στην υπόθεση εκπλειστηριασμού του «Ντυνάν» -, μέσω της κατάθεσής του στην εισαγγελέα της φυλακής, δεν λέει να κοπάσει. Δεν αμφισβητείται απλώς η αξιοπιστία της κατάθεσης ∙ γίνεται ευθέως λόγος για πνεύμα «συναλλαγής» από το οποίο διακατέχεται, καίγοντας επωνύμους, προκειμένου να σώσει το τομάρι του. Ο ίδιος τελεί άλλωστε εν αναμονή εξελίξεων.
Οι δικαστικές εξελίξεις
Το Protagon είναι σε θέση να γνωρίζει ότι ο Ανδρέας Μαρτίνης, προφυλακισμένος εδώ και έναν χρόνο (από τον Μάϊο του 2016), έχει υποβάλει αίτημα αντικατάστασης της προσωρινής του κράτησης με περιοριστικούς όρους, ελπίζοντας ότι θα βγει από τον Κορυδαλλό. Επικαλείται αναπηρία, καρδιολογικό πρόβλημα κατά 50% και κατάθλιψη κατά 25%, ποσοστά με βάση τα οποία ένας δικαστικός αλγόριθμος, ειδικός γι αυτές τις περιπτώσεις, θα μπορούσε να του ανοίξει την πόρτα της φυλακής.
Η πρώτη κρούση του δεν είχε αποτέλεσμα. Σύμφωνα με πληροφορίες, ο ανακριτής Διαφθοράς Νίκος Τσιρώνης απέρριψε το αίτημα, αμφισβητώντας την αιτιολογία. Υπάρχει όμως και συνέχεια, καθώς το αίτημα θα κριθεί εκ νέου από το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών, το οποίο εξετάζει παράλληλα το ζήτημα της παράτασης ή μη της κράτησής του άλλους έξι μήνες, ώστε να συμπληρωθεί το προβλεπόμενο εκ του νόμου 18μηνο προφυλάκισης.
Κι όσο η αγωνία για τον κ. Μαρτίνη κορυφώνεται, οι υποθέσεις του εξελίσσονται κατά τρόπο απροσδόκητο. Ο φάκελος για τα δωρεάν νοσήλια επεστράφη τον Φεβρουάριο στον ανακριτή από την Εισαγγελία Εφετών Αθηνών, προκειμένου να πιστοποιηθούν άλλα 8.500 πρόσωπα! Τα πρόσωπα αυτά θα πρέπει πρωτίστως να ταυτοποιηθούν, και μετά να μπουν στο μικροσκόπιο των Αρχών, οι οποίες θα κληθούν να εξετάσουν τυχόν παράνομη δωρεάν νοσηλεία σε σχέση με το περιουσιακό status ενός εκάστου.
Σύμφωνα με πληροφορίες, την εργώδη αυτή προσπάθεια έχει αναλάβει η Οικονομική Αστυνομία η οποία έκανε ανάλογη προεργασία και στην πρώτη φάση εξέτασης της υπόθεσης, όταν τα ονόματα άγγιζαν συνολικά τις 15.000-16.000.
Εξελίξεις αναμένονται επίσης και στη σοβαρότατη υπόθεση της Hospitalia. Οι αρχές έχουν αποστείλει αίτημα δικαστικής συνδρομής στην Ελβετία για να μπορέσουν να ενισχύσουν το οπλοστάσιο τους, ενώ εξετάζουν συστηματικά την εμπλοκή ακόμη δυο προσώπων – πλην του κ. Μαρτίνη – για τα οποία ενδέχεται να εκδοθούν εντάλματα σύλληψης.
Ο πρώην πρόεδρος του «Ντυνάν» δεν έχει φωτίσει ιδιαίτερα το έργο των αρχών, μέχρι σήμερα, ως προς τον ρόλο των προσώπων αυτών, μη πολιτικών ασφαλώς. Αντιθέτως, εμφανίστηκε λαλίστατος όταν κατέθεσε στα τέλη του περασμένου χρόνου, και συγκεκριμένα στις 7 Νοεμβρίου του 2016, στην εισαγγελέα της φυλακής, εμπλέκοντας πρώην υπουργούς και υφυπουργούς, ακόμη και νεκρούς, όπως ο επιχειρηματίας Ανδρέας Βγενόπουλος, που είχε αποβιώσει μόλις δυο ημέρες νωρίτερα.
Η κατάθεση Μαρτίνη
Τι λέει λοιπόν σε αυτή την περιβόητη κατάθεσή του ο Ανδρέας Μαρτίνης; Άξονας της, καταρχάς, είναι ο εκπλειστηριασμός τού– καταχρεωμένου τότε και προβληματικού – «Ερρίκος Ντυνάν» το 2014, προκειμένου να εξελιχθεί σε αμιγώς ιδιωτικό θεραπευτήριο, περνώντας σε εταιρεία συμφερόντων του Ομίλου Πειραιώς. Και ζητούμενο, πάντα κατά τον κ. Μαρτίνη, η ποινική διερεύνηση της νομιμότητας των διαδικασιών που οδήγησαν στον εκπλειστηριασμό.
Στην ένορκη αυτή εξέταση, ο κ. Μαρτίνης ως μάρτυρας περιλαμβάνει τον Ανδρέα Βγενόπουλο, για τον οποίο λέει ότι «αντί να λειτουργήσει ως τραπεζίτης (το Ντυνάν έχει λάβει δάνειο από τη Marfin Popular Bank Λευκωσίας), λειτούργησε ως κλινικάρχης (δεδομένου ότι το Υγεία – Μητέρα – Λητώ ανήκουν στη σφαίρα επιρροής της MIG)».
Κατηγορεί τον Άδωνι Γεωργιάδη, επί των ημερών του οποίου στο υπουργείο Υγείας η Τράπεζα Πειραιώς εξαγόρασε το δάνειο του νοσοκομείου. Δεν αφήνει απ΄ έξω ούτε τον (επόμενο υπουργό Υγείας) Μάκη Βορίδη, καταλογίζοντας του κάλυψη μελών του νέου (μετά και την «καθαίρεση» Μαρτίνη) διοικητικού συμβουλίου, με τροπολογία που διασφάλιζε την ασυλία τους για τις κινήσεις που θα ακολουθούσαν. Εξαπολύει πυρά κατά του Ανδρέα Λυκουρέντζου, επί υπουργίας του οποίου ο κ. Μαρτίνης «απεκόπη από οποιαδήποτε επαφή με την πολιτική ηγεσία του υπουργείου». Καταλογίζει «υπονόμευση» του «Ντυνάν» και του ιδίου προσωπικά, αλλά και «αδιαφανείς πρωτοβουλίες» του (υφυπουργού Ανάπτυξης) Νότη Μηταράκη, με τη σύμφωνη γνώμη, αν όχι καθοδήγηση, της προϊσταμένης αρχής, του τότε υπουργού Ανάπτυξης Κωστή Χατζηδάκη αλλά και του Ανδρέα Λυκουρέντζου.
Πού είναι η αλήθεια και πού το ψέμα;
Οι ισχυρισμοί Μαρτίνη μετασχηματίζονται σε περαιτέρω απειλές, αυτή τη φορά από το στόμα του προέδρου του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος και βουλευτή Νίκου Νικολόπουλου, ο οποίος – μετά την κατάθεση – μιλά ανοιχτά στο Κοινοβούλιο για «άσους» που κρατάει στο μανίκι του ο Μαρτίνης, για αλληλογραφία και προσωπικά ραβασάκια με πολιτικούς. «Τα περί δωρεάν νοσηλίων είναι η κορυφή του παγόβουνου», εκτιμά για τη μια από τις υποθέσεις, παροτρύνοντας κάποιους αντί να ετοιμάζουν υπουργικά κοστούμια, να ράβουν ριγέ φόρμες.
Ο πρώην υπουργός Υγείας Παναγιώτης Κουρουμπλής προαναγγέλλει αργότερα από βήματος της Βουλής ότι με την υπόθεση του «Ντυνάν» «θα κλάψουνε μανούλες».
Το «πανηγύρι» γύρω από την Υγεία
Η κατάθεση Μαρτίνη διαβιβάζεται στην Εισαγγελία Διαφθοράς, στην κορυφή της οποίας βρίσκεται ακόμη τότε η Ελένη Ράϊκου. Η Εισαγγελία δεν μπορεί όμως να εξετάσει τις καταγγελίες για τα πολιτικά πρόσωπα και έτσι η υπόθεση ακολουθεί υποχρεωτικά τον τυπικό δρόμο. Στα τέλη του περασμένου Μαρτίου, ο υπουργός Δικαιοσύνης Σταύρος Κοντονής διαβιβάζει στον πρόεδρο της Βουλής Νίκο Βούτση, τη δικογραφία του «Ερρίκος Ντυνάν», προκειμένου να αναλάβει πλέον το Κοινοβούλιο τη διερεύνηση τυχόν ποινικών ευθυνών των πρώην υπουργών Άδωνι Γεωργιάδη, Κωνσταντίνου Χατζηδάκη, Παναγιώτη Μηταράκη, Ανδρέα Λυκουρέντζου και Μάκη Βορίδη.
Οταν η Βουλή κλείσει τις εργασίες της για το Πάσχα, ψηφίζοντας τη σύσταση Εξεταστικής Επιτροπής για την Υγεία, η δικογραφία του «Ερρίκος Ντυνάν» έχει ήδη γίνει «σημαία» για τους ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ. Μέλη της αντιπολίτευσης μιλούν για κυβερνητικό στημένο «πανηγύρι», ενώ ο αντιπρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας Άδωνις Γεωργιάδης αντικρούει τις κατηγορίες Μαρτίνη, προκαλώντας την νυν ηγεσία του υπουργείου Υγείας, με «δήλωση αμετάκλητη»: «Να μου κάνετε Προκαταρκτική και να με πάτε στο Ειδικό Δικαστήριο, παραιτούμαι πάσης παραγραφής (σσ: αδικήματος). Θέλω, αν έχετε τα κότσια, να με πάτε στο δικαστήριο και να σας κάνω εκεί ρεζίλι των σκυλιών».
«Ο αγώνας για να μη μπει λουκέτο ήταν τιτάνιος»
Πρόσωπο που γνωρίζει βαθιά την υπόθεση του «Ντυνάν» αφηγείται τα γεγονότα, επιμένοντας ότι η αλληλουχία τους και μόνο, ένα απλό χρονολόγιο δηλαδή, θα μπορούσε να δώσει την καλύτερη εξήγηση του τι ακριβώς έχει συμβεί.
«Το καλοκαίρι του 2011 η διένεξη με τη Marfin έχει κορυφωθεί, τα δάνεια έχουν καταγγελθεί από την τράπεζα και το νοσοκομείο έχει στεγνώσει από ρευστότητα», αναφέρει. «Τον χειμώνα του ίδιου χρόνου, το «Ντυνάν» καταρρέει. Είναι η εποχή που κάνει την εμφάνισή του ως γενικός διευθυντής του νοσοκομείου ο Θεμιστοκλής Χαραμής, ένα πρόσωπο με μεγάλη εμπειρία στον χώρο της Υγείας ∙ είναι η περίοδος κατά την οποία ξεκινά σχέδιο αναδιάρθρωσης, με την υποβολή business plan προς τη Marfin. Αφότου η διοίκηση της εν λόγω τράπεζας περνάει σε κυπριακά χέρια, γίνεται μια προσπάθεια για πρόσθετη χρηματοδότηση ύψους 9 εκατομμυρίων ευρώ, το μεγαλύτερο μέρος των οποίων προορίζεται στο να καλύψει τη μισθοδοσία. Η Marfin όμως έχει ήδη πρόβλημα, έχει μεσολαβήσει το κούρεμα των ομολόγων… Εκταμιεύεται αρχικώς μόνο το 1,5 εκατομμύριο ευρώ, για να δοθεί οξυγόνο στο νοσοκομείο.
Το φθινόπωρο του 2012, η τράπεζα αποφασίζει να τραβήξει τη μπρίζα. Η τότε ηγεσία του υπουργείου Υγείας, ο Ανδρέας Λυκουρέντζος, σε συνεννόηση και με άλλα πρόσωπα, όπως ο Νότης Μηταράκης, υφυπουργός Ανάπτυξης την ίδια εποχή, ευαισθητοποιούνται και παλεύουν να βρουν λύση. Καταφέρνουν και ανοίγουν πάλι δίοδο επικοινωνίας με τη Marfin, εκταμιεύοντας επιπλέον 1,5 εκατομμύριο ευρώ.
Το νοσοκομείο στέκεται προσωρινά στα πόδια του. Κάποια στιγμή, η τράπεζα δέχεται να χρηματοδοτήσει το «Ντυνάν», εφόσον βρεθεί στρατηγικός επενδυτής. Ενεργοποιούνται δυο χρηματοοικονομικοί σύμβουλοι, η PWC και η Επενδυτική Τράπεζα, για να τρέξουν το σχέδιο ∙ διαμορφώνεται μια short list τεσσάρων υποψηφίων στρατηγικών επενδυτών, στην οποία συγκαταλέγονται το Ιατρικό Κέντρο Αθηνών, το Υγεία, το Ιασώ και το Metropolitan. Το project όμως δεν προχωρά με γοργούς ρυθμούς, υπάρχουν διαδικαστικά προβλήματα που απορρέουν από το γεγονός ότι το «Ντυνάν» ανήκει σε Ίδρυμα (στον Ερυθρό Σταυρό) , οι εργαζόμενοι είναι και πάλι απλήρωτοι. Όταν το σχέδιο φυλλορροεί, γίνεται πραγματική «εκστρατεία» για να βρεθούν λεφτά. Πολλοί από κείνους που ήταν σε θέση ευθύνης εκείνη την εποχή, χτυπούν πόρτες επιχειρηματιών, ιδρυμάτων, ισχυρών προσώπων… Ο Λυκουρέντζος, ως υπουργός, βρίσκει μια «μικρή» χρηματοδότηση περίπου μισού εκατομμυρίου ευρώ που λειτουργεί σαν ένεση τόνωσης. Όταν έρχεται ο Γεωργιάδης, το «Ντυνάν» καταφέρνει και παίρνει ποσά από κάποιες οφειλές ασφαλιστικών ταμείων.
To νοσοκομείο, υπό τη διοίκηση του Μαρτίνη, κουβαλάει 300 εκατομμύρια χρέη, χρωστάει καμιά εκατοστή στην τράπεζα, 120- 130 εκατομμύρια ευρώ σε ιδιώτες – προμηθευτές, 45-50 εκατομμύρια σε ΙΚΑ, ΤΣΑΥ και τα συναφή, χρωστάει στην Εφορία, στους εργαζομένους.
Γίνεται τιτάνιος αγώνας για να μη χαθούν 1.000 θέσεις εργασίας, από το νοσοκομείο ζουν οικογένειες, 3.000 άτομα εξαρτώνται από τη λειτουργία του. Και όχι μόνο αυτό. Υπάρχουν ασθενείς για αιμοκάθαρση, υπάρχουν άνθρωποι στην Εντατική του, τίθενται σοβαρά ζητήματα για το τι θα γίνει αν μπει λουκέτο.
Φθάνουμε στον Ιανουάριο του 2014, για να αγοραστεί τελικά το δάνειο από την Τράπεζα Πειραιώς. Γιατί; Για τον απλούστατο λόγο ότι έναν χρόνο νωρίτερα, η Πειραιώς έχει αποκτήσει τη Λαϊκή Τράπεζα Κύπρου, Cyprus Popular Bank, πρώην Marfin Popular Bank.
Η μόνη λύση που διαφαίνεται πια είναι ο εκπλειστηριασμός και υπουργός πια είναι ο Μάκης Βορίδης. Στη διαδικασία του, δεν βρίσκεται κανείς άλλος να το χτυπήσει, πλην της τράπεζας που θα έχανε τα λεφτά της αν δεν το έκανε. Το πήρε λοιπόν η Πειραιώς, ενεργοποιώντας μια από τις δεκάδες θυγατρικές της, την ΗΜΙΘΕΑ Α.Ε., δεν θα μπορούσε κι’ αλλιώς. Με 115 εκατομμύρια ευρώ, όταν το Metropolitan θα έδινε 55 εκατομμύρια.
Ενα έχω να προσθέσω και κλείνω: αν το Ντυνάν δούλευε ως τότε με αμιγώς τεχνοκρατικά κριτήρια, θα μπορούσε να πάρει μεγάλο μερίδιο από την πίτα, κι αυτό θα έθιγε πολλά συμφέροντα, και επιχειρηματικά και πολιτικά».
Η ταλαιπωρία των εργαζομένων
Σε όλη αυτή την ιστορία, οι πλέον κακοπαθημένοι δεν είναι άλλοι από τους εργαζομένους στο «Ντυνάν», κάποιοι από τους οποίους – κατά την προεδρία Μαρτίνη – φθάνουν στο σημείο να είναι απλήρωτοι 18 μήνες. Το νοσοκομείο είναι διαρκώς στο «πόδι»: απεργίες, στάσεις εργασίας, επισχέσεις εργασίας, μέχρι και κατάληψη των γραφείων της διοίκησης κάνουν οι εργαζόμενοι, στην προσπάθεια να ευαισθητοποιήσουν αντανακλαστικά.
«Η επωδός ήταν πάντα η ίδια, όσο καιρό ήταν ο Μαρτίνης στην προεδρική καρέκλα: το νοσοκομείο δεν πάει καλά, δεν έχουμε κόσμο… Πολύ συχνά επικαλείτο και κάποιες οφειλές που είχε το Δημόσιο προς το «Ντυνάν»», λένε εκπρόσωποι του Σωματείου Εργαζομένων (ΣΕΝΕΝ). «Ποτέ δεν μπορέσαμε να σχηματίσουμε πλήρη εικόνα, για τον απλούστατο λόγο ότι δεν είχαμε πρόσβαση σε οικονομικά στοιχεία. Ούτε στα της διοίκησης, υπήρχαν εκπρόσωποι των εργαζομένων, βάσει του καταστατικού. Είχαμε εντοπίσει κακοδιαχείριση αλλά δεν ήμασταν σε θέση να την αποδείξουμε. Μας έμελλε να τη βιώσουμε στο πετσί μας».
Οι εργαζόμενοι προσφεύγουν στη Δικαιοσύνη καθώς το «Ντυνάν» – πάντα υπό τον Μαρτίνη – δεν εφαρμόζει αποφάσεις που υποχρεώνουν το νοσοκομείο να τους καταβάλει αυξήσεις προβλεπόμενες μέσα από τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας, κατά το διάστημα 2008 – 2012 _ πρωτοδίκως μάλιστα κερδίζουν τη μάχη. Στην επιχειρησιακή σύμβαση που τους προτείνει ωστόσο η διοίκηση το 2012, υπάρχει ένα δέλεαρ λίαν σαγηνευτικό: η υπόσχεση για ομαλοποίηση μισθών και για αναδρομική καταβολή των αυξήσεων εφόσον η απόφαση του Εφετείου είναι υπέρ τους.
«Υποκύψαμε, δεχθήκαμε να βάλουμε την υπογραφή μας σκεπτόμενοι τις θέσεις εργασίας και τη βιωσιμότητα του νοσοκομείου», επισημαίνουν. «Διαψευστήκαμε ακόμη μια φορά, αφού τα χρήματα δεν κατεβλήθησαν ούτε πέντε – έξι μήνες μετά τη σύμβαση. Τα διεκδικούμε ακόμη στα δικαστήρια αυτά τα ποσά».
«Είχαμε ζητήσει το 2011 να πάρουμε το νοσοκομείο στα χέρια μας, υπό τη σκέπη του υπουργείου Υγείας, αλλά η πρότασή μας έπεσε στο κενό», συμπληρώνουν εκπρόσωποι του ΣΕΝΕΝ.
«Φθάσαμε στο «αμήν», όταν πια οι εξελίξεις ήθελαν το Metropolitan ως υποψήφιο στρατηγικό επενδυτή. Η ανησυχία μας είχε χτυπήσει κόκκινο. Ξέραμε καλά ότι το Metropolitan ζητούσε την απόλυση 500 εργαζομένων. Όταν το διοικητικό συμβούλιο συνεδρίαζε για τον νέο στρατηγικό επενδυτή, κάναμε έφοδο στην αίθουσα, θέλαμε να παρακολουθήσουμε τι μας περιμένει. Ο διαγωνισμός δεν είχε αίσιο τέλος, ευτυχώς για εμάς, ούτε όμως και τα προβλήματα με τις αμοιβές μας, υποφέραμε όλο το 2013».
Τον Μάρτιο του ίδιου έτους, οι εργαζόμενοι απευθύνουν επιστολή στον τότε πρωθυπουργό Αντώνη Σαμαρά · οι περισσότεροι είναι εννέα μήνες απλήρωτοι. Στο κείμενο καταλογίζουν ευθύνες στο κράτος που δεν προστάτευσε, ως όφειλε το κληροδότημα, κάνουν λόγο για διαχρονική ανοχή απέναντι στη διοίκηση Μαρτίνη και παράλληλα ζητούν όλα τα δεδουλευμένα, πεπεισμένοι ότι το «Ντυνάν» έχει δυναμική λόγω του υψηλού επιπέδου υπηρεσιών υγείας.
«Η ομαλοποίηση θα έλθει τον Μάρτιο του 2014, αφού δηλαδή μας «ανέλαβε» η Τράπεζα Πειραιώς», επισημαίνουν.
Τι λένε πρώην υπουργοί
Το Protagon επικοινώνησε με τον Άδωνι Γεωργιάδη, ο οποίος ως υπουργός απομάκρυνε τον Ανδρέα Μαρτίνη από τη διοίκηση του «Ντυνάν», για να διορίσει νέα. Ο κ. Γεωργιάδης τονίζει ότι είχε δεχθεί σαφή γραπτή ειδοποίηση από τον Διεθνή Ερυθρό Σταυρό, με την οποία απειλούσε ότι αν δεν απομακρυνόταν ο κ. Μαρτίνης, θα αφαιρούσε το σήμα του από τον Ελληνικό Ερυθρό Σταυρό, θα τον πετούσε με άλλα λόγια έξω από τους κόλπους του, σενάριο που δεν έχει προηγούμενο στα παγκόσμια χρονικά, πλήρως εξευτελιστικό για τη χώρα…
«Ισχυρίστηκε ο κ. Μαρτίνης στο δικαστήριο ότι δεν είχα δικαίωμα να διορίσω νέα διοίκηση, αλλά το δικαστήριο έκρινε ότι είχα», λέει ο Γεωργιάδης, θυμίζοντας ότι μετά την παραίτηση Μαρτίνη, δικοί του άνθρωποι προσέφυγαν δικαστικά για να έχουν ρόλο στη νέα τάξη πραγμάτων. Μιλάει για τους ταλαιπωρημένους εργαζόμενους του «Ντυνάν», απλήρωτους επί ενάμιση χρόνο, όταν ο ίδιος ήταν στα πράγματα ∙ «βγάζαμε χρήματα από τον ΕΟΠΥΥ για τους ανθρώπους αυτούς και τα ΄παιρνε η Marfin, γιατί οι λογαριασμοί ήταν δεσμευμένοι», αναφέρει, επισημαίνοντας ότι επί των ημερών του η υπογραφή ενός memorandum of understanding είχε ως αποτέλεσμα να πληρωθεί στο ακέραιο το προσωπικό. Ο κ. Γεωργιάδης επιμένει ότι στη Βουλή την ημέρα της συζήτησης για την Υγεία, ο Αλέξης Τσίπρας είπε «ασύλληπτα πράγματα, διερωτώμενος μέχρι και το πώς η ΗΜΙΘΕΑ, μια εταιρεία με μικρό μετοχικό κεφάλαιο, βρήκε 115 εκατομμύρια ευρώ να αγοράσει στον εκπλειστηριασμό το «Ντυνάν» _ όταν η εταιρεία αυτή είναι θυγατρική της Τράπεζας Πειραιώς, κουβαλάει δηλαδή το μετοχικό κεφάλαιο της μητέρας – ιδιοκτήτριας!».
Στα λεγόμενα του κ. Τσίπρα στέκεται και ο Μάκης Βορίδης, στηλιτεύοντας την άποψη ότι τα χρέη του «Ντυνάν» έπρεπε να τα επωμισθεί ο έλληνας φορολογούμενος. Μπαίνοντας στην ουσία της υπόθεσης, ο κ. Βορίδης θυμάται ότι τον Σεπτέμβριο του 2014 και ενόσω ήταν υπουργός Υγείας, είχε δεχθεί την επίσκεψη μελών της διοίκησης του «Ντυνάν», που ήταν έτοιμοι να παραιτηθούν, φοβούμενοι ότι η θητεία τους θα είχε σοβαρές παρενέργειες. «Ήταν ξεκάθαρο ότι ήθελαν να διευκολύνουν την κατάσταση, αναλαμβάνοντας ρόλο σε μια κρίσιμη χρονική στιγμή, δεν ήθελαν όμως να βρεθούν υπόλογοι, προσωπικά και ποινικά. Οι τεράστιες οφειλές του νοσοκομείου βάραιναν την τελευταία διοίκηση. Η ρύθμιση που έγινε επί υπουργίας μου σχετιζόταν αποκλειστικά με το ακαταδίωκτο για τα μέλη της διοίκησης, σε ό,τι αφορούσε τα δεδουλευμένα, τις οφειλές προς το Δημόσιο, τις ασφαλιστικές εισφορές. Δεν έκανα ρύθμιση για να τους εξασφαλίσω στην περίπτωση που υπεξαιρούσαν ποσά… » Και καταλήγει: «Δεν χωράει αμφιβολία ότι η Πειραιώς πήρε το «Ντυνάν», επειδή χρώσταγε ο Μαρτίνης. Πρέπει όμως να τονίσω και κάτι ακόμη: την εποχή εκείνη, το «Ντυνάν» δεν είναι δημόσιο, είναι νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου, και ο Ελληνικός Ερυθρός Σταυρός είναι σωματείο. Έχουμε να κάνουμε, δηλαδή, με μια διαφορά ιδιωτών με τράπεζα. Δεν έχει θέματα η ιστορία αυτή, τους το είπα και στη Βουλή. Πώς μπορεί να έχει όταν πρόκειται για νόμο (σσ: εννοεί αυτόν περί ασυλίας των μελών της διοίκησης) που εγκρίθηκε και ψηφίστηκε από την Ολομέλεια;»
Ο Μαρτίνης και ο Άκης
Κάποιοι, όταν αποκαλύφθηκε το κατηγορητήριο για τη Hospitalia International, βιάστηκαν να παρομοιάσουν τον πρώην πρόεδρο του Ερυθρού Σταυρού και του «Ερρίκος Ντυνάν» με τον Άκη Τσοχατζόπουλο. Τους θύμισαν Άκη, οι έξι τραπεζικοί λογαριασμοί στην Ελβετία, η off – shore της Λιβερίας, οι δαιδαλώδεις διαδρομές του μαύρου χρήματος. Μέγα λάθος. Οι φήμες που οργιάζουν αλλά και τα μέχρι σήμερα δεδομένα δείχνουν ότι ο Ανδρέας Μαρτίνης ζήλεψε τη δόξα του Νίκου Ζήγρα, του πρώτου εξαδέλφου του κ. Τσοχατζόπουλου που για να κυκλοφορεί σήμερα ελεύθερος, «έδωσε» τον πρώην υπουργό. Και μπορεί η βασιμότητα της μαρτυρίας Ζήγρα να εξετάστηκε στη δίκη για τις μίζες από τα εξοπλιστικά, ο κ. Μαρτίνης όμως βρίσκεται ακόμη στην αρχή. Ακόμη κι αν η υπεράσπισή του έσπευσε εξαρχής να αποσυνδέσει τις καταγγελίες του από τις κατηγορίες που τον βαρύνουν, τονίζοντας ότι σε καμία περίπτωση «δεν λειτουργούν υπερασπιστικά», ο βόμβος στα αυτιά δικαστών και εισαγγελέων δεν ησυχάζει. Αν επαληθευθούν τα όσα λέει ο Μαρτίνης, με γεια του με χαρά του, θα είναι ένας άξιος Ζήγρας. Αν όμως αποδειχθούν λάσπη, αν καταπέσουν, θα θεωρηθεί ένας απλός καταχραστής. Αυτό που του καταμαρτυρούν, χρόνια τώρα, οι αντίπαλοί του.