Ηταν ένα ωραίο ματς. Ιδίως το πρώτο του ημίχρονο, από τα καλύτερα που είδαμε εφέτος. Ολυμπιακός και ΑΕΚ έχουν χτίσει μια μακρά παράδοση συναρπαστικών αναμετρήσεων, με κορυφαία εκείνον τον αξέχαστο τελικό Κυπέλλου του 2009 με τα οκτώ γκολ και τα 34 πέναλτι. Κρίμα που το χθεσινό (Μ. Πέμπτη) παιχνίδι έπρεπε να μοιραστεί τη δόξα των πρωτοσέλιδων με… τα ΜΑΤ. Αλλά -τα τελευταία χρόνια- είναι και το αχαλίνωτο πάθος ένα από τα χαρακτηριστικά αυτών των ντέρμπι, τα οποία κοντεύουν να ξεπεράσουν σε ένταση το ελληνικό classico Ολυμπιακός – Παναθηναϊκός. Η προσωπική κόντρα Μαρινάκη – Μελισσανίδη και το γεγονός πως καμία άλλη ομάδα δεν έχει καταφέρει να προσβάλει την απόλυτη κυριαρχία του Ολυμπιακού όσο η ΑΕΚ, τα κάνει να… μυρίζουν μπαρούτι.
Η κατάσταση, χθες, ξέφυγε πολύ. Οι διαιτητές προπηλακίστηκαν (κι έφυγαν από το γήπεδο μαύρα μεσάνυχτα), οπαδοί συγκρούστηκαν με τα ΜΑΤ που έριξαν χημικά ακόμα και στους διαδρόμους των αποδυτηρίων, φροντιστές μάτωσαν και -το κυριότερο- ποδοσφαιριστές (του Ολυμπιακού) έφαγαν ξύλο από αστυνομικούς, σε παγκόσμια πρώτη. Στην προσπάθειά της να προστατεύσει τους διαιτητές -από κάτι μυστήριους τύπους χωρίς διακριτικά που σουλατσάριζαν έξω από την πόρτα τους- η Αστυνομία συμπεριφέρθηκε σαν σε διαδήλωση: βάραγε όποιον έβρισκε μπροστά της. Είναι σπουδαίος λόγος για να ξηλωθούν κάποια γαλόνια, όμως -πιθανότατα- θα περάσει «ντούκου» κι αυτό, όπως τόσα και τόσα.
Την τελευταία εικοσαετία, που ο Ολυμπιακός νικούσε κατά βούληση και σάρωνε τους τίτλους, με τη διαιτησία πρίμα, το «Γεώργιος Καραϊσκάκης» χαρακτηριζόταν συχνά ως «εκκλησία» και «μοναστήρι» – σε αντιδιαστολή με τη Λεωφόρο, την Τούμπα ή το Ολυμπιακό Στάδιο, όπου τα ντέρμπι δεν τελείωναν (ή δεν άρχιζαν, καν). Η «ερυθρόλευκη προπαγάνδα» άφηνε να εννοηθεί ότι αυτό συνέβαινε επειδή ο Ολυμπιακός ελάμβανε τα μέτρα του, ενώ οι αντίπαλοί του ενθάρρυναν την αλητεία. Επειδή οι φίλοι του Ολυμπιακού έχουν ήθος και ποιότητα. Επειδή είναι «επιστήμονες», όπως είχε πει ο Αργύρης Σαλιαρέλης πριν από ένα τέταρτο του αιώνα – ενώ οι οπαδοί των άλλων ομάδων, χαχόλοι της υποχρεωτικής εκπαίδευσης. Αυτός ο μύθος καταρρίφθηκε, χθες, από την πραγματικότητα.
Το «Γεώργιος Καραϊσκάκης» έπαψε να είναι «εκκλησία» -και ξανάγινε (ελληνικό) γήπεδο- επειδή μέσα του φώλιασε το αίσθημα της αδικίας. Αυτό που τόσα χρόνια εξαγρίωνε τους παναθηναϊκούς, τους ΠΑΟΚτσήδες και τους ΑΕΚτσήδες. Εφέτος, που ο Ολυμπιακός έχασε και από τους τρεις μεγάλους αντιπάλους του, στα δικά τους γήπεδα δεν συνέβη το παραμικρό. Στη Λεωφόρο, την Τούμπα και το Ολυμπιακό Στάδιο, τα λάθη των διαιτητών θεωρήθηκαν ως «ανθρώπινα» – η χαρά της νίκης όλα τα συγχωρεί. Η οργή μετακόμισε στο Φάληρο, όπου η αβλεψία του ρέφερι στο δεύτερο γκολ της ΑΕΚ αντιμετωπίστηκε ως ένα (ακόμα) ύπουλο χτύπημα των «εξυγιαντών» εναντίον του πρωταθλητή. Ο Ολυμπιακός δεν έχει συνηθίσει σε τόσα εις βάρος του διαιτητικά λάθη -με ή χωρίς εισαγωγικά-, αλλά και οι ήττες του στην εφετινή σεζόν είναι περισσότερες απ’ όσες μπορεί να αντέξει. Αυτό το εκρηκτικό μίγμα οδήγησε στα χθεσινά.
Εχει δίκιο, για τη χθεσινή διαιτησία; Η φάση του 64′ είναι θολή. Μόνο στο τελευταίο replay του συνδρομητικού καναλιού φαίνεται πως ο σκόρερ της ΑΕΚ (Πατίτο) χρησιμοποίησε το χέρι του για να κοντρολάρει την μπάλα. Αμέσως πριν, ο Χριστοδουλόπουλος έχει κάνει φάουλ στον Ρέτσο. Αν ο ρέφερι τα έβλεπε, το ματς μπορεί να είχε εξελιχθεί τελείως διαφορετικά – δεν θα το μάθουμε ποτέ. Τα δυο πέναλτι που ζητάει, δεν υπάρχουν. Αντιθέτως, υπάρχουν δυο περιπτώσεις κόκκινης κάρτας: μια στο 36′ (ο Ρομαό πιάνει τον Μάνταλο από τον λαιμό και τον ρίχνει ανάσκελα), και μια στο 64′ (ο Σεμπά βάζει τρικλοποδιά στον Αραούχο που τρέχει για να πανηγυρίσει το δεύτερο γκολ της ΑΕΚ). Η λογική λέει ότι, αν ο διαιτητής ήθελε να ευνοήσει τους φιλοξενούμενους, είχε μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να αφήσει τους γηπεδούχους με δέκα παίκτες από το 36′. Αλλά ο Παπαπέτρου έδωσε και στους δύο (Ρομαό και Μάνταλο) κίτρινη κάρτα για την «κοκορομαχία» τους.
Για τον προπονητή των νικητών, τον Μανόλο Χιμένεθ, το χθεσινό ντέρμπι ήταν μια… πρόωρη «ανάσταση». Παρέταξε την ΑΕΚ αριστοτεχνικά, στο ίδιο γήπεδο που πριν από έξι χρόνια (20 Μαρτίου 2011) είχε «σταυρωθεί» για εκείνο το 6-0 από τον Ολυμπιακό – τη βαρύτερη ήττα της «Ενωσης» μετά το 1981. Στο «Γ. Καραϊσκάκης» η ΑΕΚ έχει υποφέρει πολύ, όμως το πολύ γρήγορο γκολ του Αραούχο τη βοήθησε να ξεχάσει τα προηγούμενα και να παλέψει με αυτοπεποίθηση και μαχητικότητα.
Για τον συνάδελφό του στον διπλανό πάγκο, τον Τάκη Λεμονή, ήταν μια άτυχη βραδιά. Οι επιλογές του Ανδρούτσου και του Καρντόσο δεν τον δικαίωσαν – τις διόρθωσε ο ίδιος χάνοντας από νωρίς δυο πολύτιμες αλλαγές. Αλλά η έμπνευσή του να βάλει τον Ρέτσο αριστερό μπακ, στην 31η του συμμετοχή, αποδείχτηκε σωστή. Μεγάλο ταλέντο ο νεαρός, ο οποίος μπορεί να αποδώσει εξαιρετικά σε όλες τις θέσεις της άμυνας. Ηταν ο καλύτερος του Ολυμπιακού, μαζί με τον Μάριν (στο πρώτο ημίχρονο). Το μεγαλύτερο λάθος του Λεμονή ήταν η άμυνα με «ζώνη» στις στατικές φάσεις (από τις οποίες προήλθαν και τα δυο γκολ της ΑΕΚ). Καλή η «ζώνη», εφόσον την έχεις «δουλέψει» όλο τον χρόνο. Το να την εφαρμόζει ο πέμπτος, κατά σειράν, προπονητής μέσα στην ίδια σεζόν, δεν βγάζει νόημα.
Για τον Ολυμπιακό, το παιχνίδι αυτό ήταν η επιτομή των γνωστών -εφετινών- του αδυναμιών. Η άμυνά του δεν είναι αξιόπιστη, ιδίως απέναντι σε γρήγορους και τεχνίτες κυνηγούς, ο Μιλιβόγεβιτς του λείπει απελπιστικά πολύ, ο Φορτούνης δεν είναι ο περυσινός, οι φορ δεν έδωσαν πολλά πράγματα (ο Σεμπά παλεύει μόνος και αβοήθητος), και ο Μάριν μπορεί να βοηθήσει πολύ – αλλά μόνο για κανένα μισάωρο.
Από την ΑΕΚ, που φυσιολογικά έδειξε μεγαλύτερες αντοχές και περισσότερη φρεσκάδα (έχει παίξει 12 ματς λιγότερα από τον αντίπαλό της), δεν υστέρησε κανείς – πώς αλλιώς θα νικούσε κοτζάμ Ολυμπιακό στην έδρα του; Υπήρξαν, όμως, τρεις παίκτες της που με την ποιότητα και την προσωπικότητά τους «έκαναν τη διαφορά»: ο Αραούχο, ο Μάνταλος και ο Τσιγκρίνσκι. Ο Αραούχο, αν και «καθαρόαιμος» επιθετικός, εντυπωσίασε και στα αμυντικά του καθήκοντα. Δεν είναι τυχαίο, που την μπάλα την έμαθε στη μεγάλη των Ισπανών σχολή.
Η ΑΕΚ θα πάει στον επαναληπτικό του ΟΑΚΑ (στις 26 Απριλίου) ως το μεγάλο φαβορί για την πρόκριση. Αυτό το Κύπελλο -εάν, τελικώς, το κατακτήσει- θα την παρηγορήσει για μια αποτυχημένη, κατά τα άλλα, χρονιά. Ο Ολυμπιακός θα δυσκολευτεί πολύ, όχι μόνο λόγω του σκορ του πρώτου αγώνα, αλλά -κυρίως- επειδή η μπάλα που παίζει (εδώ και μήνες) δεν δείχνει αρκετή για μια μεγάλη ανατροπή. Εάν αποκλειστεί, μπορεί να του βγει σε καλό. Οι αποτυχίες βοηθούν τις ομάδες να δουν την πραγματικότητα και να διορθώσουν τις αδυναμίες τους. Εκτός κι αν, πράγματι, πιστεύει ότι για όλα φταίνε οι διαιτητές.