Ηταν γενική η εντύπωση ότι μια θετική ψήφος στο δημοψήφισμα για το Brexit θα οδηγούσε -αργά η γρήγορα, και μάλλον γρήγορα- τη Σκωτία στο να ζητήσει ένα νέο δημοψήφισμα για την ανεξαρτησία της. Αλλωστε η παραμονή της στο Ηνωμένο Βασίλειο είχε αποφασιστεί το 2014 με βάση τη βεβαιότητα ότι έτσι δεν θα διακυβευόταν η παρουσία της στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Και τώρα, αυτό το Ηνωμένο Βασίλειο φεύγει από την ΕΕ! Πόσο να το αντέξουν αυτό οι Σκωτσέζοι;
Η στιγμή της έκρηξης ήλθε με το πλέον επίσημο τρόπο, τη Δευτέρα, όταν η πρώτη υπουργός (πρωθυπουργός) της Σκωτίας Νίκολα Στέρτζον δήλωσε ότι θα ζητήσει την άδεια για ένα νέο δημοψήφισμα υπέρ της ανεξαρτησίας της χώρας, το φθινόπωρο του 2018 ή – το αργότερο- την άνοιξη του 2019.
Η πρωθυπουργός θα ζητήσει από το Κοινοβούλιο της χώρας τις επόμενες κιόλας ημέρες να αρχίσει τις τυπικές διαδικασίες ώστε να τεθεί το αίτημα στο βρετανικό Κοινοβούλιο.
Η αφορμή για τη νέα προσφυγή στις κάλπες, τέσσερα χρόνια μετά από αυτήν του 2014, είναι μία: το Brexit.
«Οι πολίτες στη Σκωτία πρέπει να διαλέξουν», τόνισε η πρωθυπουργός. Διευκρίνισε ότι «η επιλογή είναι ανάμεσα στο να ακολουθήσουμε τη Βρετανία σε ένα σκληρό Brexit ή να γίνουμε μια ανεξάρτητη χώρα που θα είναι σε θέση να διασφαλίσει ένα αληθινό συνεταιρισμό μεταξύ ίσων με το υπόλοιπο Ηνωμένο Βασίλειο και τη δική μας σχέση με την Ευρώπη».
Η βρετανική κυβέρνηση, εξήγησε ακόμη η πρωθυπουργός, «δεν κινήθηκε ούτε εκατοστό προς την κατεύθυνση του συμβιβασμού και της συμφωνίας».
«Η Σκωτία θα έπρεπε να υποβάλει υποψηφιότητα για να ενταχθεί στην Ευρωπαϊκή Ενωση στην περίπτωση που κηρύξει την ανεξαρτησία της από το Ηνωμένο Βασίλειο», υπενθύμισε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Η Κομισιόν υπενθύμισε ότι εξακολουθεί να ισχύει η θέση που είχε διατυπώσει ο πρώην πρόεδρος της, Ζοζέ Μανουέλ Μπαρόζο, πριν από το προηγούμενο δημοψήφισμα, το 2014: μια ανεξάρτητη Σκωτία θα χρειαζόταν να θέσει υποψηφιότητα προκειμένου να γίνει κράτος μέλος της ΕΕ.
«Ναι, το δόγμα Μπαρόζο συνεχίζει να ισχύει, είναι σαφές», δήλωσε ο εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Μαργαρίτης Σχοινάς κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου στις Βρυξέλλες το βράδυ της Δευτέρας, αναφερόμενος στη διαδικασία εισδοχής νέων κρατών-μελών.
Η Σκωτία είχε ψηφίσει υπέρ της παραμονής της Βρετανίας στην ΕΕ με περίπου 60%, την ώρα που στο σύνολό τους οι πολίτες του Ηνωμένου Βασιλείου ψήφισαν σε ποσοστό 52% τάχθηκαν τον Ιούνιο υπέρ της αποχώρησης. Σήμερα οι δημοσκοπήσεις στη Σκωτία φέρνουν την αποχώρηση σε περίπου ίδια ποσοστά με την παραμονή στο Ηνωμένο Βασίλειο.
Ηδη από την επομένη του δημοψηφίσματος, η Στέρτζον είχε ζητήσει μια «ειδική σχέση» της Σκωτίας με τις Βρυξέλλες, ακόμα και όταν η Βρετανία αποχωρούσε εντελώς από την ΕΕ. Είχε σπεύσει να επισκεφτεί την έδρα της Κομισιόν για συνομιλίες, χωρίς πάντως αυτές να έχουν καταλήξει κάπου.
Η Στέρτζον είχε προσδιορίσει τη στάση της Σκωτίας με τρία απλά σημεία: παραμονή της Βρετανίας στην ΕΕ· αν δεν είναι αυτό εφικτό, ειδική σχέση της Σκωτίας· και αν ούτε και αυτό είναι εφικτό, ένα νέο δημοψήφισμα για την ανεξαρτησία. Ως προς αυτό είχε καταθέσει και προτάσεις για τη φύση της σχέσης της Σκωτίας.
Σε κάθε περίπτωση, το Εδιμβούργο κινήθηκε πιο γρήγορα από το Λονδίνο. Σχεδόν εννέα μήνες μετά το δημοψήφισμα, η κυβέρνηση της Τερέζα Μέι ακόμη δεν έχει καταθέσει επίσημα το αίτημα έναρξης συνομιλιών για την αποχώρηση – αν και αναμένεται να το κάνει εντός των ημερών ακόμη και αύριο Τρίτη.
Οι συνομιλίες θα κρατήσουν τουλάχιστον δύο χρόνια, ενώ η κυβέρνηση της Μέι θέλει πλήρη αποχώρηση, συμπεριλαμβανομένης και της αποχώρησης από την ενιαία αγορά (κάτι που δεν επιθυμεί η Σκωτία).
Αν τα σχέδια της πρωθυπουργού της Σκωτίας ολοκληρωθούν και κερδίσει το δημοψήφισμα, είναι πιθανό ότι το Λονδίνο θα έχει να διαχειριστεί και άλλη μία τεράστιας σημασίας αποχώρηση.
Λίγα λεπτά μετά τις δηλώσεις Στέρτζον, η Μέι απάντησε δια του εκπροσώπου της ότι το βρετανικό κοινοβούλιο αναζητά ένα πρότυπο συνεργασίας με την ΕΕ που θα λειτουργεί για όλο το Ηνωμένο Βασίλειο, ενώ υπογράμμισε τη δέσμευσή της για χρηστή διακυβέρνηση της χώρας.
«Ενα ακόμα δημοψήφισμα θα είναι διχαστικό, θα δημιουργήσει τεράστια οικονομική αβεβαιότητα στη χειρότερη δυνατή χρονική στιγμή», πρόσθεσε ο εκπρόσωπος Τύπου, τονίζοντας ότι τα στοιχεία αποδεικνύουν περίτρανα ότι «η πλειοψηφία του λαού της Σκωτίας δεν επιθυμεί δεύτερο δημοψήφισμα».