Είναι πλέον βέβαιο. Ο μήνας του μέλιτος στις σχέσεις του Μπαράκ Ομπάμα με τον Ντόναλντ Τραμπ τελείωσε – αν ποτέ υπήρξε τέτοιο πράγμα.
Ο ισχυρισμός του 45ου προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών ότι ο προκάτοχός του είχε δώσει εντολή να παρακολουθούν τις τηλεφωνικές του συνομιλίες τον περασμένο Οκτώβριο, πριν δηλαδή από τις προεδρικές εκλογές, είναι κάτι το χωρίς προηγούμενο στα χρονικά της πολιτικής ιστορίας των ΗΠΑ (και του τηλεφώνου).
Φυσικά ο Τραμπ δεν παρείχε κανένα στοιχείο για αυτούς τους εξωφρενικούς ισχυρισμούς του. Και κανείς από τους συνεργάτες του δεν προσπάθησε καν να εξηγήσει πού βασίζονται αυτές οι «εκρηκτικές», όπως τις χαρακτήρισαν οι New York Times, κατηγορίες.
Κατά την προσφιλή τακτική του, o νέος πρόεδρος των ΗΠΑ άρχισε να ξερνάει μια σειρά από tweets, κατηγορώντας τον Μπαράκ Ομπάμα ότι είχε βάλει να παρακολουθούν τα τηλέφωνα στον Πύργο Τραμπ πριν από τη νίκη του, καταγγέλλοντας «μακαρθισμό» και παραπέμποντας στο σκάνδαλο Γουότεργκεϊτ. Χαρακτήρισε τον προκάτοχό του «κακό (ή άρρωστο) τύπο». Και μετά ασχολήθηκε με τον Αρνολντ Σβαρτσενέγκερ που απέτυχε στο ριάλιτι σόου «Αpprentice». Φοβερά πράγματα…
Η απάντηση του Μπαράκ Ομπάμα, ήταν, όπως αναμενόταν, θεσμική και ψύχραιμη. Ο εκπρόσωπος Τύπου του 44ου προέδρου, Κέβιν Λούις, απέρριψε τις κατηγορίες του Τραμπ.
«Ενας εκ των θεμελιωδών κανόνων της κυβέρνησης Ομπάμα ήταν ότι κανείς αξιωματούχος του Λευκού Οίκου δεν μπορεί να παρέμβει ποτέ σε οποιαδήποτε ανεξάρτητη έρευνα υπό το υπουργείο Δικαιοσύνης» επεσήμανε.
«Ακολουθώντας αυτή την πρακτική, ούτε ο πρόεδρος Ομπάμα ούτε οποιοσδήποτε αξιωματούχος του Λευκού Οίκου έδωσε ποτέ εντολή παρακολούθησης οποιουδήποτε αμερικανού πολίτη. Οποιοσδήποτε ισχυρισμός για το αντίθετο είναι απλά ψευδής», συμπλήρωσε.
Για να αποφασιστεί να παρακολουθούνται τα τηλέφωνα του Τραμπ θα έπρεπε το υπουργείο Δικαιοσύνης να έχει συγκεντρώσει στοιχεία ικανά που θα έπειθαν ομοσπονδιακό δικαστή ότι ο συγκεκριμένος έχει διαπράξει σοβαρό έγκλημα ή ενεργεί για λογαριασμό ξένων δυνάμεων. Για τον Τραμπ υπήρχαν και υπάρχουν υποψίες. Αλλά και πάλι δεν θα μπορούσε να έχει παρέμβει ο Λευκός Οίκος σε κάτι τέτοιο, μόνο αν υπήρχε παρακρατικός μηχανισμός – και τέτοιος είχε υπάρξει επί Ρίτσαρντ Νίξον και Γουότεργκεϊτ, αλλά ποτέ έκτοτε.
Τι συνέβη λοιπόν; Πώς ο πρόεδρος των ΗΠΑ προχώρησε σε μια τόσο υπονομευτική για το ίδιο του το αξίωμα καταγγελία;
Ο Τραμπ έστειλε το tweet από το θέρετρό του στο Παλμ Μπιτς της Φλόριντα στις 6.35 π.μ. τα ξημερώματα του Σαββάτου. Ελεγε ότι «μόλις ανακάλυψε» ότι παρακολουθούσαν τα τηλέφωνά του πριν από τις εκλογές.
Σύμφωνα με τους New York Times, μια εξήγηση είναι ότι ο Τραμπ είχε μόλις διαβάσει ένα άρθρο στον γνωστό συντηρητικό ιστότοπο Breitbart News ή είχε ακούσει τον υπερσυντηρητικό ραδιοφωνικό παραγωγό Μαρκ Λεβίν: και οι δύο έχουν υιοθετήσει και αναπαρήγαγαν αυτήν τη θεωρία τα τελευταία 24ωρα.
Το άρθρο στο Breitbart δημοσιεύτηκε την Παρασκευή και υποστήριζε ότι υπήρξαν μια σειρά από «γνωστά βήματα που πήρε η κυβέρνηση Ομπάμα τους τελευταίους μήνες για να υπονομεύσει την προεκλογική εκστρατεία του Ντόναλντ Τραμπ και αργότερα τη νέα του κυβέρνηση».
Θεωρίες συνωμοσίας, υπονοούμενα, υπαινιγμοί σε δημοσιεύματα που γίνονται πιστευτά από όσους θέλουν να πιστέψουν. Και μπορούν ακόμα και να μπερδέψουν έναν αγουροξυπνημένο (ή μήπως ξενύχτη) πρόεδρο με ακατανίκητη ροπή στα αμφιλεγόμενα σχόλια στο twitter.
O Μπεν Ρόουντς, πρώην ανώτατος σύμβουλος ασφαλείας του Ομπάμα έστειλε ένα tweet στον Τραμπ και τον ενημέρωσε πως «κανένας πρόεδρος δεν μπορεί να διατάξει παρακολούθηση» τηλεφώνων. Για να προσθέσει: «Αυτοί οι περιορισμοί ισχύουν για να προστατεύουν τους πολίτες από άτομα σαν κι εσένα»…