Ας πάρουμε το πράγμα από την αρχή. Ολα φαίνεται να ξεκίνησαν από έναν αντίπαλο του Ντόναλντ Τραμπ στις προκριματικές εκλογές για το χρίσμα των Ρεπουμπλικανών. Αυτός ζήτησε από ένα γραφείο ερευνών της Ουάσινγκτον – υπάρχει μια μικρή βιομηχανία τέτοιων γραφείων στην αμερικανική πρωτεύουσα – να ξεψαχνίσει το παρελθόν του Τραμπ. Σύμφωνα με τον Guardian, η αμερικανική εταιρία ανέθεσε τη δουλειά σε έναν δυτικό πρώην πράκτορα, ο οποίος διατηρούσε στενές επαφές με τη Ρωσία. Οπως αποδείχθηκε στη συνέχεια, αυτός ήταν ο Βρετανός Κρίστοφερ Στιλ, άλλοτε πράκτορας της βρετανικής ΜΙ6, ο οποίος διατηρεί επίσης ένα γραφείο ερευνών στο Λονδίνο.
Στο μεταξύ, οι προκριματικές εκλογές των Ρεπουμπλικανών έγιναν, ο Τραμπ κέρδισε και ο αντίπαλός του δεν είχε πλέον λόγο να συνεχίσει να ασχολείται με τα άπλυτα του προεδρικού υποψήφιου του κόμματος. Κι έτσι, εντολέας της έρευνας που βρισκόταν σε εξέλιξη, έγινε κάποιος Δημοκρατικός. Η Χίλαρι Κλίντον; Oχι απαραίτητα. Τέτοιου τύπου έρευνες, σκοπός των οποίων είναι να πληγεί ο πολιτικός αντίπαλος, χρηματοδοτούνται συχνά από δωρητές του ενός ή του άλλου κόμματος. Σε κάθε περίπτωση, η προσήλωση στον στόχο απέδωσε. Γιατί τον Ιούλιο ο βρετανός υπεργολάβος είχε μαζέψει υλικό από τις ρωσικές πηγές του – κι αυτές δεν ήταν μόνο στη Μόσχα, ήταν και ρώσοι ολιγάρχες που ζουν στη Δύση.
Αλήθεια ή ψέματα, το υλικό πάντως ήταν τόσο ροζ και τόσο βρώμικο ώστε ο υπεργολάβος δεν μπορούσε να το κρατήσει στα χέρια του. Κάπως έτσι ήρθε σε επαφή με παλιούς συναδέλφους του στο FBI, ενώ φέρεται να έδωσε ένα αντίγραφο της έρευνας και στις βρετανικές υπηρεσίες. Το καλοκαίρι πέρασε, ήρθε το φθινόπωρο, και το μόνο που έκανε το FBI, το οποίο διαθέτει τη δική του υπηρεσία αντικατασκοπείας, ήταν να ζητήσει περισσότερες πληροφορίες από τον βρετανό πρώην πράκτορα. Αντίθετα, δεν φαινόταν να πραγματοποιεί το ίδιο κάποιου είδους έρευνα, ενώ από την άλλη πλευρά έδειχνε να έχει ρίξει όλο του το βάρος στο περιεχόμενο των κλεμμένων emails της Χίλαρι Κλίντον.
Ο Κρίστοφερ Στιλ υπέθεσε ότι βρισκόταν ενώπιον κάποιας επιχείρησης συγκάλυψης. Κι έτσι αποφάσισε να ταξιδέψει στη Νέα Υόρκη και να μιλήσει στον Ντέιβιντ Κορν, ανταποκριτή στην Ουάσινγκτον του περιοδικού ερευνητικής δημοσιογραφίας Mother Jones. Το περιοδικό ήταν και αυτό που δημοσίευσε πρώτο την πληροφορία για την ύπαρξη αυτής της έρευνας στις 31 Οκτωβρίου. Το FBI, ωστόσο, εξακολουθούσε να αρνείται να κάνει οποιοδήποτε σχόλιο για το θέμα.
Η υπόθεση πήρε μια νέα τροπή στα μέσα Νοεμβρίου, δηλαδή λίγες ημέρες μετά τις αμερικανικές εκλογές, όταν σε ένα διεθνές συνέδριο που πραγματοποιήθηκε στον Καναδά για θέματα ασφάλειας, ένας ευρωπαίος πρώην διπλωμάτης, ο οποίος είχε γνώση της έρευνας και του υλικού, μίλησε για αυτό στον ρεπουμπλικανό γερουσιαστή και πρώην υποψήφιο πρόεδρο Τζον ΜακKέιν. Αυτός ο τελευταίος κατέληξε στο συμπέρασμα ότι σε περίπτωση που όλα αυτά ήταν αλήθεια οι συνέπειες θα ήταν δραματικές και σε αυτό το πνεύμα ζήτησε από ένα πρόσωπο που εμπιστευόταν, πρώην αξιωματούχο των ΗΠΑ, να συναντηθεί με την πηγή και να μάθει περισσότερα.
Το ραντεβού έγινε σε ένα αεροδρόμιο εκτός ΗΠΑ (ο Guardian δεσμεύθηκε στις δικές του πηγές να μην το αποκαλύψει) και σε στιλ ταινίας του Χόλιγουντ: ο έμπιστος του ΜακKέιν θα αναγνώριζε την πηγή, δηλαδή τον βρετανό πρώην πράκτορα, από το φύλλο των Financial Times που θα κρατούσε αυτός ο τελευταίος. Ο έμπιστος επέστρεψε 24 ώρες μετά στις Ηνωμένες Πολιτείες με πολλές πληροφορίες και την άποψη ότι ήταν δύσκολο να διασταυρωθούν χωρίς περαιτέρω έρευνα.
Η επόμενη κίνηση του ΜακKέιν ήταν να συναντηθεί με τον επικεφαλής του FBI Τζέιμς Κόμεϊ. Μόνο τότε αποφάσισε ο Κόμεϊ να ενημερώσει για την υπόθεση τόσο τον απερχόμενο όσο και τον νεοεκλεγέντα πρόεδρο και τα επιτελεία τους. Και κατά πάσα πιθανότητα το έκανε για να έχει τα νώτα του καλυμμένα – να μην φανεί δηλαδή ότι είχε επιχειρήσει να καλύψει την υπόθεση. Οποιος και να ήταν ο λόγος, τα έγγραφα διέρρευσαν σχεδόν αμέσως στον Τύπο. Το CNN δημοσίευσε σχετικά κάτι χθες, αλλά το μέσο ενημέρωσης που αποφάσισε να δημοσιεύσει τα ίδια τα έγγραφα (απόφαση που δεν πήραν άλλα μέσα ενημέρωσης ακριβώς επειδή το περιεχόμενό τους δεν μπορούσε να διασταυρωθεί) ήταν το Buzzfeed.
Μικρή αλλά καθόλου ασήμαντη λεπτομέρεια: ο βρετανός πρώην πράκτορας κρύβεται από τη στιγμή που κατάλαβε ότι η ταυτότητά του δεν θα έμενε κρυφή…