Τα Χριστούγεννα του 1966, ο Τόνι μπήκε χαρούμενος στο σπίτι του στην νότια Γαλλία. Κρατούσε στα χέρια του ένα δώρο για τον τετράχρονο γιο του. Ενα παιχνίδι – πιάνο. Ο μικρός Μισέλ άνοιξε με ενθουσιασμό το δώρο του. Το τοποθέτησε μπροστά του και έπαιξε τις πρώτες νότες. Ο ήχος ταξίδεψε στα αυτιά του μικρού και αμέσως οι εγκεφαλικοί νευρώνες έδωσαν την εντολή. Το πιάνο έπεσε με δύναμη προς το πάτωμα και έσπασε σε κομμάτια.
Ισως αυτή ήταν η στιγμή που γεννήθηκε ένας μεγάλος μουσικός. Ο μικρός Μισέλ στα τέσσερά του χρόνια, είχε ακούσει τον θρύλο της τζαζ μουσικής, Ντιούκ Ελινγκτον να σολάρει στο πιάνο. Εκτοτε ζητούσε επίμονα από τον πατέρα του να του αγοράσει ένα πιάνο σαν αυτό που είχε ακούσει. Λόγω οικονομικών δυσκολιών, ο πατέρας του μικρού Μισέλ αγόρασε ένα παιχνίδι που έβγαζε ψεύτικες νότες. «Ποιο παιδί στα τέσσερά του χρόνια ενδιαφέρεται για τις νότες;». Και όμως ο Μισέλ ήταν διαφορετικός. Και ήταν διαφορετικός από την ημέρα που γεννήθηκε..
Η γέννηση του Μισέλ Πετρουτσιάνι, στις 28 Δεκεμβρίου του 1962, προκάλεσε θλίψη στην οικογένεια του. Το βρέφος της οικογένειας Πετρουτσιάνι γεννήθηκε με όλα του τα κόκαλα σπασμένα. Οι γιατροί αποφάνθηκαν: ατελή οστεογένεση, μια πάθηση των οστών, γνωστή και ως «γυάλινα κόκαλα». Οι ειδικοί του έδιναν το πολύ 20 χρόνια ζωής. Χρόνια εφιαλτικά αφού ο Μισέλ θα υπέφερε συνεχώς από φριχτούς πόνους και τα κόκαλά του θα έσπαγαν με την παραμικρή ή και χωρίς αφορμή.
Από πολύ νωρίς όμως, η δυστυχία του Μισέλ βρήκε γιατρικό, τη μουσική. Ο πατέρας του μία μέρα είδε ένα πιάνο πεταμένο στα σκουπίδια. Ετσι το έφερε στο σπίτι και πραγματοποίησε την μεγαλύτερη επιθυμία του Μισέλ. Δεν ήταν σε άριστη κατάσταση αλλά χάριζε στον μικρό τον ήχο που είχε προλάβει να λατρέψει. Δεν είχε καμία σχέση με το παιχνίδι που με μανία είχε σπάσει ο μικρός λίγο καιρό πριν. Αυτό ήταν. Το παιδί με τα γυάλινα κόκαλα ξεκίνησε εντατικά μαθήματα κλασικής μουσικής. Δεν πήγε καν σχολείο. Ζούσε μόνο για τις νότες. Κλασική μουσική και τζαζ. Εν τω μεταξύ, η σπάνια πάθηση του Μισέλ είχε προλάβει να επηρεάσει και την ανάπτυξή του. O μικρός έπασχε από οστικό νανισμό και ποτέ δεν ξεπέρασε τα 95 εκατοστά.
Στα 13 του χρόνια ο Μισέλ έπαιξε για πρώτη φορά μπροστά σε κόσμο. Ηταν στο τζαζ φεστιβάλ της γαλλικής πόλης Clioucat. Εκείνη την χρονιά (1975) μεγάλος καλεσμένος του φεστιβάλ ήταν ο τρομπετίστας Κλαρκ Τέρι ο οποίος ζήτησε έναν πιανίστα για να τον συνοδεύει μουσικά. Μόλις ο Κλαρκ αντίκρισε τον μικροσκοπικό Μισέλ έσκασε στα γέλια. «Σίγουρα μου κάνουν πλάκα» είπε. Ο Μισέλ έπαιξε για ένα λεπτό και ο Κλαρκ έμεινε να τον κοιτά αποσβολωμένος.
Ετσι ο Μισέλ ξεκίνησε να παίζει πιάνο σε διάφορα φεστιβάλ. Πάντοτε είχε ανάγκη κάποιον να τον ανεβάσει στα σκαλιά και την καρέκλα ενώ για να παίξει πιάνο χρειαζόταν τα ξύλινα πόδια που είχε κατασκευάσει ο πατέρας του για να μπορεί να πατάει τα πετάλια. Μετά το πρώτο του άλμπουμ που κυκλοφόρησε στα 16 του χρόνια, με τίτλο «flash», ο Πετρουτσιάνι μετακόμισε στο Παρίσι. Εκεί συνέχισε να βασανίζεται από φριχτούς πόνους ενώ τα κόκαλά του έσπαγαν όλο και περισσότερο. Κατέφυγε προσωρινά στα ναρκωτικά και σύντομα αποφάσισε να ταξιδέψει στην Νέα Υόρκη. Το έκανε με ακάλυπτη επιταγή.
Στις ΗΠΑ γνώρισε τον μεγάλο Τσαρλς Λόιντ με τον οποίο συνεργάστηκε για αρκετά χρόνια. Κυκλοφόρησε αρκετούς δίσκους και έπαιξε μουσική σε μεγάλα φεστιβάλ. Οι πόνοι δεν σταμάτησαν στιγμή να τον ταλαιπωρούν. Παρ’ όλα αυτά ο Πετρουτσιάνι δεν σταμάτησε ποτέ να διεκδικεί μία ζωή κανονική. Λάτρευε τις γυναίκες και έζησε μεγάλους έρωτες. Μάλιστα έκανε και δύο παιδιά με το ένα να κληρονομεί την σπάνια ασθένειά του.
Στην ακμή της καριέρας του, ο Πετρουτσιάνι συνεργάστηκε με μεγάλους μουσικούς όπως οι Ντίζι Γκιλέσπι, Γουέιν Σόρτερ, Λι Κόνιτζ και Κένι Κλαρκ. Το 1983 οι Los Angeles Times θα τον ψηφίσουν ως τον «Jazz Man of the Year» και το Ιταλικό Πολιτιστικό Γραφείο θα του απονείμει το βραβείο του καλύτερου Μουσικού Πιανίστα της Jazz. Οι Γάλλοι θα τον τιμήσουν και αυτοί με την σειρά τους με το υπέρτατο βραβείο της «Prix Django Reinhardt». Το 1984 το σόλο άλμπουμ του «100 hearts» θα πάρει το βραβείο του καλύτερου τζαζ άλμπουμ.
Από το 1986 μέχρι και το 1998 ο Μισέλ ταξίδεψε σε όλη την Ευρώπη δίνοντας συναυλίες με μεγάλους μουσικούς. Λίγο μετά τα 36α γενέθλια του ο Πετρουτσιάνι αρρώστησε σοβαρά και άφησε την τελευταία του πνοή στις 6 Ιανουαρίου 1999 στο Μανχάταν έχοντας ζήσει μία ζωή εντελώς έξω από τις «προδιαγραφές του κατασκευαστή». Ο ίδιος δεν μίλησε ποτέ για την αναπηρία. Κάποιοι παρατήρησαν μάλιστα ότι ουδέποτε την παραδέχτηκε. Ηθελε απλά να ζήσει μια ζωή φυσιολογική πασπαλισμένη με νότες και γυναικεία ομορφιά.
Ο βρετανός σκηνοθέτης Μάικλ Ράντφορντ έμεινε έκθαμβος από το ταλέντο του Πετρουτσιάνι και γύρισε ένα συγκινητικό ντοκιμαντέρ για τη ζωή και τη μουσική του νάνου πιανίστα. Μέσα από το ντοκιμαντέρ ο σκηνοθέτης αναρωτιέται: «τι είναι τελικά το φυσιολογικό»;. Οσο για την ζωή του Μισέλ Πετρουτσιάνι, ο Ράντφορντ είχε πει κάποτε: «Κάποιος τον απεκάλεσε “ξωτικό” που κατέβηκε για λίγο στη Γη για να γράψει τη μουσική του και στη συνέχεια εξαφανίστηκε. Αυτό τα λέει όλα».