Δέμα με τα αγαπημένα βιβλία της μυστηριώδους συγγραφέως | Daunt Books
Επικαιρότητα

Το δικαίωμα της «Ελενα Φεράντε» στην ανωνυμία

Iταλός δημοσιογράφος αποκάλυψε το πραγματικό πρόσωπο της μυστηριώδους συγγραφέως η οποία αρνείται να δηλώσει την ταυτότητά της τα τελευταία 25 χρόνια. Ο ρεπόρτερ λέει ότι εξυπηρετεί το δικαίωμα του αναγνωστικού κοινού να ξέρει. Αλλά πολλοί διαφωνούν και υποστηρίζουν την ανωνυμία της
Μαρίσσα Δημοπούλου

Αυτό είναι ένα «σκουπ» που λένε οι Αγγλοσάξωνες, μια πολύ μεγάλη δημοσιογραφική επιτυχία: Ενας δημοσιογράφος αποκαλύπτει με στέρεες αποδείξεις ποιο είναι το πραγματικό πρόσωπο μίας μυστηριώδους συγγραφέως που έχει καταφέρει να διαφυλάξει την ταυτότητά της (του;) τα τελευταία 25 χρόνια! Ο ιταλός δημοσιογράφος Κλάουντιο Γκάτι έχει αναλωθεί στις έρευνες, έχει διασταυρώσει τις πηγές του, είναι πια έτοιμος να βγάλει το στόρι στο έγκριτο New York Review of Books και σε ιταλικά μέσα ταυτόχρονα: Η συγγραφέας Ελενα Φεράντε είναι η Ανίτα Ράγια, μία 64χρονη μεταφράστρια που ζει στη Ρώμη και εργάζεται για τον εκδοτικό οίκο Edizione e/ο, μεταφράζοντας από τα γερμανικά.

Να μία δημοσιογραφική επιτυχία που γίνεται δεκτή με «μούντζες». Οι θαυμαστές της Φεράντε έσπευσαν να δείξουν τον εκνευρισμό τους που ο δημοσιογράφος δεν σεβάστηκε τις επιθυμίες της συγγραφέως. Πολλοί μάλιστα φοβήθηκαν ότι η Φεράντε δεν θα ξαναγράψει ποτέ! Ολοι –κυρίως οι ιταλοί αναγνώστες- θα ήθελαν να ξέρουν ποια ή ποιος κρύβεται πίσω από την «Τετραλογία της Νάπολης» (στα ελληνικά κυκλοφορεί ο πρώτος τόμος με τίτλο «Η υπέροχη φίλη μου», εκδ. Πατάκη). Κανείς, όμως, δεν επικροτεί τον βίαιο τρόπο με τον οποίο το έκανε ο δημοσιογράφος.

«Αυτού του είδους η δημοσιογραφία προκαλεί αηδία. Ψάχνεις μέσα στο πορτοφόλι ενός συγγραφέα που έχει αποφασίσει να μην εκτεθεί», σχολίασε ο εκδότης της Φεράντε, Σάντρο Φέρι, από τα λίγα πρόσωπα που γνωρίζουν ποια είναι. Οταν έκανε το ντεμπούτο της η συγγραφέας, το 1991, έστειλε ένα γράμμα στον εκδότη της: «Τα βιβλία δεν έχουν ανάγκη από τους συγγραφείς τους. Αν έχουν κάτι να πουν, σε κάποια φάση, νωρίτερα ή αργότερα, θα βρουν αναγνώστες». Δείτε το σαν μία κοσμοθεωρία για τον κόσμο της λογοτεχνίας. Η Φεράντε ήθελε να προστατευτεί και να διευκολύνει κατά κάποιον τρόπο και τον εκδοτικό οίκο. «Θα είμαι η λιγότερο ακριβή συγγραφέας του εκδοτικού οίκου. Θα σας αποδεσμεύσω ακόμη και από την παρουσία μου».

Δεν ήθελε να πουλήσει την παρουσία της μαζί με τα βιβλία της. Καμία αντίρρηση δεν φέρνει ως εδώ ο δημοσιογράφος Γκάτι. Αλλά φαίνεται ότι η συγγραφέας τόλμησε να κάνει ένα λάθος που ο δημοσιογράφος δεν μπορούσε να αγνοήσει. Εγραψε μία αυτοβιογραφία «Frantumaglia: A Writer’s Journey» (2003), η οποία, «είναι γεμάτη ψέματα!», όπως εξανίσταται ο ίδιος. Βέβαια δεν χρειαζόταν να είναι και καμία ιδιοφυΐα για να το καταλάβει. Η συγγραφέας δεν έχει κρύψει ότι συχνά τα ψέματα τη βοηθούν να θωρακιστεί. Προειδοποίησε μάλιστα τους αναγνώστες της στο βιβλίο με μία φράση του Ιταλο Καλβίνο: «Ρωτήστε με τι θέλετε να μάθετε, αλλά δεν θα σας πω την αλήθεια, αυτό είναι το μόνο σίγουρο».

Τότε, όπως είπε ο δημοσιογράφος σε email του στη Guardian, η Φεράντε «έχασε το δικαίωμά της να εξαφανιστεί πίσω από τα βιβλία της». Η συγγραφέας και ο εκδότης της, «τροφοδότησαν το αναγνωστικό κοινό με ψέματα» και ο δημοσιογράφος έπρεπε να ανταποκριθεί στο χρέος του: να αποκαλύψει την αλήθεια, να εξυπηρετήσει «το νόμιμο δικαίωμα των αναγνωστών να μάθουν… καθώς την έχουν κάνει σουπερστάρ». 

Το όνομα Ανίτα Ράγια είχε ανακυκλωθεί στο παρελθόν στα ιταλικά μέσα ως πιθανή υποψήφια. Ο ρεπόρτερ άρχισε από εκεί, κι έπιασε λαβράκι. Κάποια στιγμή οι αμοιβές για εργασίες μετάφρασης που έπαιρνε η Ράγια ξεπέρασαν κατά πολύ τα συνήθως χαμηλά ποσά των ιταλών μεταφραστών. Οι φορολογικές δηλώσεις έδειχναν συμπτώσεις που συνέδεαν τη Φεράντε με τη Ράγια. Τα ποσά στον λογαριασμό της Ανίτα Ράγια ταίριαζαν με την καταβολή πνευματικών δικαιωμάτων από τα βιβλία της Φεράντε. Το ίδιο και οι αγοραστικές κινήσεις της Ράγια. Για παράδειγμα, μετά την επιτυχία του πρώτου βιβλίου τής  Φεράντε η Ράγια απέκτησε στο όνομά της ένα διαμέρισμα επτά δωματίων στην ακριβή περιοχή της Ρώμης, Βίλα Τορλόνια. Το επόμενο έτος αγόρασε και μια εξοχική κατοικία στην Τοσκάνη.

Η Ανίτα Ράγια, μεταφράστρια που ζει στη Ρώμη, είναι η πραγματική Ελενα Φεράντε, σύμφωνα με τον ιταλό ρεπόρτερ (New York Review of Books)

Ο ρεπόρτερ παρέθεσε όλα τα στοιχεία που λύνουν τον γρίφο σε άρθρο που έκανε τον γύρο των social media. Οι ιδιοκτήτες των εκδόσεων Edizione e/o δεν έδωσαν εξηγήσεις. Η Ράγια αρνήθηκε να σχολιάσει. Η Φεράντε έχει εξηγηθεί υπεραρκετές φορές. Εχει δηλώσει ξεκάθαρα ότι «ήθελε να προστατεύσει την κοινότητα της Νάπολης, γιατί από εκεί εμπνέεται». Ηθελε, επίσης, να απελευθερωθεί από κάθε μορφή κοινωνικής πίεσης ή υποχρέωσης. Να επικεντρωθεί αποκλειστικά και με απόλυτη ελευθερία στο γράψιμο, όπως είπε σε γραπτή συνέντευξη που έδωσε πρόσφατα στη Guardian.

Κάποιος καχύποπτος θα πει ότι η ανωνυμία δημιουργεί θόρυβο και άρα μάρκετινγκ. Μπορεί και να τη βόλεψε. Μπορεί και να έβγαλε περισσότερα χρήματα, να αγόρασε αυτό το εξοχικό στην Τοσκάνη λόγω της «εξαφάνισής» της. Αλλά ρωτήστε έναν συγγραφέα. Ευχαρίστως θα κρυβόταν πίσω από την ανωνυμία για να προστατευτεί ή να προστατεύσει, άσχετα από το αν αργότερα θα αναζητούσε την αναγνώριση. Η ανωνυμία απελευθερώνει: «Αντιμετωπίζουμε πολλά δεσμά που πνίγουν τις επιθυμίες μας και τις φιλοδοξίες μας», έχει δηλώσει -γραπτά πάντα- η συγγραφέας. «Ο σύγχρονος κόσμος μάς θέτει πιέσεις που συχνά δεν μπορούμε να αντέξουμε». Ο Γκάτι είναι τα δεσμά που πνίγουν την Ελενα Φεράντε.

«Η χαμένη κόρη» («La figlia oscura»), 2006
Ηθελα τη Μπιάνκα. Θέλεις ένα παιδί με έναν ζωώδη, σκοτεινό τρόπο που ενισχύεται από λαϊκές πεποιθήσεις. Εφτασε γρήγορα, ήμουν 23 ετών, ο πατέρας της κι εγώ αγωνιζόμασταν να κρατήσουμε τις θέσεις μας στο πανεπιστήμιο. Εκείνος τα κατάφερε, εγώ όχι. Το σώμα μίας γυναίκας κάνει χιλιάδες διαφορετικά πράγματα, μοχθεί, τρέχει, μελετά, φαντασιώνεται, επινοεί, φθείρεται, και ταυτόχρονα τα στήθη μεγαλώνουν, τα χείλη του αιδοίου πρήζονται, η σάρκα πάλλεται με μία στρογγυλή ζωή που είναι δική σου, η δική σου ζωή, κι όμως σπρώχνει για να πάει αλλού, απομακρύνεται από εσένα παρότι κατοικεί στην κοιλιά σου, χαρωπό και βαρύ, το αισθάνεσαι σαν μία λαίμαργη παρόρμηση κι όμως είναι απωθητική, σαν το δηλητήριο ενός εντόμου εμβολιασμένο σε μία φλέβα.