Το δημοψήφισμα έγινε, οι μέρες της θερινής ανάπαυσης τέλειωσαν για τους ηγέτες και τώρα η Ευρώπη έρχεται ξανά αντιμέτωπη με τον εφιάλτη της διαχείρισης του Brexit – μια οδυνηρή πολιτική και γραφειοκρατική διαδικασία που όπως φαίνεται θα ταλαιπωρήσει τις κυβερνήσεις τους επόμενους μήνες έως ότου μπει τελικά η έξοδος της Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ενωση σε μια οριστική και αναπόδραστη πορεία, με την επίσημη κατάθεση του σχετικού αιτήματος από το Λονδίνο.
Το Βερολίνο φρόντισε την Κυριακή να επανέλθει στη θέση που είχε διατυπώσει εξαρχής, ότι το διαζύγιο Βρετανίας και Ευρωπαϊκής Ενωσης (πρέπει να) είναι οριστικό και αμετάκλητο. Και από την πλευρά του το Λονδίνο μοιάζει να οργανώνεται για την προετοιμασία της εξόδου, όχι χωρίς εσωτερικές αντιστάσεις και εξωτερικές πιέσεις.
Ο γερμανός υπουργός Οικονομίας και αντικαγκελάριος Ζίγκμαρ Γκάμπριελ σε δηλώσεις του σε συνέντευξη Τύπου την Κυριακή ήταν σαφής: «Δεν πρέπει να επιτρέψουμε να κρατήσει η Βρετανία τα καλά που φέρνει η συμμετοχή στην ΕΕ χωρίς να πάρει την ευθύνη για τις επιπτώσεις του Brexit». Και άλλοι ευρωπαίοι ηγέτες είχαν προειδοποιήσει ότι η αποχώρηση σημαίνει αποχώρηση και όχι μία σχέση α-λα-καρτ, με τη Βρετανία να διατηρεί, για παράδειγμα, την πρόσβαση στην ενιαία ευρωπαϊκή αγορά, αλλά όχι άλλες υποχρεώσεις.
Εξίσου σαφής ήταν και η προειδοποίηση του Γκάμπριελ για τη διαχείριση της εξόδου και ειδικά στην περίπτωση που και άλλες χώρες θελήσουν να ακολουθήσουν την Βρετανία στην έξοδο: σε μια τέτοια περίπτωση «η Ευρώπη θα πάρει την κάτω βόλτα».
Ωστόσο, πρόσθεσε ο αντικαγκελάριος, το Brexit είναι μεν κακή εξέλιξη αλλά «οικονομικά δεν θα βλάψει όσο φοβούνται ορισμένοι». Είναι περισσότερο ένα ψυχολογικό και ένα τεράστιο πολιτικό πρόβλημα, διευκρίνισε.
Εναν τόνο ψυχραιμίας επιχείρησε να δώσει και η Ανγκελα Μέρκελ μιλώντας στο τηλεοπτικό δίκτυο ARD την Κυριακή. Οι 27 της ΕΕ, «αντί να βιαστούμε να προχωρήσουμε σε ενέργειες, πρέπει να διαθέσουμε λίγο χρόνο για να δούμε την μπορούμε να κάνουμε καλύτερα», είπε. Ενεργώντας απλά και μόνο για να κάνεις κάτι είναι συνταγή φέρνει λάθη, προειδοποίησε η Μέρκελ.
Εν τω μεταξύ στο Λονδίνο, η πρωθυπουργός Τερέζα Μέι συγκάλεσε για την Τετάρτη υπουργικό συμβούλιο στο οποίο θα συζητηθεί η στρατηγική εξόδου της χώρας της από την ΕΕ. Η Μέι σκοπεύει να τονίσει στους υπουργούς ότι είναι πρώτη προτεραιότητα για την ίδια το πώς η χώρα θα ωφεληθεί όσο το δυνατόν περισσότερο από την έξοδο, θέση που συμμερίζονται και υπουργοί της, όπως ο επί των Οικονομικών Φίλιπ Χάμοντ, όχι όμως και οι ευρωπαίοι εταίροι.
Η βρετανική κυβέρνηση έχει ανακοινώσει ότι δεν θα επικαλεστεί το άρθρο 50 της Συνθήκης της ΕΕ για την αποχώρηση πριν από το τέλος του χρόνου, πράγμα που θα παρατείνει αρκετά τις διαδικασίες. Υπολογίζεται ότι η αποχώρηση θα οριστικοποιηθεί προς το τέλος της δεκαετίας, γύρω στο 2019.
Ωστόσο η Μέι, η οποία ανέλαβε την πρωθυπουργία μετά την παραίτηση του Ντέιβιντ Κάμερον, φαίνεται πως έχει να αντιμετωπίσει έναν άλλο πονοκέφαλο, αυτόν που η Telegraph, μια εφημερίδα που τάχθηκε εξ αρχής υπέρ του Brexit, χαρακτήρισε ως «ευρώφιλους μανδαρίνους»: είναι, κατά την εφημερίδα, στελέχη της βρετανικής δημόσιας διοίκησης που «σαμποτάρουν» το έργο των υπουργών που έχουν αναλάβει να διαχειριστούν με την έξοδο από την ΕΕ.
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ που δημοσιεύτηκε στο φύλλο της Telegraph τη Δευτέρα, κυβερνητικές πηγές διαμαρτύρονται για τις «καθυστερήσεις» που προκαλούν φιλοευρωπαίοι λειτουργοί της δημόσιας διοίκησης στις διαδικασίες της εξόδου. Η Ντάουνιγκ Στριτ επέλεξε μάλιστα να επιδείξει πυγμή: πηγή του πρωθυπουργικού γραφείου που μίλησε στην Telegraph ανέφερε ότι το Brexit είναι η εντολή από το δημοψήφισμα και ότι οι οδηγίες προς τη Δημόσια Διοίκηση από την κυβέρνηση είναι «να το φέρουν σε πέρας».
Πέρα από αυτήν την πίεση από το εσωτερικό, υπάρχει και αυτή από τις αγορές. Το αμερικανικό hedge fund Marathon έχει αυξήσει τις επενδύσεις του σε ακίνητα στην Ιρλανδία, την Ολλανδία, τη Γαλλία και τη Γερμανία καθώς προβλέπει ότι οι χώρες αυτές θα ωφεληθούν από την έξοδο (μεγάλων) εταιριών από το Λονδίνο τα επόμενα χρόνια.
Είναι χώρες με σταθερές προοπτικές, εξηγεί στους Financial Times ο διευθύνων σύμβουλός του fund και εξηγεί ότι πολλές θέσεις εργασίας στον τραπεζικό τομέα θα μετακινηθούν από το Λονδίνο προς το Παρίσι και τη Φρανκφούρτη γιατί για την εξυπηρέτηση των πελατών τους η ΕΕ απαιτεί να έχουν την έδρα τους στο εσωτερικό της Ενωσης.
Τα fund κράτησαν στάση αναμονής πριν από το δημοψήφισμα λόγω κυρίως του αμφίρροπου αποτελέσματος που έδειχναν οι δημοσκοπήσεις, ωστόσο το τελευταίο διάστημα κινούνται πιο επιθετικά, ενώ και άλλοι επενδυτές προβλέπουν ότι το επόμενο διάστημα και η στερλίνα θα δεχτεί πιέσεις και η βρετανική οικονομία μπορεί να μπει σε φάση -έστω ήπιας- ύφεσης.