«Είναι δύσκολα, πολύ πιο δύσκολα από ό,τι φανταζόμουν». Πρόκειται για μια παραδοχή που, όταν έρχεται από το στόμα ενός προέδρου, ξαφνιάζει ίσως για την ειλικρίνειά της. Αυτός ο πρόεδρος είναι ο Φρανσουά Ολάντ και η εξομολόγηση έγινε σε δύο γάλλους δημοσιογράφους που είχαν μαζί του 32 προσωπικές συζητήσεις μέσα σε μια πενταετία, από το 2012, λίγο πριν κερδίσει τις προεδρικές εκλογές απέναντι στον Νικολά Σαρκοζί, μέχρι και τον Μάιο του 2016.
Το βιβλίο του Αντονάν Αντρέ και του Καρίμ Ρισουλί που κυκλοφόρησε στις 17 Αυγούστου έχει πολλές μικρές αποκαλύψεις για ζητήματα της γαλλικής πολιτικής σκηνής που ανέκυψαν αυτήν την πενταετία, για διεθνείς κρίσεις στις οποίες ενεπλάκη η Γαλλία (όπως η στρατιωτική παρέμβαση στο Μάλι το 2013 και η Συρία), αλλά και για προσωπικά ζητήματα του γάλλου προέδρου.
Αναφορά γίνεται φυσικά και στις τρομοκρατικές επιθέσεις στο έδαφος της Γαλλίας. Εδώ ο Ολάντ κάνει μια αφοπλιστική παραδοχή: Οι μέρες μετά την επίθεση στα γραφεία του Charlie Hebdo τον Ιανουάριο του 2015 ήταν αυτές που «έφτιαξαν» τον «πρόεδρο Ολάντ», λέει ο ίδιος.
«Στα μάτια των πολλών εκείνη την εβδομάδα έγινα πρόεδρος» παραδέχεται και εξηγεί: «Εκλέχτηκα μεν, αλλά στην αντίληψη πολλών Γάλλων δεν είχα γίνει ακόμα πρόεδρος».
Εστω και έτσι, για τη ζωή στο Μέγαρο των Ηλυσίων, ο Ολάντ αισθάνεται ότι ζει κλεισμένος στο κλουβί: «Δεν μπορώ να κυκλοφορώ όπως θέλω, να παίρνω το αυτοκίνητο, το σκούτερ μου». Καταγγέλλει μάλιστα εμμέσως την πλευρά του Σαρκοζί για τη διαρροή της φωτογραφίας με τον ίδιο και την Ζυλί Γκαγιέ στο Προεδρικό Μέγαρο, μία φωτογραφία που δημοσιεύτηκε τον Νοέμβριο του 2014 σε κουτσομπολίστικο έντυπο.
«Ο Τσίπρας είναι εκείνος που ξεμπλόκαρε την κατάσταση. Με τη στήριξή μας, αλλά αυτός το έκανε», λέει ο Ολάντ για την διαπραγμάτευση της 13ης Ιουλίου 2015
Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται στον Αλέξη Τσίπρα και στις δραματικές ώρες της διαπραγμάτευσης τον Ιούλιο του 2015.
Οι δημοσιογράφοι αναφέρουν σχετικά: «Το Σάββατο 11 Ιουλίου 2015 η τύχη της Ελλάδας αποφασίζεται στις Βρυξέλλες, αλλά ο Φρανσουά Ολάντ βρίσκεται στο σπίτι του Λιν Ρενό για ένα δείπνο με τον Ζαν Ιβ Λε Ντριάν και τον Εμανουέλ Μακρόν. Παρακολουθεί με προσοχή τις διαπραγματεύσεις χάρη στον Μισέλ Σαπέν που βρίσκεται εκεί. “Γύρω στις 2 το πρωί, με παίρνει τηλέφωνο (ο Σαπέν) για τελευταία φορά και είναι πολύ απαισιόδοξος. Κάποιοι ευρωπαίοι υπουργοί είναι στα όρια τους να βρίσουν τους Ελληνες. Είναι πολύ δύσκολα… Μόλις φτάνω στο Συμβούλιο των Βρυξελλών [ενν. την Κυριακή] στις 4 το απόγευμα η ατμόσφαιρα είναι καλύτερη. Ο Μισέλ Σαπέν μού δίνει καθησυχαστικά μηνύματα. Οι Γερμανοί είναι λιγότερο… σκληροί. Τελικά, οι πλευρές θα έρθουν σε συμφωνία την επομένη [ενν. νωρίς τη Δευτέρα]».
Οι συζητήσεις των συγγραφέων με τον Ολάντ δείχνουν ότι το πιο κρίσιμο βράδυ των διαπραγματεύσεων, από την Κυριακή ως τα ξημερώματα της Δευτέρας 13 Ιουλίου, το κλίμα ήταν πολύ βαρύ με τον Αλέξη Τσίπρα να δηλώνει πως «δεν μπορούσε να πάει παραπέρα».
Γύρω στις 6 το πρωί της Δευτέρας, θυμάται ο Ολάντ, «οι συζητήσεις ήταν εντελώς μπλοκαρισμένες. Εκεί πίστεψα ότι θα τελειώσει άσχημα, διότι ο Τσίπρας ήταν στα όρια του και έλεγε ότι δεν μπορούσε να πάει παραπέρα. Αυτό επιλύθηκε χάρη σε μια συνάντηση που πραγματοποιήσαμε με τον Τουσκ, τη Μέρκελ και τον Τσίπρα. Ο Τσίπρας αποχωρεί για να διαπραγματευτεί με την ομάδα του και επιστρέφει με μια πρόταση για το Ταμείο που επιτρέπει επιτέλους τη συμφωνία. Είναι εκείνος που ξεμπλοκάρει την κατάσταση. Με τη στήριξή μας, αλλά αυτός το έκανε».
«Αν χάσω, φεύγω από την πολιτική»
Οσο και αν αυτά τα υψηλής πολιτικής ζητήματα φτιάχνουν το προφίλ του, η καθημερινότητα απειλεί να το αποδομήσει. Για την οικονομία και την επίμονα υψηλή ανεργία στη Γαλλία, για παράδειγμα, ο Ολάντ βλέπει ότι είναι ένας αγώνας διαρκείας απέναντι σε μια κοινή γνώμη που καταλαβαίνει ότι η κατάσταση δεν θα αλλάξει από μήνα σε μήνα.
Σχετικά με τη μεγάλη αναμέτρηση το 2017 για την προεδρία και, ενώ τα ποσοστά ως τώρα δεν είναι καθόλου ενθαρρυντικά για τον Ολάντ, ο γάλλος πρόεδρος βλέπει σαν πιθανότερο αντίπαλό του τον Νικολά Σαρκοζί. Ο Αλέν Ζιπέ «δεν έχει εντυπωθεί καλά σαν εικόνα στην κοινή γνώμη», υποστηρίζει. Από την άλλη, αν και ο Σαρκοζί μιλά πολύ για τον εαυτό του, λέει «όλα τα ίδια και τα ίδια» και έχει τις αδυναμίες του σαν πολιτικός, «είναι καλός αντίπαλος».
Ο Ολάντ μοιάζει ακόμα να δίνει άτυπα ένα είδος δαχτυλιδιού διαδοχής στον πρωθυπουργό Μανουέλ Βαλς «που έχει τη μεγαλύτερη πολιτική πείρα», παρόλο που και αυτός δεν απέφυγε και λάθη, όπως με το νόμο για τα εργασιακά που ταλαιπώρησε στις αρχές του έτους τη γαλλική κυβέρνηση. Μόνο θετικά λόγια έχει να πει και για τον υπουργό Οικονομίας Εμανουέλ Μακρόν, ένα «ευγενικό, απλό παιδί, που είναι απόλυτα πιστό» παρόλο που του λείπει η πολιτική εμπειρία.
Ο ίδιος δεν θέλει να το σκέφτεται, αλλά αν χάσει το 2017 θα εγκαταλείψει την πολιτική. «Το 2022 θα είμαι 67 ετών», εξηγεί και προσθέτει, «όταν είσαι νέος πρόεδρος, ακόμα και μετά την ήττα, μπορείς να επιστρέψεις. Εγώ όχι». Σε κάθε περίπτωση σκέφτεται και την υστεροφημία του: «Είναι τρομερό να ολοκληρώσεις μία θητεία από την οποία δεν θα μείνει τίποτα. Το δράμα είναι όταν φεύγεις από τη θέση σου και τα ίχνη σου πάνω στην άμμο σβήνονται από μόνα τους».