Eνα πράγμα είναι να πυροβολεί ο βρώμικος Χάρι και είναι άλλο να απασφαλίζει ο Κλίντ Ιστγουντ. Και ο Κλιντ απασφάλισε: για τη νέα γενιά των Αμερικανών, αυτήν την «pussy generation» που «γλείφει κώλους» και «φοβάται να σπάσει αυγά», για την πολιτική ορθότητα από την οποία όλοι έχουν κουραστεί αλλά κανείς δεν το λέει, για τα πράγματα που στην εποχή του δεν θεωρούνταν ρατσισμός αλλά «τώρα οι άνθρωποι κατηγορούν τους άλλους ανθρώπους για ρατσιστές». Ο Κλιντ απασφάλισε για να πει ότι θα ψηφίσει Τραμπ που είναι «σκληρός» και που, οκ, μπορεί να έχει πει «πολλά ανόητα πράγματα» αλλά τουλάχιστον «δεν ακολουθεί τα βήματα του Ομπάμα όπως εκείνη», δηλαδή η Χίλαρι Κλίντον.
Εντάξει, ο Ιστγουντ υποστήριζε πάντα τους Grand Old Party. Στο συνέδριο των Ρεπουμπλικανών το 2012, όταν υποψήφιος πρόεδρος ήταν ο Μιτ Ρόμνεϊ, ο 86χρονος σήμερα σταρ είχε ανεβεί στη σκηνή και κάθισε δίπλα σε μια άδεια καρέκλα, η οποία υποτίθεται ότι συμβόλιζε το κενό εξουσίας. Τα έντεκα λεπτά που έμεινε στο πάλκο ήταν μια άκομψη επίθεση στον Μπαράκ Ομπάμα. Και παλιότερα, όταν ήταν απλώς ο καλός από τον «Καλό, τον Κακό και τον Ασχημο», είχε υποστηρίξει τον Ρίτσαρντ Νίξον και μετά τον Ρόναλντ Ρίγκαν και έπειτα τον πατέρα Μπους και τους ηττημένους ΜακΚέιν και Ρόμνεϊ, αλλά όχι τον υιό Μπους, τον οποίο δεν συγχώρησε για τον πόλεμο στο Ιράκ.
Δεν ήταν μια στήριξη σε πρόσωπα. Περισσότερο, ήταν η προσκόλληση στην Αμερική της ατομικής αξίας, στην τυφλή πίστη στο άτομο και τις δυνατότητές του, που υποτίθεται ότι ιδεολογικά εκφράζει κατ’ εξοχήν το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα. Και που σήμερα γίνεται νοσταλγία και εξωραϊσμός του παρελθόντος. Αλλά ακόμη κι έτσι, η απόσταση από τον Ρίγκαν στον Τραμπ είναι μεγάλη. Και ο ίδιος ο Ιστγουντ ξέρει ότι αυτό το παρελθόν, το παρελθόν του βρώμικου Χάρι με τον αδιαπραγμάτευτο ηθικό κώδικα και την ελαστική εφαρμογή των κανόνων, δεν μπορεί να γυρίσει πίσω. Αλλά ο βρώμικος Χάρι δεν πέθανε απλώς. Τον σκότωσε ο ίδιος ο Ιστγουντ στην ταινία του «Gran Torino» – μαζί με την εποχή του.
Στο «Gran Torino» ο Ιστγουντ είναι ο μοναχικός γέρος που τον ενοχλούν τα πάντα και ιδίως οι «σχιστομάτηδες» γείτονές του. Είναι ο ρατσιστής που δεν ξέρει ότι συμπεριφέρεται ρατσιστικά επειδή στην εποχή του αυτά δεν ήταν ρατσισμός – έτσι δεν θα έλεγε σήμερα ο ίδιος; Αλλά έπειτα έρχεται το μάθημα ζωής, τα γειτονόπουλα από τη νοτιανατολική Ασία είναι καλά και ο ίδιος πρέπει να τα υπερασπιστεί από τους αλήτες των νεανικών συμμοριών. Μόνο που στην τελευταία σκηνή δεν βγάζει από την τσέπη του το όπλο όπως θα έκανε ο βρώμικος Χάρι για να ξεβρωμίσει την κοινωνία από τους κακούς. Βγάζει έναν αναπτήρα Zippo ξεγελώντας τους αλήτες που τον σκοτώνουν με τα όπλα τους.
Οι κινηματογραφικοί κριτικοί λένε ότι σε εκείνη τη σκηνή ο βρώμικος Χάρι πέθανε για χάρη της πολυπολιτισμικής Αμερικής. Τον σκότωσε ο ίδιος ο Ιστγουντ γιατί στη σημερινή Αμερική ο βρώμικος Χάρι δεν κολλάει πουθενά, είναι ξένο σώμα, ένα απολειφάδι του παρελθόντος.
Οπως φαίνεται, όμως, ο αειθαλής Κλιντ δεν έχει σκοτώσει εκείνο το κομμάτι του εαυτού του που πιθανότατα έχει βαρεθεί τις «αδελφές», τους «σκούρους», τους «κιτρινιάρηδες» και – εκτός εισαγωγικών – τους πολιτικά ορθούς που τους υπερασπίζονται. Θέλει πίσω την λευκή του Αμερική, την Αμερική των tough guys, της αστραφτερής μασέλας, των τύπων που μασουλάνε το πούρο ανάμεσα στα δόντια και του τα λένε έξω από αυτά – να, έτσι όπως τα λέει ο Τραμπ. Εκείνη την λευκή Αμερική που τώρα την βλέπει να λυγίζει απέναντι στην παγκοσμιοποίηση που την απειλεί, τους μετανάστες που θα της πάρει τις δουλειές, τους μουσουλμάνους που θα την ανατινάξουν στον αέρα – όλους τους μουσουλμάνους που ευτυχώς θα τους πετάξει έξω ο Τραμπ.
Δεν είναι ωραίο να το σκέφτεται κανείς. Αλλά ο αειθαλής Κλιντ, ή εκείνος ο γέρος που δεν βλέπει τίποτε καλό γύρω του, δεν μπόρεσε να αντιγράψει στη ζωή του την ίδια του την τέχνη.