«O φαλλός πόσο μεγάλος είναι;». Hταν το πρώτο που άκουσα πλησιάζοντας στο χώρο όπου ηθοποιοί και συντελεστές της παράστασης «Λυσιστράτη» ήταν συγκεντρωμένοι στο σταθμό του μετρό στο Σύνταγμα, περιμένοντας να αρχίσει μια διαδραστική παρέμβαση. Δηλαδή να εισβάλουν στον χώρο της αποβάθρας, στις σκάλες, στο χώρο όπου κινείται μηχανικά το κοινό, μεταφέροντας μια αστραπιαία αίσθηση του γνωστού αριστοφανικού έργου στην καθημερινότητα των πολιτών.
Πόσο ταιριαστό; Πολύ. «Η καθημερινότητα που ζούμε είναι αριστοφανική», λέει ο σκηνοθέτης Μιχαήλ Μαρμαρινός που ήταν από νωρίς στο χώρο, δίνοντας οδηγίες, παρακολουθώντας με αυτό το βλέμμα που αν τον ξέρεις λίγο αντιλαμβάνεσαι ότι εκείνη τη στιγμή αποκωδικοποιεί και συγκεντρώνει νέο υλικό για ερμηνείες, για αποδόσεις, για δράσεις.
Η απάντηση για το πόσο μεγάλος ήταν ο φαλλός δόθηκε όταν ξαφνικά ο νευρώδης Αιμίλιος Χειλάκης πετάχτηκε στον χώρο κρατώντας ένα ομοίωμα φαλλού στο ένα χέρι και μια ασπίδα στο άλλο. Αρχισε να κυκλοφορεί παντού στον χώρο, να μη στέκεται πουθενά. Βλέμμα ανήσυχο, σώμα λεπτό και νευρώδες σε μια διαρκή διαδικασία αναζήτησης. Και έτσι ήταν: ο Κινησίας του Αριστοφάνη μέσα στο μετρό του Συντάγματος αναζητούσε γυναίκα για να ζευγαρώσει. Απόλυτα και απροσχημάτιστα σεξουαλικός.
Αλλωστε το ίδιο το όνομα που επέλεξε ο Αριστοφάνης για τον σύζυγο της Μυρρίνης που τόσο βασανίστηκε από τη συμβία του στο έργο, φανερώνει ακριβώς αυτή τη διαρκή, αυτοτροφοδοτούμενη ανάγκη που ποτέ δεν μοιάζει να ξεδιψά. Οι επιβάτες κοντοστέκονται για να παρατηρήσουν τον ηθοποιό, κινητά τηλέφωνα βγαίνουν για να απαθανατίσουν τη σκηνή, απορημένοι Ελληνες και ξένοι ρωτούν τι συμβαίνει.
Κάπως πιο απόμερα, ενώ ο Αιμίλιος Χειλάκης κατεβαίνει προς την αποβάθρα, ένας άντρας που δεν συνειδητοποιεί τι συμβαίνει κοντοστέκεται και αγριεύει. Τον κοιτά απειλητικά και αρχίζει να ξεκουμπώνει το πουκάμισό του σε μία κίνηση πρόκλησης για μονομαχία, ενώ ο ηθοποιός στέκεται ατάραχος και περιμένει την κατάλληλη στιγμή για να ανέβει ξανά στον κεντρικό χώρο του σταθμού. Η αλήθεια είναι πως δεν υπήρξε κάποιο φυλλάδιο, κάποια ανακοίνωση, κάποιο σημείο αναφοράς για το τι πραγματικά συνέβαινε. Στο γεγονός, δηλαδή, πως πρόκειται για μια δράση του Εθνικού Θεάτρου για την επικοινωνία της Λυσιστράτης που σκηνοθετεί ο Μιχαήλ Μαρμαρινός με το ευρύ κοινό.
Κάποιοι ρωτώντας έμαθαν. Αλλοι θα το μάθουν σήμερα ή αύριο διαβάζοντας τα μέσα ενημέρωσης. Θα δουν τις φωτογραφίες του Κινησία-Χειλάκη αλλά και του χορού των γυναικών που λικνίστηκε αυτάρεσκα και με αυτοπεποίθηση στον χώρο πίσω από τα ακυρωτικά μηχανήματα για τα εισιτήρια, πριν ορμήσουν προς τις κυλιόμενες σκάλες και χαθούν προς την πλατεία Συντάγματος.
Αναμεσά τους, ντυμένη στα μαύρα, με σκούρα γυαλιά ηλίου και η Λένα Κιτσοπούλου που ερμηνεύει τη Λυσιστράτη στην παράσταση του Εθνικού Θεάτρου. Και αν η παρουσία των γυναικών (Gemma Carbone, Λένα Δροσάκη, Ευαγγελία Καρακατσάνη, Αννα Κλάδη, Λένα Κιτσοπούλου, Σοφία Κόκκαλη, Ειρήνη Μαρκή, Αθηνά Μαξίμου, Ελένη Μπούκλη, Ηλέκτρα Νικολούζου, Αγλαΐα Παππά, Λένα Παπαληγούρα, Μαρία Σκουλά, Ελενα Τοπαλίδου) ήταν μια ευχάριστη χωρίς εντάσεις στιγμή του δρώμενου, η παρουσία της υψιφώνου Αθηνάς Δημητρακοπούλου υπήρξε δυναμική και απόσπασε αμέσως το χειροκρότημα.
Από το πρώτο επίπεδο του σταθμού, τραγούδησε μια άρια από αυτές που θα ακουστούν στην παράσταση (υπεύθυνος για τη μουσική είναι ο Δημήτρης Καμαρώτος). Η φωνή της κατέκλυσε το χώρο, άρχισαν όλοι να μετακινούνται προς την πλευρά της για να ξεσπάσουν σε δυνατά χειροκροτήματα όταν ολοκλήρωσε την άρια. Ηταν μια κατοπτρική εμπειρία όπου αντικρύσαμε το αντεστραμμένο είδωλο του Κινησία που πριν σάρωνε τον χώρο με την ασπίδα και τον φαλλό στο χέρι ή μέσα στην τσέπη του παντελονιού.
«Πόσο Αριστοφάνη μπορούμε να αντέξουμε;» ρωτούσε στο τέλος της δράσης μειδιώντας ο Μιχάηλ Μαρμαρινός. «Σε ποιο βαθμό αντέχουμε σήμερα τον πολιτισμό του; Τον πολιτισμό του σώματος;». Ο ψευτοπουριτανισμός και η αποξένωση από τη σωματικότητα σε μια εποχή όπου ψυχαναγκαστικά εκθέτουμε μέρη του σώματός μας και της ιδιωτικότητάς μας σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης, συγκρούονται μετωπικά με το ερώτημα που θέτει ο σκηνοθέτης. Και διεγείρει το ενδιαφέρον για την προσέγγισή του στο αριστοφανικό έργο που θα ακουστεί στην Επίδαυρο σε μετάφραση του Δημήτρη Δημητριάδη.
«Δεν υπάρχει στιγμής την καθημερινότητά μας που να μην είναι θέατρο. Αυτή η δράση μας το υπενθύμισε». Ο Μιχαήλ Μαρμαρινός υποτίτλισε με αυτή τη φράση όσα έγιναν στο σταθμό του μετρό στο Σύνταγμα το μεσημέρι της 28ης Ιουλίου. Τρεις μέρες πριν κατέβει στην Επίδαυρο μαζί με τους συνεργάτες του για να προετοιμάσουν το ανέβασμα της παράστασης. Του πρώτου έργου του Αριστοφάνη που σκηνοθετεί, αυτός ο σκηνοθέτης που ακόμα και στη πιο δραματική, εσωτερική, καταιγιστική στιγμή ξέρει να αφήνει χώρο για να αναδυθεί το χιούμορ.
Ιnfo:
Μετά την Επίδαυρο στις 4 και 5 Αυγούστου, η Λυσιστράτη θα κάνει την ακόλουθη διαδρομή
- 12 Αυγούστου, Ανδρος
- 20 Αυγούστου, Καβάλα, Αρχαίο Θέατρο Φιλίππων
- 23 Αυγούστου, Κατερίνη, Αρχαίο Θέατρο Δίον
- 28 Αυγούστου, Αρχαία Ολυμπία
- 30 και 31 Αυγούστου, Πάτρα, Ρωμαϊκό Ωδείο
- 4 Σεπτεμβρίου, Κηποθέατρο Παπάγου
- 9 Σεπτεμβρίου, Θεσσαλονίκη, Θέατρο Δάσους
- 12 Σεπτεμβρίου, Ελευσίνα, Παλαιό Ελαιουργείο
- 16 Σεπτεμβρίου, Θέατρο Βράχων
- 19 Σεπτεμβρίου, Ηλιούπολη, Θέατρο Αλσους «Δημήτρης Κιντής»
- 21 Σεπτεμβρίου, Νέα Σμύρνη, Θέατρο Αλσους
- 24 Σεπτεμβρίου, Ωδείο Ηρώδου Αττικού