Οταν πέθαινε ο Φρέντι Μέρκιουρι, το όνομά του και η ασθένεια που τότε ψιθυριζόταν ότι είχε «έπαιζαν» σε όλα τα αγγλόφωνα τάμπλοιντ. Μία μέρα πριν ξεψυχήσει ο μουσικός των Queen, τον Νοέμβριο του 1991, έδωσε στους δημοσιογράφους την ικανοποίηση –στην πραγματικότητα δεν έδινε δεκάρα για αυτούς αλλά έστελνε ένα μήνυμα στους φαν του: «ναι, πάσχω από AIDS και πεθαίνω».
Αφού διαγνώστηκε θετικός στον ιό HIV και μέχρι να υποκύψει τον Φεβρουάριο του 1990, ο εικαστικός Κιθ Χάρινγκ συγκέντρωσε όλη την καλλιτεχνική του προσοχή στην ανδρική σεξουαλικότητα και σε αυτό που τον καταδίκασε στον θάνατο. Αυτό σχεδίασε στο «cat no. 27»: ένα σπερματοζωάριο με κέρατα το οποίο εκκολάπτεται σε ένα αυγό, δεμένο στην πλάτη ενός άνδρα.
Εξοικειώνοντας τον εαυτό του με τη ιδέα του θανάτου, τα τρία τελευταία χρόνια της ζωής του, ο φωτογράφος Ρόμπερτ Μέιπλθορπ καλωσόρισε ένα νέο φετίχ στην άκρως σωματική και σεξουαλική τέχνη του: τη νεκροκεφαλή. Αφού πέθανε από αρρώστια που συσχετιζόταν με το AIDS σε ηλικία 42 ετών τον Μάρτιο το 1989, διοργανώθηκε μία έκθεση με τις φωτογραφίες του –τα γυμνά λουλούδια, τα γυμνά σώματα, τα σαδομαζοχιστικά στιγμιότυπα (σε ξεχωριστή αίθουσα), τα πορτρέτα, τις αυτοπροσωπογραφίες- που ονομάστηκε «The Perfect Moment».
Αλλά όταν έφτασε η ώρα να στηθεί η έκθεση στην Ουάσιγκτον, στο Corcoran Gallery, ένας ρεπουμπλικάνος γερουσιαστής συσπείρωσε 100 βουλευτές για να μπλοκάρει την προβολή της. Η έκθεση αναβλήθηκε, ο καλλιτέχνης την γλίτωσε, καθότι νεκρός, και ο διευθυντής της γκαλερί κατηγορήθηκε για «χυδαιότητα». Οι φωτογραφίες ήταν πράγματι –ακόμα είναι- σοκαριστικές αλλά όλοι γνώριζαν τότε ποιο ήταν το πραγματικό πρόβλημα του αμερικανού γερουσιαστή, Τζέσι Χελμς και μέρους του πληθυσμού που εκπροσωπούσε: έβλεπε το AIDS ως μία τιμωρία της ομοφυλοφιλίας.
Οταν ο Μέρκιουρι δεν αποκάλυπτε γιατί είχε αδυνατίσει και γιατί είχε αραιώσει τις εμφανίσεις του το έκανε για να προστατεύσει τα αγαπημένα του πρόσωπα. Οταν ο Χάρινγκ σχεδίαζε διαβολεμένα σπερματοζωάρια το έκανε για να ενημερώσει για τις ανάγκες του «safe sex» και να υπερασπιστεί τα δικαιώματα των ομοφυλόφιλων και των ασθενών του θανατηφόρου ιού.
Οταν ο Μέιπλθορπ απαθανάτισε τον εαυτό του με μία νεκροκεφαλή το έκανε ξεκάθαρα για την Τέχνη. Οταν προέβαλε τις σαδομαζοχιστικές σκηνές στις οποίες συμμετείχε το έκανε από προσωπική ανάγκη. Σε κάθε περίπτωση, καθένας από τους τρεις καλλιτέχνες τα έβαλε με τα ίδια ταμπού της κοινωνίας των 1980’s και 1990’s. Σήμερα, 25 χρόνια μετά, πώς αντιδρά η κοινωνία στο φωτογραφικό υλικό του Μέιπλθορπ;
Οι Φέντον Μπέιλι και Ράντι Μπαρμπάτο γύρισαν ένα ντοκιμαντέρ για τη ζωή του, το «Robert Mapplethorpe: Look at the Pictures» που έκανε πρεμιέρα στον αμερικανικό κινηματογράφο στις 5 Απριλίου. Ασφαλώς οι θεατές θα αναγνωρίσουν τις πιο διάσημες φωτογραφίες. Η τραγουδίστρια Πάτι Σμιθ, η πρώτη ερωμένη του Μέιπλθορπ, με το λευκό πουκάμισο και την κορδέλα, τα ελαφρώς σχιστά μάτια και το μισάνοιχτο στόμα για το εξώφυλλο του δίσκου της, «Horses» (1975).
Ο Μικ Τζάγκερ ψιθυρίζει κάτι στο αυτί της τότε συζύγου του Μπιάνκα, μία προσωπική στιγμή που ύστερα από 12 χρόνια μετάνιωσε που τράβηξε ο καλλιτέχνης. Η αυτοπροσωπογραφία του με μία νεκροκεφαλή η οποία συμβολίζει, ασφαλώς τον θάνατο αλλά πάνω απ’ όλα την καθαρότητα που αναζητούσε ο ίδιος με τον φακό του -είναι «η πιο αγνή γλυπτική εικόνα, με καθαρές γραμμές ανέγγιχτες από τρίχες ή κρέας, όλα γυμνά, μέχρι το κόκαλο», είχε πει ο ίδιος.
Οι πλεγμένες τουλίπες, άνθη που όπως είχε πει ο ίδιος «μπορεί να τελειοποιήσει (με τη φωτογραφική του μηχανή) όπως ακριβώς μπορεί να τελειοποιήσει και την εικόνα μίας γροθιάς χωμένης σε έναν κώλο». Σοκαριστικό; «Δεν μου αρέσει η λέξη ‘shocking’», είχε σχολιάσει ο αμερικανός φωτογράφος στο ARTnews, στα τέλη του 1988, λίγους μήνες πριν πεθάνει. «Αναζητώ το απρόοπτο, ψάχνω για πράγματα που δεν έχω ξαναδεί».
Εκτός από το απρόοπτο, ο φωτογράφος αναζητούσε τη δόξα. Ή μάλλον όλο το πακέτο: τη φήμη, το σεξ και τα χρήματα. Οι παραγωγοί του ντοκιμαντέρ φροντίζουν να αποτυπώσουν τον υπερφιλόδοξο, κοινωνιοπαθή χαρακτήρα του, που, όπως σημειώνει ο Guardian, εκμεταλλευόταν τους πάντες για να πετύχει αυτό που ήθελε. Η μούσα του, Πάτι Σμιθ το είχε πει πιο ποιητικά στο βιβλίο που αφιέρωσε στη σχέση τους «Just Kids»: «Προσευχόμασταν και οι δύο για την ψυχή του Ρόμπερτ, εκείνος για να την πουλήσει, εγώ για να τη σώσω».
Κατά τη διάρκεια της σχέσης του με τη Σμιθ -γνωρίστηκαν στα 20κάτι τους- ο Μέιπλθορπ ανακάλυψε ότι είναι ομοφυλόφιλος, λίγο αργότερα ανακάλυψε τη φωτογραφία, και κατά τη δεκαετία των 1970’s άρχισε να πειραματίζεται σεξουαλικά και να φωτογραφίζει με θεατρικό ύφος το σκηνικό του σαδομαζοχισμού (S&M) της Νέας Υόρκης. Ο νεότερος εαυτός του, που μεγάλωσε σε ένα καθολικό περιβάλλον σε προάστιο του Κουίνς, ταυτίστηκε με τις φωτογραφίες πόνου, αίματος και εξωτικών σεξουαλικών πράξεων, ακόμη και με τις γυμνές –κατά τ’ άλλα αθώες- φωτογραφίες μικρών παιδιών.
Ο μεγαλύτερος εαυτός του κατόρθωσε να εντυπωσιάσει με την Τέχνη του και ακόμη και 17 χρόνια μετά το θάνατό του να σοκάρει. Οι παραγωγοί του ντοκιμαντέρ το γνωρίζουν και γι’ αυτό δίνουν αρκετό χρόνο στον θεατή να «κοιτάξει» τις φωτογραφίες του. Ο Μέιπλθορπ διαγνώστηκε θετικός στο ιό HIV το 1986 και πέθανε το 1989. Η αυτοπροσωπογραφία του με τη νεκροκεφαλή ήταν ο τρόπος με τον οποίο ενσωμάτωσε τον θάνατο και το ίδιο το AIDS στην τέχνη του. Και το ντοκιμαντέρ για τη ζωή του λειτουργεί ως ένας ύμνος στον Μέρκιουρι, τον Χάρινγκ, ολόκληρη τη γενιά των καλλιτεχνών που έσβησε από τον ιό όταν δεν υπήρχε θεραπεία. Είναι και μία υπενθύμιση ότι από το 2000 έχουν χάσει τη ζωή τους 25,3 εκατ. άτομα λόγω του ίδιου ιού.