Οταν η Ζωή πάτησε το πόδι της στο «Χυτήριο», ο μουσικός επιμελητής βιάστηκε να διώξει τον Πλιάτσικα από τα ηχεία -ούτως ή άλλως ξέρουμε ότι ο Φίλιππος περιμένει στην ακρογιαλιά και κρατάει ένα πινέλο στο χέρι. Η Ζωή κρατούσε μία ανθοδέσμη. «Υπερασπίσου το παιδί, γιατί αν γλιτώσει το παιδί, υπάρχει ελπίδα» τραγούδησε βραχνά και αθάνατα ο Παύλος Σιδηρόπουλος.
Ολα και όλα, ο κύριος Νίκος Κωνσταντόπουλος το υπερασπίζεται το παιδί του. Σαν νύφη την έφερε στην Ιερά Οδό. Και, αλήθεια, πόσοι γονείς απολαμβάνουν αυτό το προνόμιο; Να πας την κόρη σου στην εκκλησιά να στεφανωθεί, να την πας να φτιάξει και κόμμα. Μόνο ο Κωνσταντόπουλος και ο Μητσοτάκης είχαν την ευλογία. Εβλεπα τον κύριο Νίκο και προσπαθούσα να μετρήσω πόσες φορές έχει βρεθεί στο ξεκίνημα ενός νέου κόμματος. Αρκετές. Ομως αυτή τη φορά η αγαπημένη του θυγατέρα του χάρισε ένα πολιτικό εγγονάκι. Την «Πλεύση Ελευθερίας».
Η Ζωή, λοιπόν, κομψότατη, με χαμόγελο οδοντόκρεμας και μαλλί κομμωτηρίου διέσχισε την είσοδο του υπαίθριου χώρου λίγο μετά τις οκτώ το βράδυ. Η μουσική που μας κρατούσε συντροφιά μέχρι να έρθει, ήταν ΣΥΡΙΖΑ -όπως κάποτε που τα ζευγάρια χώριζαν και έπαιρναν μισές-μισές τις κασέτες. Φυσικά, βάσει προγράμματος, η εκδήλωση επρόκειτο να αρχίσει μία ώρα νωρίτερα. Αλλά έτσι δεν γίνονται αυτά στην Ελλάδα; Οι πολιτικοί που θέλουν να σώσουν τη χώρα, δίνουν ραντεβού με την ιστορία, αλλά στήνουν τους οπαδούς τους. Υπάρχει, βλέπετε, η επικοινωνιακή σκοπιμότητα για προβολή στα δελτία ειδήσεων των καναλιών που, κατά τα λοιπά, ελέγχονται ως φορείς χειραγώγησης του πολιτικού ακροατηρίου.
Στο «Χυτήριο» το ακροατήριο είχε ενδιαφέρον. Στις εκλογές του Ιανουαρίου 2015, η Ζωή έλαβε 35.000 σταυρούς. Στην πρόσκληση της ανταποκρίθηκαν περί τα 800 άτομα, αριθμό που δεν τον λες μικρό, αλλά δεν τον αναβαθμίζεις και σε ρεύμα. Εδώ, πράγματι, το μέγεθος δεν μετράει. «Και ο Ανδρέας μόλις 150 ανθρώπους είχε πίσω του όταν έδειξε στους φωτογράφους της Διακήρυξη της 3ης Σεπτέμβρη» παρατήρησε ένας κύριος με γραβάτα. Σωστό. Θα έλεγα δε, ότι η Ζωή τον νίκησε κατά κράτος στα δυναμικά κοινά. Είχε πολλούς νέους ανθρώπους και εντυπωσιακά μεγάλη παρουσία ηθοποιών και, γενικώς, καλλιτεχνών. «Ηρθε στην παράσταση και μας κάλεσε όλους, ήταν ευγενέστατη, γιατί να μην έρθουμε;» μου είπε ο σκηνοθέτης και ηθοποιός Μάνος Πετούσης. Και ευγενέστατη να μην ήταν, η Ζωή έχει τον τρόπο της να πείθει -ιδίως τότε. Είδα σε μία γωνιά τον σκηνοθέτη Μανούσο Μανουσάκη. Μου είπαν ότι ήταν και η Ντέπυ Γκολεμά. Πέτυχα τους πρώην βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ Γιάννη Σταθά, Αγλαϊα Κυρίτση και Νάντια Βαλαβάνη. H Ραχήλ Μακρή. Να δέχεται ασπασμούς με την υπομονή που κάνει η Παναγιά στα προσκυνήματα. Ηταν και ο επικεφαλής του «Δεν πληρώνω».
Φυσιογνωμικά ήταν ένα περίεργο κοινό. Δεν έβλεπες «ψεκασμένα» βλέμματα με τα δολάρια του Σώρα να καλύπτουν τις κόρες των ματιών. Ούτε εκείνες τις παραδοσιακές φιγούρες των συνταξιούχων που δίνουν όγκο στα κομματικά ακροατήρια. Επίσης απουσίαζε το στιλιστικό της εξωκοινοβουλευτικής Αριστεράς. Οι περισσότεροι ήταν αυτό που λέμε «κανονικοί άνθρωποι». Επικοινωνιακά η Ζωή έχει το προνόμια της αναφοράς με το μικρό της όνομα. Στο «Χυτήριο», όμως, άκουγες και το «η πρόεδρος». Σωστά. Ξεχνιέται αυτό;
Κάπου εκεί σκόνταψα στο πρώτο ερώτημα της βραδιάς. Πώς γίνεται να είσαι καλλιτέχνης, επιστήμονας, ένας μορφωμένος, δημιουργικός άνθρωπος και να αποδέχεσαι την πολιτεία της Ζωής Κωνσταντοπούλου στη Βουλή; Μίλησα με μερικούς. Και μου εξήγησαν ότι ακόμα και αν δεν συμμερίζονται την πρακτική της Ζωής, συμφωνούν με την οργή της. Και λατρεύουν τη συνέπεια της.
Υπάρχει, λοιπόν, μία υπόθεση που πατάει τόσο γερά, όσο και οι τσολιάδες στο Σύνταγμα. Αν Ζωή έκανε έστω μία σειρά από μικρούς συμβιβασμούς, θα ήταν ακόμα στον θρόνο της. Το ίδιο, βέβαια, ισχύει και για τον Παναγιώτη Λαφαζάνη και για άλλους πρώην συντρόφους του Αλέξη Τσίπρα που προτίμησαν το χαρακίρι από την ατίμωση, τουλάχιστον με βάση τον δικό τους πολιτικό και ηθικό κώδικα. Αλλά ναι, η Ζωή θα μπορούσε να είναι ακόμα εκεί και να πολιτεύεται με τον ολοκληρωτισμό που την εμπνέει. Θα άφηνε τον Τσίπρα στην ησυχία του και θα ξεκοκάλιζε την υπομονή και την αντοχή όλων των άλλων. Θα έσπαγαν δε, τόσες τηλεοράσεις, που μπορεί να τη γλίτωνε και η «Ηλεκτρονική». Δεν ξέρω αν αυτό που ακολούθησε η Ζωή έχει λογική, είναι, όμως, οι αρχές της. Και εδώ έπεσα πάνω στο δεύτερο ερώτημα που γεννιέται από τη διαχρονική σύγκρουση του ιδεατού με το εφικτό. Της αλήθειας με το ψέμα. Της λογικής με τον παραλογισμό.
Πόσο χρήσιμος είναι ένας πολιτικός που σου λέει ότι θα διεκδικήσει γερμανικές οφειλές όχι μόνο από τον Δεύτερο, αλλά και από τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο; Αν το πιστεύει, τότε δεν διατηρεί καλή σχέση με τη λογική. Αν δεν το πιστεύει, τότε δεν διατηρεί καλή σχέση με την αλήθεια. Ε, η Ζωή είπε πολλά τέτοια στην ομιλία της. Κήρυξε εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα, υποσχέθηκε αποκατάσταση της Δημοκρατίας, κατάργηση μνημονίων, ανάκτηση λαϊκής κυριαρχίας -μπορείτε να τα συμπληρώσετε και μόνοι σας. Θα μου πείτε ότι η πολιτική γεννιέται από οράματα και θρέφεται από ψέματα. Ναι, απλώς είναι πάντα η λογική που έρχεται και ορίζει τη σωστή αναλογία.
Για να είμαι ειλικρινής, το ακροατήριο δεν ταράχτηκε όπως τα νερά από μία ριπή ανέμου. Οι μπροστινές θέσεις, όμως, πλημμύρισαν από ενθουσιασμό. Πολλά χειροκροτήματα, αλλά ακόμα δεν υπάρχουν συνθήματα. Υπάρχουν οι πρώτοι οπαδοί. Πριν μιλήσει η Ζωή, ένας εκπρόσωπος της γαλλικής Αριστεράς σήκωσε τη γροθιά και είπε ότι η Ευρώπη μπορεί να αλλάξει. Ο φοιτητής Σταύρος Παπαϊωάννου, που είχε καταθέσει στην αξέχαστη Επιτροπή Αλήθειας, μας προειδοποίησε ότι έχει όρεξη για αγώνες στο αμφιθέατρο.
Εξω ο παρκαδόρος έκανε χαρές για το ανέλπιστο μεροκάματο της Τρίτης. Ηρθε και ένας με σουβλάκια. Για αυτούς τους δύο η Ζωή έκανε πράξη τις υποσχέσεις της.