«Πώς να ηρεμήσει ο νους μ’ ένα σεντόνι / πώς να δεθεί η Μεσόγειος με σχοινιά», έγραφε το 1982 ο Αλκης Αλκαίος. Το δίστιχο από το «Ερωτικό» είναι αυτό που στριφογυρνά στο κεφάλι μου εδώ και κάποιες ώρες. Από την στιγμή που συναντηθήκαμε με τη Σίλα Μπενχαμπίμπ* και μετά από, σχεδόν ένα δίωρο συζήτησης μαζί της νομίζω πως η απάντηση σε όλα τα ερωτήματα που αφορούν το Προσφυγικό κρύβονται στους στίχους που μελοποίησε ο Θάνος Μικρούτσικος.
Είναι αδύνατον να διακόψεις τη μετανάστευση, όπως είναι αδύνατον να δεθεί η Μεσόγειος με σχοινιά. Είναι αδύνατον να σταματήσεις έναν πρόσφυγα ή έναν οικονομικό μετανάστη από το να εγκαταλείψει την κόλαση της χώρας του. Μπορεί να είναι εφικτό να μην τον αφήσεις να φτάσει σε ένα συγκεκριμένο μέρος, αλλά δεν γίνεται να τον κρατήσεις δέσμιο της ίδιας της πραγματικότητας που βιώνει σε ένα κράτος που βομβαρδίζεται συνεχώς.
Φυσικά, η Σίλα Μπενχαμπίμπ δεν το είπε ακριβώς έτσι. Εξάλλου, αγνοεί το ελληνικό τραγούδι. Ωστόσο, το εννόησε. Η καθηγήτρια Πολιτικής Επιστήμης και Φιλοσοφίας του Yale ήταν απόλυτη. «Σε μία εποχή που το κεφάλαιο, η πληροφορία, η είδηση, τα ηλεκτρονικά δεδομένα, το ίδιο το χρήμα κινούνται με τέτοια ταχύτητα δεν μπορείς να σταματήσεις τον βασικό υπεύθυνο πίσω απ’ όλα αυτά να κινείται. Δεν γίνεται να σταματήσει ο άνθρωπος να μετακινείται, να μετακομίζει και να μεταναστεύει», λέει κοιτώντας τον φακό της κάμερας του protagon.gr, ο οποίος εκείνη την ώρα εστιάζει στα γκρίζα σύννεφα πάνω από την Ακρόπολη. Η αμερικανή φιλόσοφος ήρθε την προηγούμενη εβδομάδα στη χώρα μας, καλεσμένη του Harvard Business School Club of Greece και του δικτύου Αλληλεγγύη-Solidarity Now για να μιλήσει για το Προσφυγικό και για τον τρόπο με τον οποίο μπορεί να δοθεί μία λύση στα ζητήματα που έχουν προκύψει με τις αυξημένες μεταναστευτικές ροές. Αυτό που κάνουμε κάτω από τον μουντό αθηναϊκό ουρανό είναι περισσότερο συζήτηση, παρά συνέντευξη. Το γιατί το ξεκαθαρίζει η ίδια με μία ατάκα της, στη ροή του λόγου: «Δεν έχω μαγικές λύσεις να προτείνω. Δεν ξέρω πραγματικά τι μπορεί να γίνει, είναι ζητήματα τόσο δυναμικά που ό,τι και να σχεδιάσει ένα κράτος μετά από λίγες ώρες μπορεί να αλλάξουν δραματικά τα δεδομένα και να μην έχουν νόημα τα σχέδια».
Τη ρωτώ για το κατά πόσο μπορεί να εφαρμοστεί και στην Ελλάδα αυτό που γίνεται στην Ιταλία. Ο Ματέο Ρέντσι έχει καταρτίσει σχέδιο μετεγκατάστασης προσφύγων σε χωριά που αντιμετωπίζουν δημογραφικό πρόβλημα και που κινδυνεύουν με ερήμωση.
«Σε γενικές γραμμές μπορεί να είναι μία λύση. Η κατεύθυνση που συνήθως φέρνει και τις αποτελεσματικότερες λύσεις είναι αυτή της ομαλής ένταξης», λέει η Μπενχαμπίμπ, ωστόσο δεν ξέρει κατά πόσο τα τόσο μικρά και ερημωμένα χωριά είναι το κατάλληλο περιβάλλον για τους πρόσφυγες. Τι προτείνει; Θα το δείτε στο παρακάτω βίντεο:
Κι εδώ είναι το οξύμωρο του όλου ζητήματος. Για την καλύτερη ενσωμάτωση και αφομοίωση στις χώρες υποδοχής, πρόσφυγες και μετανάστες προτιμούν τις μεγάλες πόλεις. Τόσο για οικονομικούς λόγους, όσο και για κοινωνικούς. Δεν στοχοποιούνται τόσο εύκολα, έχουν καλύτερη πρόσβαση σε πολιτιστικά δρώμενα που βοηθούν στη γνωριμία με τα νέα ήθη κι έθιμα της χώρας που διαμένουν και εξυπηρετούνται αποτελεσματικότερα λόγω των καλύτερων οδικών δικτύων και των ΜΜΜ.
Από την άλλη, όμως, όπως εξηγεί η Μπενχαμπίμπ, είναι οι μεγαλουπόλεις αυτές που έχουν και τα περισσότερα προβλήματα. Οχι μόνο γιατί η συγκέντρωση προσφύγων είναι μεγάλη, αλλά γιατί δεν υπάρχουν οι κατάλληλες δομές υποδοχής και φιλοξενίας. Ο κόσμος, λοιπόν, αναγκάζεται να κοιμάται στα πάρκα, να καταφεύγει σε πλατείες και χαμόσπιτα και έτσι δημιουργούνται μικρά-μικρά γκέτο. Η ίδια η ανάγκη που κάνει τη μεγαλούπολη must προορισμό μετατρέπει τη μεγαλούπολη σε διαρκή φυλακή.
Η διαφορετική -σε σχέση με το παρελθόν- προσφυγιά
Αυτό που αρκετός κόσμος δεν έχει καταλάβει είναι πως όλοι αυτοί οι πρόσφυγες ήρθαν για να μείνουν. Η κατάσταση στη Συρία -και γενικότερα στη Μέση Ανατολή- δεν έχει καμία σχέση με τα όσα είχαν γίνει στη Βοσνία ή στο Αφγανιστάν, παλαιότερα. Οι πρόσφυγες (με βάση τον ορισμό) έχουν μια προοπτική επιστροφής στα πάτρια εδάφη του μετά από 3-4 χρόνια. Τώρα, στην περίπτωση της Συρίας αυτό το χρονικό διάστημα κοντεύει να ολοκληρωθεί και είναι εξαιρετικά αμφίβολο εάν και πόσοι από τα τόσα εκατομμύρια που έφυγαν από τη χώρα θα επιστρέψουν ποτέ.
Κοινώς, το Προσφυγικό δεν πρόκειται ποτέ να λυθεί στο σύνολό του. Τουλάχιστον, όχι μέσα στην επόμενη δεκαετία, προσθέτει.
Η ώρα περνά και το τέλος της συζήτησής μας πλησιάζει. Δεν γίνεται να μην τεθεί ερώτηση για την πρόσφατη συμφωνία με την Τουρκία. Η άποψή της για τον Ερντογάν είναι περίπου η άποψη που επικρατεί σε όλη τη Δύση. Ενας απολυταρχικός ηγέτης, ο οποίος, όμως, χειρίζεται με μαεστρία τα πιόνια πάνω στη διπλωματική σκακιέρα και έχει κάνει «ματ» σε όλη την Ευρώπη. Η ίδια δεν νιώθει ιδιαίτερα άνετα με μία ενδεχόμενη επιστροφή της στην χώρα όπου γεννήθηκε και έζησε μέχρι τα 20 της. Φοβάται πως ενδεχομένως την στοχοποιήσει η τουρκική κυβέρνηση, όπως γίνεται με αρκετούς καθηγητές Πανεπιστημίων, συγγραφείς και διανοούμενους.
Η Σίλα Μπενχαμπίμπ παρατηρεί τις γαλανόλευκες σημαίες πάνω από το roof garden του Μεγάλη Βρετάνια. Η πλατεία Συντάγματος είναι στολισμένη για την 25η Μαρτίου. Μία γεννημένη στην Τουρκία 66χρονη κι ένας γεννημένος στην Ελλάδα 30χρονος συζητούν για τις σχέσεις Ελλάδας και Τουρκίας, την ημέρα που εορτάζεται η Επανάσταση της πρώτης κατά της δεύτερης. Από το 1821 έχουν περάσει, σχεδόν, 200 χρόνια και τώρα οι δύο γείτονες κοιτούν όχι πως θα νικήσει ο ένας τον άλλον, αλλά πώς θα μπορέσουν να συνεργαστούν για να «νικήσουν» τις αυξημένες προσφυγικές και μεταναστευτικές ροές.
* Η Σίλα Μπενχαμπίμπ γεννήθηκε στην Τουρκία κι από το 1970 και μετά ζει στις ΗΠΑ. Είναι Καθηγήτρια Πολιτικής Επιστήμης και Φιλοσοφίας στο Yale University και θεωρείται μία από τις σημαντικότερες πολιτικές φιλοσόφους των ημερών μας. Είναι επηρεασμένη από τη Χάνα Αρεντ και τον Γιούργκεν Χάμπερμας.