Χάρη στον λαμπερό πρωταγωνιστή του και το ελκυστικό θέμα του – τον ίδιο -, αυτό το ντοκιμαντέρ έκανε διεθνή πάταγο. Αντιθέτως, πέρασε στο ντούκου ένα άλλο φιλμ που πραγματεύεται το ποδόσφαιρο, το οποίο – τον περασμένο Δεκέμβριο – προβλήθηκε και στην Ελλάδα: «Ο Διαιτητής». Με ιταλό σκηνοθέτη -τον Πάολο Τζούκα- που θα μπορούσε, κάλλιστα, να είναι έλληνας. Διότι, δυστυχώς, η πηγή έμπνευσης της υπερβολής του είναι και ελληνική πραγματικότητα.
Πρόκειται για κωμωδία, όμως – ως γνωστόν – οι μεγαλύτερες αλήθειες λέγονται μεταξύ σοβαρού και αστείου. Ο πρωτοεμφανιζόμενος σκηνοθέτης αφηγείται, σε τρεις ιστορίες που εξελίσσονται παράλληλα, όσα συμβαίνουν στον επαγγελματικό αθλητισμό με την ανεξέλεγκτη εμπορευματοποίησή του και τα αλλεπάλληλα σκάνδαλα που τη συνοδεύουν. Με πρωταγωνιστή, τον συνήθη αποδιοπομπαίο τράγο: τον «Διαιτητή».
Δυό λόγια για το έργο: Η Ατλέτικο Παμπαρίλε είναι μια ποδοσφαιρική ομάδα για λύπηση, με ατάλαντους, υπέρβαρους, ηλικιωμένους και ανήλικους παίκτες, και με τυφλό προπονητή. Χάνει σε όλα τα παιχνίδια της, ώσπου επιστρέφει από την Αργεντινή ένας ντόπιος -κανονικός- ποδοσφαιριστής. Αλλά στη μισητή αντίπαλό της -την αλαζονική Μοντεκράστου- παίζει το αφεντικό, για το οποίο δουλεύουν οι περισσότεροι παίκτες της Παμπαρίλε. Η έκβαση της διαμάχης των δυο ομάδων (στη Γ’ Κατηγορία της Σαρδηνίας) καθορίζεται από τη φιλοδοξία του αστέρα της διαιτησίας, Κρουτσιάνι, να «σφυρίξει» στον Τελικό της κορυφαίας ευρωπαϊκής διοργάνωσης. Ολα αυτά συμβαίνουν σε ένα ιταλικό χωριό -πριν από αρκετές δεκαετίες- και ο σκηνοθέτης χρησιμοποιεί την ασπρόμαυρη φωτογραφία, για να αποφύγει τις συγκρίσεις με τη σημερινή εποχή. Οι οποίες, όμως, είναι αναπόφευκτες…
Ο κινηματογράφος συναντά τον αθλητισμό αρκετά συχνά. Με αγαπημένους πρωταγωνιστές, την ταχύτητα, την πυγμαχία -λόγω της μεγάλης απήχησης που έχει στο αμερικανικό κοινό- και το ποδόσφαιρο, όπου οι παραγωγές είναι -κυρίως- ευρωπαϊκές. Βρετανικές, οι περισσότερες.
Για τους σινεφίλ που λατρεύουν την ταχύτητα, καμμία ταινία δεν κατάφερε να προσπεράσει το «Senna». Πρωτοπροβλήθηκε στο φεστιβάλ του Σάντανς το 2011, δεκαεπτά χρόνια μετά τον τραγικό θάνατο του βραζιλιάνου θρύλου Αϊρτον Σένα -το 1994- στην πίστα του Σαν Μαρίνο. Στο ντοκιμαντέρ, που πραγματεύεται τη μυθική κόντρα του Σένα με τον Προστ, περιλαμβάνονται εντυπωσιακά πλάνα από αγώνες της Formula 1 που δεν τα είχε δει ποτέ ο κόσμος, καθώς και προσωπικές στιγμές του Σένα.
Ταινία με θέμα το μποξ («Raging Bull», του 1980) χάρισε βραβείο Οσκαρ στον Ρόμπερτ Ντε Νίρο, ο οποίος χρειάστηκε να πάρει πολλά κιλά για να ερμηνεύσει εξαιρετικά τον πυγμάχο της δεκαετίας των ’40s Τζέικ Λα Μότα, που κατάφερε να βγει από τη βίαιη και δύσκολη ζωή του (σε σκηνοθεσία Μάρτιν Σκορτσέζε). Οσκαρ για ταινία με αθλητικό θέμα πήρε, λίγο αργότερα, και ένας «δικός μας»: ο Βαγγέλης Παπαθανασίου, για τη μαγευτική μουσική του «Chariots of Fire» (Οι Δρόμοι της Φωτιάς), που αναφέρεται στην αληθινή ιστορία δυο βρετανών ερασιτεχνών δρομέων, οι οποίοι τολμούν να λάβουν μέρος και κερδίζουν στους Ολυμπιακούς Αγώνες του 1924, στο Παρίσι.
Ταινία για το μποξ, που έγραψε ιστορία, ήταν και το «Αli» (2001). Αφηγείται τη ζωή του πιο διάσημου πυγμάχου, του Κάσιους Κλέι, ο οποίος ασπάστηκε τον ισλαμισμό και άλλαξε το όνομά του σε Μοχάμεντ Αλι. Τρομερή ιστορία με εκπληκτική ερμηνεία από τον Γουίλ Σμιθ.
Υπάρχει και το «Rocky» (1976), βεβαίως. Ακόμη και σήμερα, ο Ρόκι Μπαλμπόα αποτελεί πρότυπο αθλητικής μάχης και υπερπήδησης κάθε εμποδίου. Με πολλή δουλειά, ο αδύναμος μπορεί να νικήσει τον δυνατό.
Αξεπέραστη ερμηνεία -αλλά χωρίς Οσκαρ- ήταν και εκείνη του Αλ Πατσίνο στο «Any Given Sunday» (1999). Ο πρωταγωνιστής υποδύεται έναν βετεράνο προπονητή του αμερικανικού football, ο οποίος ανησυχεί για την ομάδα του που αλλάζει ιδιοκτησία με μοναδικό σκοπό το κέρδος. Ο μονόλογος του Αλ Πατσίνο είναι από τους πιο ξεχωριστούς στην ιστορία του κινηματογράφου
Αθλητικά αδιάφορη, αλλά με πολύ δυνατές ερμηνείες, ήταν η ταινία «The Natural» (1984). Ενας νεαρός με ταλέντο στο μπέιζ-μπολ καταστρέφει την καριέρα του εξ’ αιτίας της γνωριμίας του με τη μοιραία γυναίκα. Με τον Ρόμπερτ Ρέντφορντ και την Γκλεν Κλόουζ, η οποία προτάθηκε για Οσκαρ Β’ γυναικείου ρόλου.
«Hurricane» (1999) και «Τhe Wrestler» (2008) είναι άλλες δυο αθλητικές ταινίες, στις οποίες πρωταγωνιστούν διάσημοι ηθοποιοί. Η πρώτη, με τον Ντένζελ Ουάσινγκτον, είναι η αληθινή ιστορία του μαύρου πυγμάχου Ρούμπιν -Χάρικεϊν- Κάρτερ, που το 1966 καταδικάστηκε (άδικα) για έναν τριπλό φόνο, έμεινε στη φυλακή 19 χρόνια και, μετά, κατάφερε να αθωωθεί. Η δεύτερη, με τον Μίκι Ρουρκ, έχει θέμα τον Ράντι, έναν από τους κορυφαίους επαγγελματίες παλαιστές που -έπειτα από μια καρδιακή προσβολή- αποσύρεται και επαναπροσδιορίζει τις αξίες του.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον -ακόμη κι αν δεν έχουν τίποτα να προσφέρουν στην έβδομη τέχνη- παρουσιάζουν οι ταινίες στις οποίες εμφανίζονται διάσημοι αθλητές. Είτε παίζουν τον εαυτό τους, είτε όχι. Διαλέγω μερικές από τις πιο αξιόλογες:
«Blue Chips» (1994): Αξίζει, διότι παίρνει μέρος ο μέγας Σακίλ. Αλλά και γιατί λέει μια μεγάλη αλήθεια, για τα συμφέροντα που παίζονται πίσω από τα αθλητικά προγράμματα μπάσκετ των αμερικανικών κολεγίων.
«Goal!» (2005): Στο καστ συμμετέχουν ο Ζιντάν, ο Μπέκαμ, ο Ραούλ και ο Κλάιφερτ.
«Zidane, A 21st Century Portrait» (2006): Δεν χορταίνεις να βλέπεις τον «Ζιζού» και τα μαγικά του με την μπάλα.
«Escape to victory» (1981): Ο Σταλόνε, ο Πελέ, ο Μπόμπι Μουρ, ο Μάικλ Κέιν και ο Οζι Αρντίλες στην ίδια ποδοσφαιρική ομάδα, εναντίον των Ναζί, στη «Μεγάλη απόδραση των 11». Δεν χάνεται, με τίποτα…
Επίσης, ξεχωριστές είναι οι ταινίες που βασίζονται σε αληθινές αθλητικές ιστορίες:
«The Damned United» (2009): Οι 44 ημέρες του θρυλικού βρετανού προπονητή, Μπράιαν Κλαφ, στη Λιντς Γιουνάιτεντ, την οποία μισούσε αφόρητα.
«England Manager» (2001): Το δράμα του Μάικ Μπάσετ, προπονητή της Εθνικής Αγγλίας, που ο αγγλικός Τύπος λοιδώρησε μετά τα πρώτα αρνητικά αποτελέσματα, όμως κατάφερε να οδηγήσει την ομάδα στο Μουντιάλ του 2002.
«United» (2014): Η αεροπορική τραγωδία του Μονάχου, το 1958, που αποδεκάτισε τη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ.
«A Shot at Glory»: Η νίκη της Ρέιθ Ρόβερς επί της Σέλτικ στον Τελικό του Κυπέλου Σκωτίας το 1994.
«The Game of their Lives» (2005): Βασισμένη στη νίκη (1-0) των ΗΠΑ επί της Αγγλίας στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1950, που ήταν μια από τις μεγαλύτερες εκπλήξεις στην ιστορία του θεσμού.
«Joyeux Noel» (2005), Merry Christmas: Ενώ ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος βρίσκεται σε εξέλιξη, Γερμανοί και Γάλλοι στρατιώτες αφήνουν τα όπλα και βγαίνουν από τα χαρακώματα για να παίξουν έναν αγώνα ποδοσφαίρου.
«The Two Escobars» (2010): Οι παράλληλες ζωές του «βασιλιά της κοκαΐνης», Πάμπλο Eσκομπάρ, και του κολομβιανού διεθνούς αμυντικού, Aντρές Eσκομπάρ, ο οποίος δολοφονήθηκε έπειτα από ένα αυτογκόλ στο Παγκόσμιο Κύπελλο του 1994.
Τέλος, αρκετές κινηματογραφικές ταινίες προσπάθησαν να εισχωρήσουν στο φαινόμενο της βίας στα γήπεδα. Οπως το «The football factory» (2004), ένα ψυχογράφημα του άγγλου χούλιγκαν, και το «Greet street hooligans» (2005), που επιχειρεί να αφηγηθεί πώς γεννήθηκε το φαινόμενο του χουλιγκανισμού.
Οι ελληνικές παραγωγές είναι καθαρά ποδοσφαιρικές. Αν και περιορισμένες, καλύπτουν μια ευρεία γκάμα: από ευφάνταστες κωμωδίες, μέχρι αληθινές -τραγικές- ιστορίες.
«Θύρα 7 – Η μεγάλη στιγμή» (1983): Ταινία του Νίκου Φώσκολου, εμπνευσμένη από την τραγωδία με τους 21 νεκρούς στο στάδιο Καραϊσκάκη, στις 8 Φεβρουαρίου 1981.
«Χούλιγκανς – Κάτω τα χέρια από τα νειάτα» (1983): Η εποχή που η βία στα γήπεδα είχε περάσει σε… άλλο επίπεδο, με τον φακό του Κώστα Καραγιάννη. Μπορείς να την πεις και προφητική…
«Η φανέλα με το Νο 9» (1988): Βασισμένη στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Μένη Κουμανταρέα, αφηγείται τη ζωή ενός άγνωστου αλλά ταλαντούχου και φιλόδοξου ποδοσφαιριστή, που ονειρεύεται να κατακτήσει τα γήπεδα με κάθε κόστος.
«Μπάλα απ’ τον τόπο σου» (2009): Ταινία – ντοκιμαντέρ για το ερασιτεχνικό ποδόσφαιρο.
«Η Κληρονόμος» (2009): Η Σμαράγδα Καρύδη, πρώην αεροσυνοδός και σύζυγος ενός ευκατάστατου προέδρου της μικρομεσαίας ποδοσφαιρικής ομάδας «Μαύροι Πάνθηρες», που είναι άσχετη με το ποδόσφαιρο, κληρονομεί την ομάδα…
«Μαύρη Θύελλα» (2011): Ο περιπετειώδης υποβιβασμός της ομάδας της Καλαμάτας, με τις φήμες για «στημένο» παιχνίδι να δίνουν και να παίρνουν. Και με end… μεταφυσικό.