Πριν 14 χρόνια, το 2002, ο Θανάσης Τζαβάρας είχε κάνει μια «πρόβα θανάτου» μένοντας 105 μέρες στην εντατική του Ευαγγελισμού – μια εμπειρία που την έκανε βιβλίο, το «Ταξίδι από τα Κύθηρα». Αυτή τη φορά δεν τα κατάφερε. Πέθανε τη Δευτέρα, σε ηλικία 77 ετών.
Χαρισματικός ψυχίατρος και ψυχαναλυτής, καθηγητής Ψυχιατρικής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών που οι σπουδαστές του δεν έχαναν μαθήματα, γοητευτικός συνομιλητής, ο Θανάσης Τζαβάρας έζησε από το 1965 έως το 1978 στο Παρίσι, όπου μετεκπαιδεύτηκε και εργάστηκε στη Νευρολογία-Ψυχιατρική, ερεύνησε τη Νευροψυχολογία και διαμορφώθηκε στην ψυχανάλυση στο πλαίσιο της φροϋδικής σχολής του Λακάν.
Ενδιαφέρον είναι και το επιστημονικό και συγγραφικό του έργο, ενώ υπήρξε συνεκδότης της σειράς «Τρίαψις Λόγος», μέλος της τετραμελούς συντακτικής ομάδας ενός από τα καλύτερα ψυχαναλυτικά περιοδικά, του «Εκ των υστέρων», και ιδρυτικό μέλος του περιοδικού «Σύναψις».
Μια εποχή στην Κόλαση
Το βιβλίο του «Ταξίδι από τα Κύθηρα» είναι εκείνο που γράφτηκε για να μας μεταφέρει εικόνες και σκέψεις όταν κάποιος βρίσκεται μεταξύ ζωής και θανάτου, για περισσότερο από τρεις μήνες στην εντατική, 40 μέρες σε καταστολή και στη συνέχεια με τραχειοστομή. Ηταν όπως γράφει ο ίδιος «η πιο πλούσια σε παραγωγικές φαντασιώσεις, παραισθήσεις και ψευδαισθήσεις περίοδος, που, λόγω της παιδείας μου, με παρέπεμπαν ευθέως σε παραλήρημα και οργανική ψύχωση».
Το πρώτο πράγμα που ζήτησε από τη γυναίκα του -την επίσης γνωστή ψυχαναλύτρια Ελένη Τζαβάρα- ήταν ένα τετράδιο για να καταγράφει όσα του συμβαίνουν.
Οι καλοκαιρινές διακοπές τους στα Κύθηρα διακόπηκαν βίαια από μια πνευμονία που μετατράπηκε σε πνευμονικό οίδημα και μετά από ένα περιπετειώδες πολύωρο ταξίδι με ασθενοφόρο εισάγεται στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας του Ευαγγελισμού και οι γιατροί τον βάζουν αμέσως σε καταστολή. Πέντε εβδομάδες αργότερα ξυπνάει και προσπαθεί να επικοινωνήσει με το περιβάλλον. Οι φαντασιώσεις που έχει μπερδεύουν την πραγματικότητα με το σενάριο της ταινίας «Ηellzapoppin» του 1941, όπου σε έναν χώρο που παραπέμπει στην Κόλαση ο Διάβολος συναντάται με τον σερίφη της Αριζόνας, ανάμεσα σε άπειρα καλαμπούρια και σκηνές αμιγούς τρέλας.
Για τον Θανάση Τζαβάρα η ΜΕΘ μετατρεπόταν σε ένα ονειρικό σκηνικό, οι νοσηλεύτριες σε τσιγγάνες, ενώ ένας μαθητής του στο υπόγειο του Ευαγγελισμού έφτιαχνε αντίγραφα των επίσημων εγγράφων του κράτους, θέλοντας να ρίξει την κυβέρνηση Σημίτη…
Αλλά ακόμη και μέσα στο παραλήρημα δεν ξεχνάει ότι είναι ψυχίατρος και μαζί με τον φόβο του θανάτου συνυπάρχει και το άγχος της ψύχωσης και της τρέλας. Οταν συνέρχεται από την καταστολή μέσα στη ΜΕΘ, ακούει αεροπλάνα να προσγειώνονται στον διάδρομο και είναι σίγουρος ότι έχει έρθει για επίσκεψη ο Αντουάν ντε Σαιντ Εξυπερί, ο συγγραφέας του Μικρού Πρίγκιπα.
All we need is love
Παρατηρεί και καταγράφει και τις αντιδράσεις των συγγενών και των ανθρώπων γύρω του, που καταφεύγουν σε προσευχές, σε εναλλακτικές θεραπείες, σε οτιδήποτε θα μπορούσε να ξορκίσει τον θάνατο, ενώ οικτίρει τους φίλους του επιστήμονες που προσπαθούν να εξηγήσουν την περίπτωσή του με ψυχοσωματικές ή ψυχαναλυτικές ερμηνείες.
Στο «Ταξίδι από τα Κύθηρα» ο Θανάσης Τζαβάρας καταγράφει τις μέρες της απομόνωσης στην εντατική, μονολογεί, εξιστορεί, κρίνει, κοροϊδεύει τον εαυτό του, μιλάει για τους φίλους του και τη γυναίκα του, σαρκάζει και αυτοσαρκάζεται.
«Φτηνά τη γλίτωσα» έλεγε τότε, με ευγνωμοσύνη για τους γιατρούς «για μια ομάδα που πετούσε». Οπως έχει πει σε συνέντευξή του στο Βήμα «Σώθηκα επειδή µε αγαπούσαν οι δικοί µου. Με επηρέασε καταλυτικά αυτή η ιστορία. Οταν έρχεσαι από “µακριά”, αντιλαµβάνεσαι τη µαταιότητα των πραγµάτων. All we need is love». Ή όπως το έχει διατυπώσει σαν προτροπή «Είμαστε φθαρτοί, ας ζήσουμε».