25 Νοεμβρίου 2021. Εξω από ένα ιδιωτικό νοσοκομείο της Αττικής. Δύο αδέλφια περιμένουν να ανέβουν να επισκεφθούν τον άρτι χειρουργημένο πατέρα τους. Ο ένας επιδεικνύει στον φύλακα της εισόδου πιστοποιητικό εμβολιασμού (και με την τρίτη δόση) και μοριακό τεστ. Ομως τρώει «πόρτα»: «Λυπάμαι δεν μπορείτε να περάσετε, το τεστ σας είναι 72 ωρών και όχι 48».
Σε δέκα ακριβώς λεπτά ο (δις εμβολιασμένος) αδελφός του περνάει τον έλεγχο για πλάκα, χωρίς καν rapid. «Τον έπιασα τον σεκιούριτι στο μπλα μπλα, του είπα ότι θα το του φέρω μετά και μου έδειξε εμπιστοσύνη! Πόσο εύπιστος, μαλάκα!» εξηγεί γελώντας δυνατά.
Πέρα από τα προφανή κενά ασφαλείας στον έλεγχο του νοσοκομείου, το παραπάνω περιστατικό (του οποίου υπήρξα αυτόπτης και αυτήκοος μάρτυρας), μου υπενθύμισε ότι στα χέρια της Covid-19 η εμπιστοσύνη δεινοπαθεί, ενίοτε κατακρεουργείται. Οχι, μόνο η εμπιστοσύνη στους θεσμούς, στην κυβέρνηση, στην επιστήμη, στους δημοσιογράφους, στην ικανότητα της ανθρωπότητας να βγαίνει ζωντανή από παγκόσμιες κρίσεις. Η άλλη, η κοινή εμπιστοσύνη του ενός προς τον άλλο.
Μεταδοτική καχυποψία
Εντάξει, δεν ήμασταν ποτέ εδώ και καμιά Δανία. Ποτέ δεν θα αφήναμε π.χ. το μωρό εντελώς μόνο του στο καρότσι πάνω στο πεζοδρόμιο για να πάμε να πιούμε ζεστή σοκολάτα στο καφέ απέναντι, όπως γίνεται στο Ααρχους (το είδα με τα μάτια μου τις προάλλες στη σειρά ντοκιμαντέρ «Η παράξενη πόλη μου» της ΕΡΤ3).
Οχι, δεν έχουμε καμία σχέση με το εξωτικό «samfundssind» (σε πολύ ελεύθερη απόδοση: «κοινοτικό πνεύμα»), πάνω στο οποίο κτίστηκε το δανέζικο πανδημικό θαύμα (τουλάχιστον μέχρι την άφιξη της Ομικρον). Ισα ίσα, κοροϊδεύουμε που το ένα 75% των Δανών αντιμετωπίζουν τους ανθρώπους γύρω τους ως «άξιους εμπιστοσύνης», όταν εμείς, 9 στους 10 δηλώνουμε ότι δεν εμπιστευόμαστε ούτε τη σκιά μας (από τις απαντήσεις των Ελλήνων στα ερωτήματα της παγκόσμιας έρευνας αξιών World Values Survey).
Απλά με την πανδημία, η δική μας εγγενής «κρίση εμπιστοσύνης» υποτροπίασε. Οπως συμφιλιωθήκαμε με την απόσταση («Εχω πια συνηθίσει αυτή τη μη- αγκαλιά» μου έλεγε προ ημερών ένας γνωστός), έτσι εναγκαλιστήκαμε και τη δυσπιστία μας απέναντι σε όλους. Σας έχει τύχει τελευταία να θέλετε να βοηθήσετε κάποιον ηλικιωμένο φορτωμένο με σακούλες από το σουπερμάρκετ και να μην το τολμάτε;
Τώρα, ακόμα και οι μέχρι πρότινος αθώες, αυτονόητες ανθρώπινες συναλλαγές που βασίζονται στην αμοιβαία εμπιστοσύνη (π.χ. μου σερβίρεις ένα ωραίο, ζεστό γεύμα στο εστιατόριό σου και ξέρεις ότι εγώ θα σου πληρώσω στο τέλος το λογαριασμό) έχουν μετατραπεί σε ένα υπερρεαλιστικό αλισβερίσι βασισμένο σε ένα προκάτ κλίμα αμοιβαίας καχυποψίας.
Τώρα, πριν μπω στο εστιατόριό σου, εσύ θα μου ζητήσεις ταυτότητα και αληθινό πιστοποιητικό εμβολιασμού και εγώ θα προσέχω την ώρα που με σερβίρεις σε ποιο επακριβώς ύψος βρίσκεται η μάσκα πάνω από τη μύτη σου και πώς πιάνουν τα δάχτυλά σου το αχνιστό πιάτο.
Ολοι στο ίδιο τσουβάλι
Οι ξένοι είναι πλέον, όλοι ανεξαιρέτως, επικίνδυνοι. Ποιον δηλαδή να εμπιστευτείς; Τον απογραφέα/σίριαλ κίλερ που σου χτυπάει την πόρτα; Τον οδηγό του ταξί που σου λέει «κάνουμε χρυσές δουλειές τώρα με την πανδημία»; Τον τύπο στο πολυκατάστημα (που μπορεί να είναι και θετικός και να κόβει βόλτες σαν να μην τρέχει τίποτα);
Ακόμα, πολλοί μέχρι πρότινος οικείοι έχουν μπει στη ζώνη επικινδυνότητας. Πόσο εμπιστεύσιμη είναι εν έτει 2021 η εδώ και χρόνια κολλητή σου φίλη που σε καλεί να πάτε να φάτε, ενώ ξέρεις πολύ καλά ότι ανήκει στους «μασίφ» αντιεμβολιαστές;
Τα ίδια και χειρότερα για τα πλήθη. Δεν έχεις ιδέα πότε θα τα εμπιστευτείς ξανά, πότε θα αφεθείς άφοβος στο σάρκινο κύμα π.χ. μιας ροκ συναυλίας. Kατά το National Geographic, νευροεπιστήμονες και ψυχολόγοι θεωρούν ότι πρόκειται για «μια καινούργια συναισθηματική εμπειρία». Βλέπεις πια μια ταινία ή μια σειρά με έντονο συνωστισμό και νιώθεις το σώμα σου να ζαρώνει σχεδόν με αποστροφή (σαν να σκόνταψες μόλις πάνω σε ψόφιο αρουραίο).
Νέα εμπιστοσύνη
Σαν αντίβαρο, νέες μορφές εμπιστοσύνης κάνουν δειλά δειλά την εμφάνισή τους. Παίρνεις π.χ. τη θέση σου στο θέατρο και εμπιστεύεσαι αναγκαστικά στον άνθρωπο στo διπλανό κάθισμα ότι δεν θα έχει έρθει να δει μια παράσταση με πυρετό και μύξα. ‘Η δίνεις με προθυμία το κινητό σου τηλέφωνο στο κομμωτήριο, προκειμένου να σε ειδοποιήσουν αν… ο μη γένοιτο.
Μια υπάλληλος τραπέζης μου εξηγούσε πώς έχει μάθει στην εξάχρονη κόρη της να κάνει μόνη της self test: «Την εμπιστεύομαι ότι θα το κάνει καλά. Τής λέω: “Μέχρι να κλάψουν τα ματάκια, όχι παραπάνω”». Οπως και να το κάνουμε, η εμπιστοσύνη δεν είναι τυφλή, ενέχει μια εκούσια ανάληψη ρίσκου. Οταν την εκχωρείς, αναγκαστικά ριψοκινδυνεύεις.
Το χειρότερο είναι ότι τα χαμηλά ποσοστά διαπροσωπικής εμπιστοσύνης συνδέονται με μεγαλύτερα ποσοστά άγχους και κατάθλιψης. Οι ΗΠΑ είναι ένα καλό παράδειγμα. Σύμφωνα με έρευνα του Pew Research Center στις αρχές της πανδημίας, το 35% των Αμερικανών που εμπιστεύονται ελάχιστα τους άλλους («low trusters») έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες να νιώθουν άγχος, μοναξιά κ.ο.κ.
Μέσα σε ένα τόσο έμπλεο καχυποψίας σύμπαν, τι κάναμε; Επιλέξαμε να καταπιούμε «αμάσητη» τη «διανεμόμενη εμπιστοσύνη».
Με άλλα λόγια, αναζητούμε σύντροφο μέσα στο Tinder, υπακούμε δουλοπρεπώς στις προτάσεις του Netflix για το ποια ταινία θα δούμε απόψε, αγοράζουμε αυτοκίνητο στο ebay, φτιάχνουμε συνταγές που μας προτείνει ένας ξεμάλλιαγος έφηβος στο TikTok και μένουμε (μέσω Airbnb) στο σπίτι κάποιου τυχάρπαστου στην άλλη άκρη του πλανήτη.
Aσκήσεις δυσπιστίας
Η χαμηλή διαπροσωπική εμπιστοσύνη συνεπάγεται αναπόφευκτα και κουτσουρεμένη εμπιστοσύνη στους θεσμούς. Διότι η καχυποψία είναι πιο μεταδοτική και από τον SARS CoV-2. Αν δηλαδή δεν εμπιστεύεσαι ότι ο Μπάμπης δίπλα θα πλύνει καλά τα χέρια του, πώς θα νιώσεις σιγουριά με το κράτος; Αν δεν εμπιστεύεσαι τον γιατρό του ΕΣΥ να σου κάνει τη διασωλήνωση, αργά ή γρήγορα θα ακούσεις τις συμβουλές κάποιας ζουρλοπαντιέρας που θα σε στείλει με μαθηματική ακρίβεια στα θυμαράκια.
Αναπόφευκτα, υπογραμμίζει ο Εconomist, οι low trust χώρες, αυτές δηλαδή στις οποίες βασιλεύει η κοινωνική καχυποψία (ανάμεσά τους φυσικά και η Ελλάδα) παίρνουν πολύ πιο αυστηρά μέτρα για την αναχαίτιση της Covid-19. Συνεπώς, στυγνότερα lockdown, αυστηρότερα πρόστιμα, χειρότερος λαϊκισμός, περισσότεροι εκκολαπτόμενοι Μπολσονάρο, πιο παρανοϊκοί θιασιώτες συνωμοσιολογιών.
Τελικά, μήπως είναι αυτή η επιδημία ανεμπιστοσύνης που κάνει τον ιό να θεριεύει; Οπως τόσο αριστοτεχνικά το συνόψισε στο Τime ο Γιουβάλ Νόε Χαράρι, ήδη από τον Μάρτιο του 2020: «Αυτή τη στιγμή της κρίσης, ο αγώνας θα κριθεί στους κόλπους της ίδιας της ανθρωπότητας. Αν αυτή η επιδημία έχει ως αποτέλεσμα μεγαλύτερη ασυμφωνία και καχυποψία μεταξύ των ανθρώπων, θα είναι η μεγαλύτερη νίκη του ιού. Οταν οι άνθρωποι καβγαδίζουν, οι ιοί πολλαπλασιάζονται».