Απόψεις

Υπάρχει η «κατάρα της δεύτερης τετραετίας»;

Θαρρώ πως ο Κυριάκος Μητσοτάκης, κάποια στιγμή αργά το βράδυ, στο σπίτι ή στο γραφείο του, όταν όλα σωπαίνουν και εκείνος κάνει μέσα του έναν γρήγορο απολογισμό της ημέρας… δεν μπορεί, θα σηκώνει τα μάτια προς τα πάνω και θα ρωτά: «Μα, όλα σε μένα πρέπει να τύχουν;»
Δημήτρης Ευθυμάκης

Πάντα αναρωτιόμουν αν πράγματι υφίσταται η περίφημη «κατάρα της δεύτερης τετραετίας». Αυτά που είδα να συμβαίνουν σε όλους τους πρωθυπουργούς που κατάφεραν να κερδίσουν μια δεύτερη συνεχόμενη θητεία είχαν σχέση με κάποια «κατάρα» ή ήταν απλά παρεπόμενα της πολλαπλής κούρασης που φέρνει η μακροχρόνια τριβή με την εξουσία; Πάντως, αν πράγματι υπάρχει, χτύπησε και τον Κωνσταντίνο Καραμανλή, και τον Ανδρέα Παπανδρέου, και τον Κώστα Σημίτη, και τον Κώστα Καραμανλή. Αυτοί οι τέσσερις κέρδισαν δεύτερη συνεχόμενη θητεία από το 1974 μέχρι σήμερα.

Μια απλή ανάγνωση της «κατάρας» αυτής λέει ότι ο πρωθυπουργός που επανεκλέγεται (άρα αρχίζει τη δεύτερη θητεία του με καλούς οιωνούς), χάνει ξάφνου τον έλεγχο των εξελίξεων για ανεξήγητους λόγους. Οι κυβερνήσεις που φτιάχνει δεν δουλεύουν καλά, το κυβερνητικό έργο βαλτώνει, σκάνδαλα συνταράζουν τη θητεία του, βλέπει τη δημοτικότητά του να πέφτει ραγδαία και αρχίζει μια πορεία φθοράς που τον οδηγεί σε απώλεια της πρωτοβουλίας των κινήσεων και σε σίγουρη ήττα, αν στο μεταξύ δεν εγκαταλείψει οικειοθελώς. Αυτό είναι πάνω-κάτω το θρυλούμενο πλαίσιο της «κατάρας».

Από τους τέσσερις πρωθυπουργούς που υποτίθεται ότι έπεσαν θύματά της, οι δύο αρνήθηκαν να πάνε καν σε τρίτη εκλογική μάχη. Προφανώς, θεωρούσαν ότι πήγαιναν σε σίγουρη ήττα. Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, που το 1979 μεταπήδησε στην Προεδρία της Δημοκρατίας, και ο Κώστας Σημίτης, που το 2004 δεν πήρε καθόλου μέρος στις εκλογές, αλλά έδωσε δακτυλίδι στον γιο του Ανδρέα.

Από τους άλλους δύο, ο μεν Ανδρέας Παπανδρέου αρρώστησε στα μέσα της δεύτερης τετραετίας και το 1989-90 πήγε σε (τριπλές) εκλογές σχεδόν κλινήρης. Τις έχασε όλες, όντας υποψήφιος και για ειδικό δικαστήριο. Ο τελευταίος των τεσσάρων, Κώστας Καραμανλής, ουσιαστικά τα παράτησε στη μέση της δεύτερης θητείας του (2008), γονατισμένος από ένα σκάνδαλο που δεν ήταν σκάνδαλο (Βατοπέδι), και πήγε σε βαριά ήττα, με πρόωρες εκλογές τις οποίες προκήρυξε αλλά δεν πάλεψε καν.

Οι άλλοι μεταπολιτευτικοί πρωθυπουργοί (εξαιρώ μεταβατικούς και έκτακτους) έκαναν μία μόνο θητεία, άρα αυτοί ενδεχομένως να αναμετρήθηκαν με κάποια άλλη, μη καταγεγραμμένη ακόμα κατάρα. Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, Αντώνης Σαμαράς, Γιώργος Παπανδρέου, Αλέξης Τσίπρας (με οκτάμηνη πρώτη θητεία που ουσιαστικά δεν μετράει) δεν ευτύχησαν σε νέα κυβερνητική ευκαιρία. Οι τρεις ηττήθηκαν, ο Γιώργος (άλλο πρωτοφανές) παρέδωσε την εξουσία. Και οι τέσσερις αυτοί, πάντως, έφυγαν από την πρωθυπουργία έχοντας βαριά λαϊκή δυσαρέσκεια στις πλάτες τους, συχνά αναντίστοιχη με την τελική αποτίμηση του έργου τους.

Το ερώτημα αν ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα γίνει κοινωνός της «κατάρας» έμοιαζε αστείο μέχρι τα μέσα του καλοκαιριού. Τώρα, όχι πια. Φυσικά, οι σοβαροί άνθρωποι δεν πιστεύουν σε κατάρες, βουντού, ξόρκια, γκαντεμιές, ματιάσματα και συναστρίες. Προτιμούν να πιστεύουν στον προγραμματισμό, τη σκληρή δουλειά, την επιστημονική θεώρηση των πραγμάτων, τη γρήγορη προσαρμοστικότητα στις αλλαγές του περιβάλλοντος και τη διδαχή τους από τα λάθη τους.

Είναι βέβαιο ότι ο Μητσοτάκης είναι αυτής της ορθολογικής σχολής. Γι’ αυτό και διαρκώς μελετά την επόμενη και τη μεθεπόμενη κίνησή του, που θα μετατρέψουν το απρόσμενα ζόρικο και καταστροφικό παρόν σε ευκαιρία του μέλλοντος. Παρά ταύτα, θαρρώ πως κάποια στιγμή αργά το βράδυ, στο σπίτι ή στο γραφείο του, όταν όλα σωπαίνουν και εκείνος κάνει μέσα του έναν γρήγορο απολογισμό της ημέρας… δεν μπορεί, θα σηκώνει τα μάτια προς τα πάνω και θα ρωτά: «Μα, όλα σε μένα πρέπει να τύχουν;»