Στην πορεία ενός κόμματος, υπάρχουν αποφάσεις που το καθορίζουν. Η επιλογή του Κινήματος Αλλαγής να απαιτήσει αλλαγές για να ψηφίσει το νομοσχέδιο για τις συναθροίσεις, η επιτυχία του και το τελικό «ναι» επί της αρχής, του έδωσαν ένα μεταρρυθμιστικό πρόσημο που στο πρόσφατο παρελθόν δεν ήταν διακριτό. Για πρώτη φορά εδώ και χρόνια, είδαμε ένα άλλο μοντέλο πολιτικής συζήτησης μέσα στην Βουλή: μια κυβέρνηση που υποχώρησε με σκοπό την διευρυμένη πλειοψηφία και μια αντιπολίτευση που διεκδίκησε και πέτυχε να αλλάξει συμβολικά, αλλά και επί της ουσίας, σημεία του νόμου. Μια καλή νέα αρχή για το πολιτικό σύστημα, μια πιθανή αλλαγή σελίδας για την Κεντροαριστερά.
«To DNA του ΠΑΣΟΚ είναι στους αγώνες και στον δρόμο», λένε εκείνοι μέσα στο Κίνημα Αλλαγής που διαφωνούν με την απόφαση που έλαβε την Τρίτη η κοινοβουλευτική ομάδα. Μα, δεν είναι στο DNA των Εργατικών ο δρόμος; Εδώ και δεκαετίες, με όποια ηγεσία, ενημερώνουν την αστυνομία για την διαδήλωση που οργανώνουν, συμπληρώνουν τα απαραίτητα δεδομένα για το μέγεθος και την διαδρομή της πορείας και παρέχουν στοιχεία για άμεση επικοινωνία των αρμοδίων μεταξύ τους. Στην Γαλλία, την χώρα της επανάστασης, από το 1935 οι διαδηλωτές πρέπει να ενημερώνουν τις αρχές για την διεξαγωγή οποιασδήποτε συνάθροισης –η διαμαρτυρία με αφορμή τα Κίτρινα Γιλέκα και ο διχασμός στο κόμμα του Μακρόν δεν έγινε για την προσαρμογή αυτής της διάταξης, που όλοι θεωρούν δεδομένη, αλλά γιατί η κυβέρνηση εισήγαγε νομοθεσία με βάση την οποία απαγορεύεται η συμμετοχή όχι συλλογικοτήτων αλλά συγκεκριμένων ατόμων στις διαδηλώσεις.
Και αν αυτά είναι εύκολα παραδείγματα, υπάρχει και αυτό της ευρωπαϊκής χώρας με το πιο μακροχρόνιο στρατιωτικό καθεστώς. Στην Ισπανία, το Σύνταγμα του 1978, που κυρώθηκε με δημοψήφισμα, προβλέπει ενημέρωση της αστυνομίας πριν από τις διαδηλώσεις και απαγόρευσή τους στην περίπτωση που, με βάσιμη αιτία, οι αρχές θεωρήσουν πως αναμένεται παραβίαση της δημόσιας τάξης, η οποια συνεπάγεται κίνδυνο για τους πολίτες και για περιουσίες.
Οι ισορροπίες είναι βέβαια πολύ λεπτές. Τόσο στην Γαλλία όσο και στην Ισπανία, τα τελευταία χρόνια ο πολιτικός κόσμος διχάζεται για διατάξεις που αφορούν υπέρογκα πρόστιμα για όσους συμμετέχουν σε μια βίαιη διαδήλωση, ανοχή στην υπέρμετρη βία της αστυνομίας ή κυνήγι προσώπων. Και είναι λογικό. Όμως το Κίνημα Αλλαγής δεν θα ψηφίσει τίποτα από αυτά, που έτσι κι αλλιώς δεν υπάρχουν στο νομοσχέδιο. Ούτε καν το προβληματικό άρθρο της αστικής ευθύνης του οργανωτή, που συνεχίζει να υπάρχει. Με τις κεντροαριστερές προτάσεις που έγιναν δεκτές, η αστυνομία δεν θα αποφασίζει μόνη της για την απογόρευση μιας διαδήλωσης ή την διάλυση μιας πορείας, ενώ η συμμετοχή σε μη γνωστοποιούμενη συνάθροιση δεν θα θεωρείται ιδιώνυμο αδίκημα.
Το ΚΙΝΑΛ, βέβαια, ψηφίζει πλαίσιο ρύθμισης –ποια είναι η εναλλακτική επιλογή για ένα σοσιαλδημοκρατικό κόμμα που θέλει να λέγεται μεταρρυθμιστικό; Όπως εξελίσσεται, η όλη ιστορία είναι συνακόλουθη με αυτό το ρημάδι το DNA: όταν ο Κώστας Σημίτης στήριζε την αλλαγή των ταυτοτήτων, το μισό κόμμα ήταν απέναντί του. Όταν ο Γιώργος Παπανδρέου στήριζε τον νόμο Διαμαντοπούλου, το μισό κόμμα ήταν απέναντί του. Έτσι, όμως, είναι τα κόμματα. Καμιά φορά, έτσι είναι και οι ηγεσίες. Για το Κίνημα Αλλαγής είναι θετικό που πήρε ξεκάθαρη θέση, που επιτέλους στο εσωτερικό του διαφωνούν για πολιτική και όχι για κουτσομπολιό. Μόνο έτσι μπορεί ένα τρίτο κόμμα να καθιερωθεί ως παραγωγικό: οι φωνές το εξομοιώνουν με τον ΣΥΡΙΖΑ, που όμως έχει εδώ και χρόνια την πρωτοκαθεδρία στα φωναχτά και δεν την χάνει με τίποτα.
Το «όχι» έχει σημασία όταν έρχεται από εκείνους που δεν λοξοκοιτούν προς την αξιωματική αντιπολίτευση, που είδαν ίσως στο νομοσχέδιο μια ευκαιρία περαιτέρω αποστασιοποίησης από τη ΝΔ. Πόσα όμως τους πρόσφεραν τα «όχι» χωρίς συζήτηση έως σήμερα; Ας αφήσουμε στην άκρη τα στελέχη του. Κρυφές και δημόσιες δημοσκοπήσεις δείχνουν πως η βάση του Κινήματος Αλλαγής αυτοπροσδιορίζεται σε μεγάλο βαθμό ως κεντρώα. Απαρτίζεται, καλώς ή κακώς, από αυτούς που χρόνια περιγράφουμε ως νοικοκυραίους –μεταξύ αυτών και εκείνοι που έφυγαν από το ΠΑΣΟΚ για τον ΣΥΡΙΖΑ και πέταξαν στις προηγούμενες εκλογές προς ΝΔ. Στην Ελλάδα, αυτή η μεσαία τάξη που καθορίζει κυβερνήσεις είναι (με την ευρύτερη έννοια) ΠΑΣΟΚ: κάποια στιγμή, οι περισσότεροι έβαλαν στην κάλπη ένα πράσινο ψηφοδέλτιο. Δεν θα γυρίσει πίσω με τσιτάτα του ’80, αλλά με την ένδειξη πως, τουλάχιστον, το Κίνημα Αλλαγής δεν αρνείται τις νίκες του για να διαφοροποιηθεί από την κυβέρνηση –το μόνο βέβαιο είναι πως γι’ αυτό θα του δοθούν πολλές ευκαιρίες στο μέλλον.
Όταν τα κόμματα απευθύνονται αποκλειστικά στον στενό τους πυρήνα, χάνουν τους υπόλοιπους. Κι όμως, αυτοί οι υπόλοιποι, οι δύσπιστοι είναι αυτοί που κάνουν την διαφορά. Στην Κεντροαριστερά υπάρχουν πολλοί τέτοιοι, άστεγοι ακόμα, απογοητευμένοι. Και εκείνοι είναι η σωτηρία του Κινήματος Αλλαγής. Αρκεί να μην τους θυμάται μόνο σε κάτι νομοσχέδια όπως αυτό, αρκεί να μην ξαναμπεί στην λογική των ίσων αποστάσεων ούτε όταν σε κάτι θα διαφωνεί με την κυβέρνηση.
Εργατοπατέρες και φίλα προσκείμενοι στο υβρίδιο του «πασοκοσυριζαίου», από την άλλη, μάλλον δεν έχουν καταλάβει ακόμα πως, κάποια στιγμή στο όχι και τόσο μακρινό μέλλον, η έξαρση λαϊκισμού που ξεκίνησε το 2011 θα κοπάσει. Δεν έχουν καταλάβει πως τους έχει ξεπεράσει η εποχή τους –όλα κάποια στιγμή τελειώνουν. Δεν κατάλαβαν καν ότι πόνταραν σε άσπρη Porscha, αλλά τους βγήκε μεταχειρισμένο Φιατάκι. Η δική τους κριτική επιβεβαιώνει την διακριτότητα του Κινήματος Αλλαγής από τον ΣΥΡΙΖΑ. Και οι αλλαγές στην μεταρρύθμιση την διαφορά του από την ΝΔ, ακόμα κι αν θέλουν να τις κάνουν να ακούγονται ως ψιλά γράμματα.
«To DNA του ΠΑΣΟΚ είναι στους αγώνες και στον δρόμο». Και η επιλογή του, όμως, σ’ αυτό το νομοσχέδιο, στο DNA του είναι.