| CreativeProtagon / Shutterstock
Απόψεις

Βρήκαμε λεφτόδεντρο;

Η απάντηση στο ερώτημα γιατί δεν έγινε νωρίτερα η ευρεία παρέμβαση για τους λογαριασμούς του ρεύματος, περιλαμβάνει λάθη, αντικειμενικές δυσκολίες και ένα κεντρικό δίλημμα: Για να σου πουν για λίγες ημέρες «μπράβο», προσθέτεις ένα ακόμη κεφάλαιο στην παράδοση του «δυστυχώς επτωχεύσαμεν»; Διότι για τους Ευρωπαίους δεν αργήσαμε, βιαστήκαμε…
Αλέκος Παπαναστασίου

Oσοι έχουν μεγαλώσει στην επαρχία ή επισκέπτονταν τους παππούδες στο χωριό, θυμούνται την εντύπωση που τους έκαναν τα παιχνίδια στους πάγκους, στο πανηγύρι ή τις μέρες κοντά στο Πάσχα. Θυμούνται τον ήχο της γεννήτριας και το σύννεφο της τσίκνα, μα πάνω απ´ όλα θυμούνται τη χαρά όταν έπιαναν στα χέρια τους ένα καινούργιο παιχνιδάκι. Και τη λύπη όταν αυτό χαλούσε, δύο-τρεις μέρες μετά.

Τα πασχαλιάτικα του πάγκου, που τα λέγαμε και «Κυριακή χαρά – Δευτέρα λύπη» ήταν ο ορισμός της στιγμιαίας χαράς. Αλλά και της λύπης για αρκετό καιρό, γιατί όταν χαλούσε το παιχνίδι, ο πάγκος ήταν πια σε άλλο πανηγύρι, οι γονείς στην Αθήνα και στην πλατεία είχε μόνο σοκολάτες.

Τι σχέση έχει τώρα αυτό με τις ανακοινώσεις για τις μειώσεις στους λογαριασμούς του ρεύματος, το γιατί δεν έγιναν νωρίτερα και γιατί φτάσαμε να ζούμε επί μήνες όλα αυτά τα ηλεκτροσόκ μέχρι να αποφασιστεί μια (ακόμη πιο) ευρεία παρέμβαση που μπορεί να αλλάξει δραστικά τα πράγματα;

Γιατί δηλαδή, την ώρα που συσσωρευόταν η οργή και η αγανάκτηση, η κυβέρνηση δεν έδινε αμέσως όλα τα λεφτά για να μη χρειαστεί να τα ζήσουμε όλα αυτά; Η πιο σύντομη απάντηση είναι ότι κάθε κυβέρνηση δεν έχει τα δικά της λεφτά, έχει τα δικά μας. Αυτά που πληρώνουμε με φόρους, εισφόρες κ.λπ. Και άντε, αν έχει «πρόσωπο», μπορεί και να δανειστεί λίγα ακόμη και από τους ξένους.

Αυτό ισχύει και αντίστροφα. Το να προσθέσεις ένα ακόμη «δυστυχώς επτωχεύσαμεν» στη μακρά παράδοση που έχουμε στο «σπορ», σημαίνει τυπικά ότι χρεοκοπεί το κράτος, αλλά ουσιαστικά και πρακτικά ότι χρεοκοπούμε όλοι εμείς. Γιατί από εμάς θα τα ζητήσει το κράτος αν του λείπουν και αν δεν έχει «πρόσωπο» να δανειστεί: με αύξηση φόρων και εισφορών, μειώσεις σε μισθούς και συντάξεις, ψαλίδισμα επιδομάτων, κατασχέσεις σε λογαριασμούς ακόμα και για μικροποσά και πάει λέγοντας. Μας θυμίζει κάτι;

Μας θυμίζει. Την προηγούμενη δεκαετία. «Ε, δεν είχε και χαρές βρε αδερφέ;» θα πει κανείς. Είχε. Πάρα πολλοί άνθρωποι ενθουσιάστηκαν με το «Όχι» του ψηφίσματος παρότι ήταν αδύνατον να καταλάβεις τι έγραφε το ψηφοδέλτιο. Ήταν για πολλούς μια στιγμή χαράς μετά από χρόνια ασφυκτικής πίεσης. Αλλά ήταν και ο ορισμός του πασχαλιάτικου παιχνιδιού: Κυριακή χαρά – Δευτέρα λύπη.

Θα χαιρόμασταν άραγε αν μετά το σοκ του λογαριασμού της ΔΕΗ, που έρχεται να μας τρομοκρατήσει μέσα στο σπίτι μας -έτσι όπως μας κοιτάει με το μαγνήτη πάνω στο ψυγείο- μας έλεγαν από την κυβέρνηση «άκυρον, κάψτε τον, βρέθηκαν λεφτά»; Ασφαλώς! Και αυτοί θα χαίρονταν: Υπάρχει Πρωθυπουργός που δεν θέλει να ακούει «μπράβο, μας καταλαβαίνεις»;

Άρα καλώς καθυστέρησε η κυβέρνηση; Δεν υπήρξαν λάθη, παλινωδίες, ελλιπής ενημέρωση, ιδεοληψίες και αδυναμία κάποιων να αντιληφθούν τι συνέβαινε στην κοινωνία; Υπήρξαν και παρα-υπήρξαν. Όμως τα λάθη και οι παλινωδίες, στην προσπάθεια αντιμετώπισης ενός προβλήματος με πολύ σοβαρές αντικειμενικές δυσκολίες προκαλούν άλλης τάξεως ζημιά από αυτή που προκαλούν ο λαϊκισμός και η ανευθυνότητα, η πολιτική της στιγμιαίας χαράς, του Κυριακή χαρά – Δευτέρα λύπη.

Και αποτελεί καθήκον ενός Πρωθυπουργού να μην κάνει αυτό το λάθος ούτε επειδή πιέζεται και δέχεται οξεία και συχνά δικαιολογημένη κριτική, ούτε ακόμη γιατί πέρα από τη δίκαιη κριτική τον στολίζουν (τον ίδιο και την οικογένεια του ακόμη) με ύβρεις, στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων και στα social media. Είναι δική του η ευθύνη να μην κάνει τη βεβιασμένη κίνηση για να του πούμε μπράβο για λίγες μέρες. Αυτή η περιγραφή του πόστου που κατέχει. Τουλάχιστον στις κανονικές χώρες.

Αυτά για τα πολιτικά. Ας δουμε τα τεχνικά. Η απόφαση δεν ήταν εύκολη. Η Ευρώπη καθυστερήσε και καθυστερεί ακόμη, παρά τις προτάσεις των Νότιων, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας, να αποφασίσει μια ενιαία λύση. Παρότι η κυβέρνηση έχει ήδη ρίξει το ιλιγγιώδες ποσό τεσσάρων δισ. ευρώ από τον Σεπτέμβριο για ενισχύσεις, η φωτιά των ανατιμήσεων που ήρθε καταπάνω μας, ειδικά μετά τον πόλεμο, ήταν πια προφανές δεν σβήνει με αυτή τη μάνικα.

Αργήσαμε ή βιαστήκαμε;

Τώρα το αν η πιστοποίηση της υπέρβασης του στόχου του 2021 από την Eurostat στο τέλος Απριλίου (που μας δίνει χώρο περίπου 1,4 δισ. ευρώ) και ακολούθως η αναβάθμιση από την Standard & Poor’s και η έξοδος στις αγορές, αρκούν για να αποφύγουμε τελείως τις αναταράξεις μένει να φανεί.

Γιατί μπορεί εμείς, με το λογαριασμό του ρεύματος στα χέρια, να λέμε στην κυβέρνηση «αργήσατε», αλλά για τους Ευρωπαίους η οπτική γωνία είναι η εντελώς ανάποδη: «βιαστήκαμε». Διότι οι ανακοινώσεις της Ελλάδας έγιναν πριν από την Έκτακτη Σύνοδο Κορυφής του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου στις 30-31 Μαΐου όπου θα μπορούσε, αν γεφυρωθούν οι διαφορές, να συμφωνηθεί μια ενιαία παρέμβαση.