Από τη μέρα του θανάτου της Κικής Δημουλά μέχρι και σήμερα, τόσες μέρες μετά, στο μυαλό μου αλωνίζει εκείνη η ιστορία. Αλλά πρόλαβαν ένα σωρό γεγονότα και αναταράξεις στην πατρίδα μας και ανέβαλαν το να σας τη μεταφέρω. Ηρθε η ώρα της, ως μια ανάσα. Μανιώδης συλλέκτης στιγμών είμαι. Μια στιγμή θα σας μεταφέρω.
Ο Νικόλαος Ματσανιώτης ήταν μια εμβληματική μορφή της Παιδιατρικής. Στο Παίδων «Αγία Σοφία», το «σπίτι» του δηλαδή, η σφραγίδα του ανεξίτηλη, ακόμα και μετά τον θάνατό του. Γενιές και γενιές μανάδων διαπαιδαγωγήθηκαν και διαπαιδαγώγησαν τα παιδιά τους με την πολύτιμη βοήθεια του εξίσου εμβληματικού βιβλίου του, «Εμείς και το παιδί μας». Στη σκέψη μου καταχωρίστηκε και ως δείγμα μιας εποχής, ενός «τότε», που το «επιστήμων άνθρωπος», ήταν πρωτίστως και συμπεριφορά. Αναγεννησιακός άνθρωπος. Με βαθιά γνώση της λογοτεχνίας, της ποίησης, της κλασικής μουσικής. Με σκληρό, αδιαπέραστο κέλυφος σοβαρότητας και απόστασης. Και ένα χαμηλόφωνο χιούμορ που έμοιαζε να το κρατάει για τον εαυτό του, όχι να το απλώνει στην ομήγυρη. Λιγομίλητος βασανιστικά. Δεν σήκωνε πολλά πολλά. Δεν είχε γελάκια και χαριεντισμούς και οικειότητες. Του «χρωστάω» τον σύντροφό μου, καθώς ήταν το πρώτο βαρύ περιστατικό που αντιμετώπισε, μετά την άφιξή του από την Αμερική, το 1958…
Ακου χρονολογίες! Επίτιμο μέλος της Αμερικανικής Ακαδημίας Παιδιατρικής και της Γαλλικής Παιδιατρικής Εταιρείας. Θυμάμαι επίσης, ότι είχε θεωρήσει χρέος του απέναντι στον «μικρό» πρώτο ασθενή του, τον «Γιαννάκη» όπως τον αποκαλούσε πάντα, που πλέον ήταν μεγάλος άντρας και μόλις είχε αποκτήσει το πρώτο του παιδί, την κόρη μας, να μας επισκεφτεί στο μαιευτήριο. Πόσο μου είχε κάνει εντύπωση, ότι στο άκουσμα και μόνο της άφιξής του, το προσωπικό είχε παραταχθεί, λες για στρατιωτική παρέλαση.
Ο Νικόλαος Ματσανιώτης, παιδίατρος, πρύτανης του Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών και αργότερα πρόεδρος της Ακαδημίας Αθηνών. Εκεί, στην Ακαδημία Αθηνών, έμελλε να τον συναντήσω μια μέρα, για εκείνη τη συνέντευξη. Και θυμάμαι ότι περπατώντας σε εκείνους τους, με τη νεκρική σιγή, μεγαλειώδεις, ψηλοτάβανους, εντυπωσιακής αισθητικής νεοκλασικισμού χώρους, ένας σαρκαστικός στίχος για την Ακαδημία Αθηνών, του ποιητή Κ. Σκόκου, είχε κολλήσει στο μυαλό μου: «Τι ησυχία ιερά! Τι σιωπή, τι λήθη! Θαρρείς υπό τους θόλους της το πνεύμα απεκοιμήθη»…
Δεν είναι έξυπνο; Τον στίχο αυτό του είχα απαγγείλει, με το που εμφανίστηκε πίσω από την κυκλωπική πόρτα του γραφείου του και είχε χαμογελάσει μισό. Ευθυτενής, ατσαλάκωτος, συγκρατημένος, με γλυκά μάτια. Χάρηκα τη συνέντευξη μαζί του, γέμισα γνώσεις, απόλαυσα στιγμές από τον ιατρικό του βίο και τη ράτσα «Μάνα Ελληνίς», γέμισα ένα σωρό «ωραία»… Ευλογία οι ωραίοι συνομιλητές! Και στο τέλος σκέφτηκα να διανθίσω το αφιέρωμά μου σε εκείνον και με μαρτυρίες άλλων προσωπικοτήτων για το άτομό του. Του άρεσε η ιδέα.
Μέσα στα ονόματα κι αυτό της Κικής Δημουλά. Ποιήτριας και επίσης ακαδημαϊκού. Γυναίκας ακαδημαϊκού… Το πλέον σπάνιο! Την επομένη επικοινώνησα μαζί της. Ημουν αμήχανη, όσο δεν πάει. Περπατούσα τις λέξεις για να της μιλήσω σαν να πατούσα σε δρόμο γλιστερό. Θαύμαζα τον ποιητικό λόγο της. Εκείνο το «Ερασιτέχνης άνθρωπος»… Πόσες φορές τρύπωνε στην καθημερινότητά μου! Πόσοι στίχοι της! Η ταχυδακτυλουργική της μεγιστοποίηση ενός «τόσο δα», μόλις το χάιδευε το δικό της βλέμμα και ξαφνικά το έβλεπες και συ αλλιώς… Για παράδειγμα, μια βόλτα της στη λαϊκή αγορά, λίγο χώμα που πουλούσε κάποιος δίπλα στα άνθη και η Δημουλά να γράφει «Αγόρασα και χώμα. Για εξοικείωση»…
Πώς σκουντάει των ματιών σου την ανία! Ευλογία οι ποιητές. Της μίλησα για τη συνέντευξη και τη ρώτησα αν θα είχε την ευγενή καλοσύνη να μου πει δυο λόγια για τον Νικόλαο Ματσανιώτη. Εδειξε ενθουσιασμό, χαρά σχεδόν παιδική, τόση, που εξεπλάγην. Και κατέληξε: «Κυρία Βιτάλη, προτιμώ να σας τα γράψω. Σε δυο ώρες θα το έχετε». Σε δυο ώρες ακριβώς είχα το κείμενο της στο φαξ. Αχ και να είχα το αρχείο μου! Ατιμο πράγμα η φωτιά! Να, για κάτι τέτοια ακόμα πονάω. Πάει το αρχείο μου, οι συνεντεύξεις μου, οι ντεμοντέ κασέτες μου και το τόσο δα δημοσιογραφικό μου κασετοφωνάκι…
Πάνε και τα τεύχη των «4 Τροχοί» – «Ταχυδρόμος» – «Εικόνες». Η συνέντευξη του Νίκου Ματσανιώτη ήταν για τις «Εικόνες». Διαβάζοντας το κείμενο της Κικής Δημουλά, αμέσως ένιωσα μάρτυρας, του πιο φίνου, δεξιοτεχνικού φλερτ που παρακολούθησα στη ζωή μου. Τον «παράσταινε» γραπτώς, τρυφερά σκαμπρόζικα, πώς περπατάει, πώς κοιτάζει αυστηρά, πώς συγκρατεί το γέλιο του και τα συναισθήματά του. Ολα αυστηρά τον παρουσίαζε ότι τα έκανε. Στην ουσία όμως τον έπαιζε. Τον ξεσκέπαζε. Εμοιαζε να του λέει: «Κάνε, παρουσίασε, παίξε τον αυστηρό με όλους, εγώ βλέπω πιο μέσα…». Ηταν τρισχαριτωμένη. Τον «ενοχλούσε» όπως τα παιδιά που παίζουν ενόχληση για να σου τραβάνε την προσοχή. Κατορθώνουν να διασπάσουν…
Τη λάτρεψα. Της τηλεφώνησα ξανά και είπα «Τι ωραία φλερτάρετε!» και πολύ είχαμε γελάσει ενώ το αρνείτο κοριτσίστικα. Την επομένη θα επισκεπτόμουν ξανά τον Ν. Ματσανιώτη, ξανά στην Ακαδημία, για τη φωτογράφιση.
Σε όλες τις συνεντεύξεις επιζητούσα να είμαι παρούσα στη φωτογράφιση, γιατί ήξερα ότι τη δεύτερη φορά και δη την ώρα της φωτογράφισης, οι άνθρωποι «ξεκλειδώνονταν» ακόμα περισσότερο. Πραγματικά, με υποδέχτηκε ατσαλάκωτος όπως πάντα, ευθυτενής ως κυπαρίσσι που δεν το κουνάει τίποτα, με μισό χαμόγελο και παροιμιώδη αυτοσυγκράτηση, μην και του ξεφύγει ολόκληρο. Φωτογραφήθηκε «αυστηρά», φωτογραφηθήκαμε και μαζί και κάποια στιγμή, πριν αναχωρήσω, με ρώτησε δήθεν αδιάφορα: «Λάβατε κείμενο από αυτούς που απευθυνθήκατε;», «Βεβαίως. Μάλιστα έχω μαζί μου της κυρίας Δημουλά. Μπορείτε να το διαβάσετε» του είπα και έσπρωξα το χαρτί.
Το πήρε, καθάρισε τον λαιμό του με ένα «κ, κ», ήπιε λίγο από το νερό του και διάβαζε από μέσα του. Μελετούσα το πρόσωπό του, ενώ συγχρόνως υποκρινόμουν ότι κάτι άλλο χαζεύω. Ενώ διάβαζε χαμογελούσε, πρώτη φορά με ολόκληρο χαμόγελο και το πρόσωπό του φωτιζόταν…
Στο τέλος γέλασε και λίγο, μια-δυο σταγόνες γέλιο. Παραδίδοντάς μου την κόλλα σιγομουρμούρισε αγορίστικα, φιλάρεσκα: «Βρε, την Κικίτσα!». Και εκείνο το «Κικίτσα» στάθηκε στο μυαλό μου για χρόνια και χρόνια. Ενα τσακ μιας στιγμής δυο πετυχημένων, «μύθων», ακαδημαϊκών… Εχω να θυμάμαι, δυο αληθινά μεγάλους, να ασκούν δεξιοτεχνικά την υψηλή τέχνη του φλερτ. Και να μικραίνουν όμορφα, γλυκά, τρυφερά, αστεία. Ενας Νίκος, μια Κικίτσα. Ενα φλερτ ποιητική αδεία. Υψηλή η τέχνη του φλερτ.
ΥΓ.: Σήμερα γιορτή της γυναίκας. Χρόνια πολλά σε μας και στο κορίτσι μέσα μας.