O Ανδρουλάκης έχει μπλέξει στα εσωκομματικά του ΠΑΣΟΚ, τον Κασσελάκη δεν τον ακούει κανείς - τι απομένει; | INTIMENEWS/CreativeProtagon
Απόψεις

Το πρόβλημα της ανύπαρκτης αντιπολίτευσης

Η κυβέρνηση δείχνει να πάσχει είτε από μεταρρυθμιστική κόπωση είτε –στο καλό σενάριο– από τύφλωση του μάνατζερ, μια συνθήκη στοχοπροσήλωσης που δεν της επιτρέπει να δει προβλήματα πέρα από το οπτικό της πεδίο. Εκεί συνήθως, στις Δυτικές δημοκρατίες έρχεται η αντιπολίτευση ως ξυπνητήρι. Μόνο που στην Ελλάδα αυτή βρίσκεται εν υπνώσει
Αλέκος Παπαναστασίου

Στο πρώτο έτος της Πολιτικής Επιστήμης οι φοιτητές μαθαίνουν ότι η αντιπολίτευση είναι θεσμός της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Δεν μαθαίνουν όμως τι μπορεί να συμβεί αν δεν υπάρχει αντιπολίτευση. Αυτό το διαπιστώνουμε στην πράξη εδώ και 14 μήνες, μετά τη διπλή συντριβή του ΣΥΡΙΖΑ τον Ιούνιο του 2023, το σουρεαλιστικό long play του «τυφώνα Κασσελάκη» και παράλληλα την αδυναμία του ΠΑΣΟΚ να αναδειχθεί σε εναλλακτική λύση προτού εισέλθει σε μια επίπονη αλλά και αβάσταχτα ρηχή, όπως εξελίσσεται, φάση εσωκομματικών εκλογών.

Είναι προφανές ότι η κυβέρνηση, μετά το κακό αποτέλεσμα των ευρωεκλογών και παρά τον ανασχηματισμό που ακολούθησε, αντιμετωπίζει ζήτημα αντανακλαστικών και ανάγνωσης των προβλημάτων, μια συνθήκη που παρατηρείται τόσο στο «κέντρο», τα στελέχη του λεγόμενου επιτελικού κράτους, όσο και στις απολήξεις του, τα υπουργεία. Ο μηχανισμός ενδεχομένως καταπονήθηκε, άξια στελέχη του αποχώρησαν, αλλά το συμπέρασμα είναι ότι ένα σύστημα που στήθηκε γύρω από τον Πρωθυπουργό για να τον υποστηρίζει στη διακυβέρνηση της χώρας, εδώ και κάποιο καιρό ψάχνει να βρει τον βηματισμό του.

Ο βηματισμός όμως είναι δύσκολος όταν έχεις ο ίδιος κουραστεί. Μερίδα των επιτελικών στελεχών, που προφανώς συνέβαλαν στην καλή εικόνα και στην αποτελεσματικότητα της κυβέρνησης την πρώτη τετραετία, δείχνουν τώρα μια δυσκολία προσαρμογής στις συνεχώς μεταβαλλόμενες και, δυστυχώς, επιδεινούμενες καταστάσεις, ενώ παράλληλα ο κόσμος ούτως ή άλλως δείχνει σημάδια κόπωσης και μικρών αποθεμάτων ανοχής.

Η προσαρμογή της πραγματικότητας στην εικόνα που σχηματίζουν από το γραφείο δεν είναι καλός σύμβουλος. Τελευταίο κρούσμα ήταν η προσπάθεια του Μεγάρου Μαξίμου να παρουσιάσει την εικόνα ότι οι καταστροφές από την τελευταία πυρκαγιά στην Αττική αφορούν τελικά «λίγους», όπως είπε και ο ίδιος ο Κυριάκος Μητσοτάκης, ενώ είναι προφανές ότι η οικολογική καταστροφή πλήττει όλους ανεξαιρέτως τους κατοίκους του Λεκανοπεδίου – και είμαστε αρκετά εκατομμύρια, ζωή να ‘χουμε.

Απέναντι σε αυτές τις αρρυθμίες και την αμηχανία υπάρχει το εκκωφαντικό κενό της αντιπολίτευσης.

Ο Στέφανος Κασσελάκης, που γιορτάζει αυτές τις μέρες έναν χρόνο από την ανάρτηση με τον οποία μας συστήθηκε λέγοντας ότι θα «κερδίσει τον Μητσοτάκη», απασχολεί –με δική του ευθύνη προφανώς– τους πολίτες για το προσωπικό του lifestyle: για τον σκύλο, το διαμέρισμα, το εξοχικό, την πισίνα του εξοχικού και την άδεια βόθρου, τον γάμο, τη λίστα γάμου κ.ο.κ. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, ακόμη και όταν επισημαίνει προβλήματα, όπως η χαμηλή απορρόφηση των κονδυλίων που έχουν διατεθεί στην Ελλάδα για την Πολιτική Προστασία από το Ταμείο Ανάκαμψης, κανείς να μην τον ακούει. Διότι έχει φροντίσει ο ίδιος να υπονομεύσει την αξιοπιστία ή, ακόμα χειρότερα, τη σημασία των όσων λέει.

Ετσι, η κυβέρνηση δεν αισθάνεται καν την υποχρέωση να απαντήσει επί της ουσίας. Εφόσον αντιλαμβάνεται ότι όσα λέει ο κ. Κασσελάκης δεν τα ακούει παρά ένας όλο και πιο στενός κύκλος χειροκροτητών, περιορίζεται –κακώς ενδεχομένως, αλλά σίγουρα βολικά για την ίδια– σε ειρωνικά σχόλια, συνήθως μέσω πηγών, για το εκάστοτε τελευταίο lifestyle επεισόδιο του αρχηγού του ΣΥΡΙΖΑ.

Κάπως έτσι η πρώτη «πληγή», η αμηχανία στο «κέντρο» του επιτελικού κράτους, ενώνεται με τη δεύτερη, την απουσία αξιωματικής αντιπολίτευσης. Και η μια «πληγή» τροφοδοτεί την άλλη. Διότι η αδυναμία έγκυρης επισήμανσης προβλημάτων από την αντιπολίτευση, π.χ. για την Πολιτική Προστασία, ενισχύει το φαινόμενο της «τύφλωσης του μάνατζερ»: σε όλον τον κόσμο τα κυβερνητικά στελέχη που λόγω στοχοπροσήλωσης δεν έχουν ευρύτερο οπτικό πεδίο έχουν ανάγκη την πίεση της αντιπολίτευσης – η οποία στην περίπτωσή μας δεν υπάρχει.

Προσθέστε εδώ και ότι αντανακλαστικά και από ένστικτο πολιτικής επιβίωσης υπάρχουν κυβερνητικά στελέχη τα οποία απορρίπτουν κάθε ερέθισμα ή προσλαμβάνουσα που μπορεί να διαταράξει τον τρόπο που ίδιοι (έχουν αποφασίσει ότι πρέπει να) βλέπουν τα πράγματα –ότι δηλαδή όλα βαίνουν καλώς, ενώ όταν προκύπτουν προβλήματα αυτά είναι είτε μικρά και αμελητέα είτε εκπορεύονται από κάτι το τεράστιο, όπως η κλιματική κρίση, και ως εκ τούτου δεν υπάρχει ευθύνη της κυβέρνησης– και θα δείτε το πρόβλημα.

Η κατάσταση επιδεινώθηκε, φυσικά, από την αδυναμία του ΠΑΣΟΚ να διεκδικήσει το ίδιο τη θέση του δεύτερου κόμματος στις πρόσφατες ευρωεκλογές, που θα του έδινε τη δυνατότητα να δρα ως de facto αντιπολίτευση. Το ερώτημα τώρα είναι αν η διαδικασία ανάδειξης αρχηγού θα αναζωογονήσει –όταν ολοκληρωθεί– μια τέτοια προοπτική/δυναμική, ανάλογα βέβαια και με το πρόσωπο που θα επιλέξει η βάση του κόμματος.

Στο σημείο που βρισκόμαστε, με την κυβέρνηση σε ένα δύσκολο σταυροδρόμι και την αντιπολίτευση απούσα, υπάρχει ο κίνδυνος οι πολίτες, που αντιμετωπίζουν τα σοβαρά προβλήματα της καθημερινότητας (με πρώτο την ακρίβεια), να στραφούν σε ακροδεξιά σχήματα όπως αυτά του κ. Βελόπουλου και της κυρίας Λατινοπούλου. Επομένως, ο Οκτώβριος, που θα ξεκαθαρίσουν τα πράγματα στο ΠΑΣΟΚ (με τις κάλπες στις 6 και 13 Οκτωβρίου) και ίσως στον ΣΥΡΙΖΑ (στο καταστατικό συνέδριο στις 4 με 6 Οκτωβρίου), θα είναι ένας κρίσιμος μήνας για την πορεία της χώρας. Αν μπούμε στον χειμώνα με τους βασικούς παίκτες, κυβέρνηση και αντιπολίτευση, στην ίδια κατάσταση, οι κίνδυνοι θα πολλαπλασιαστούν.

Πίσω στους φοιτητές Πολιτικής Επιστήμης με τους οποίους ξεκινήσαμε. Κάποια στιγμή στο δεύτερο ή στο τρίτο έτος των σπουδών τους μαθαίνουν για την αλληγορία του σπηλαίου στην Πολιτεία του Πλάτωνα. Και συζητούν για τις συμβολικές αναφορές της στις ψευδαισθήσεις, στις φαντασιώσεις και στις αυταπάτες που συχνά χαρακτηρίζουν τη ζωή μας, αλλά και στο δράμα που εκτυλίσσεται όταν ερχόμαστε αντιμέτωποι με την πραγματικότητα.

Σήμερα το δράμα της αυταπάτης κάποιων ότι όλα βαίνουν καλώς συναντήθηκε στην ελληνική πολιτική σκηνή με τον σουρεαλισμό της αντιπολίτευσης του κ. Κασσελάκη (που σίγουρα δεν είναι αντιπολίτευση) και γέννησαν κάτι ανησυχητικό που καλό είναι να τελειώνει γρήγορα. Για να μη γίνει επικίνδυνο μέσα από την περαιτέρω άνοδο της Ακροδεξιάς.