Ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει ήδη αρχίσει να «βλέπει» τις ευρωεκλογές στον πολιτικό ορίζοντα, με πλήρη επίγνωση ενός στοιχείου: ότι μπορεί να παραμένει πολιτικά κυρίαρχος και να μην απειλείται δημοσκοπικά από (σχεδόν) τίποτε και κανέναν, όμως η κάλπη του Ιουνίου, σχεδόν έναν χρόνο μετά τις εθνικές εκλογές, κρύβει παγίδες.
Η κυριότερη από αυτές είναι η βουβή αποδοκιμασία, ειδικά αν το πρόβλημα με την ακρίβεια συνεχιστεί (και θα συνεχιστεί) και αν, παράλληλα, παραταθεί η συνεχής συζήτηση για μεταρρυθμίσεις, οι οποίες διαρκώς εξαγγέλλονται και δεν υλοποιούνται.
Απευθυνόμενος σε ένα στενά κομματικό ακροατήριο, την Πολιτική Επιτροπή της ΝΔ τη Δευτέρα, ο Πρωθυπουργός και εν προκειμένω πρόεδρος της ΝΔ είπε εμφατικά: «Δεν είναι η πρώτη φορά που σας μιλώ για μεταρρυθμίσεις που ίσως ξεβολέψουν κάποιους, αλλά θα ωφελήσουν τους πολλούς. Και αν υπάρξει κόστος από αυτές τις συγκρούσεις, αυτή η κυβέρνηση δεν θα διστάσει να το αναλάβει. Γιατί ας μην ξεχνάμε ότι μία από τις μεγάλες παγίδες της δεύτερης τετραετίας είναι ο συμβιβασμός».
Αν μη τι άλλο, οι φράσεις αυτές φανερώνουν έναν πολιτικό ρεαλισμό. Ξέρει δηλαδή ο Μητσοτάκης με τι έχει να κάνει. Αλλωστε, το παραδέχθηκε εμμέσως, λέγοντας ότι τα έχει ξαναπεί.
Και ξέρει επίσης ότι η αντίσταση στις όποιες μεταρρυθμίσεις έχει στο μυαλό του προέρχεται ή θα προέλθει και από το εσωτερικό της ΝΔ. Μάλλον θα το έχει συζητήσει και με τον Σημίτη αυτό, ο οποίος κάτι ξέρει από εκείνη τη μετέωρη μεταρρύθμιση του Ασφαλιστικού. Και εκείνη θα ξεβόλευε κάποιους και θα ωφελούσε τους πολλούς (επόμενους).
Οχι μόνο δεν συνέβη αυτό, αλλά οι επόμενοι πλήρωσαν την ηρωική αντίσταση στη μεταρρύθμιση Γιαννίτση με μνημόνια, πόνο και πολιτική ανωμαλία – που ακόμη αφήνει απόνερα, όπως διαπιστώνουμε. Μη λησμονούμε, ο Σημίτης μιλούσε τις προάλλες για «σχέδιο» που χρειάζεται και για το πώς πρέπει να πάει κανείς «κόντρα στο ρεύμα».
Με άλλα λόγια, αυτό που είπε ο Μητσοτάκης στους κομματικούς είναι κάτι σαν «τώρα ή ποτέ».
Ομως επειδή θέλει και να επιβεβαιώσει για μία ακόμη φορά την πολιτική ηγεμονία του στις ευρωεκλογές και να μην έλθει αντιμέτωπος με τίποτα απρόοπτα, το «τώρα» πρέπει να είναι τώρα. Γιατί αλλιώς μάλλον θα πάμε στο «ποτέ».
Τα πράγματα είναι κάπως απλά. Η Ελλάδα βρίσκεται σε ένα μεταίχμιο, όπως έχει βρεθεί κι άλλες –όχι πολλές– φορές στο παρελθόν. Οι συνθήκες για μεταρρυθμίσεις (και όχι για μπαλώματα) είναι ιδανικές και αν αυτές δεν γίνουν και τώρα, σε ένα όχι και τόσο μακρινό μέλλον, το περιβάλλον θα αλλάξει με βεβαιότητα.
Υπάρχει μόνο ένα πρόβλημα. Οι μεταρρυθμίσεις δεν φέρνουν ψήφους στις εκλογές. Σε ψηφίζουν για αυτές που τόσο όμορφα εξαγγέλλεις και τελικά όλοι ψηφίζουν την επόμενη φορά ανάλογα με το περιεχόμενο της τσέπης τους.