Απόψεις

Το περιπολικό άργησε μια μέρα

Κάποιοι πληρώνονται για να σε προστατεύουν, δεν είναι θέμα ενσυναίσθησης. Είναι υποχρέωσή τους, όταν τους ζητάς βοήθεια να σου τη δίνουν. Οι κανονισμοί δεν προβλέπουν να γίνει το περιπολικό ταξί, αλλά υπό προϋποθέσεις θα έπρεπε να γίνεται. Και αυτό δεν το λέω εγώ, το είπαν πολλοί που βγήκαν και μίλησαν στα κανάλια αυτές τις ημέρες
Λίλα Σταμπούλογλου

«Κυρία μου, το περιπολικό δεν είναι ταξί».

 Η φράση με στοιχειώνει από τη στιγμή που τη διάβασα. Μπήκα στη θέση της κοπέλας αυτής, ένιωσα τον τρόμο της, την ανάγκη της να βρει καταφύγιο και προστασία. Εκεί που θα έπρεπε να σου τη δίνουν χωρίς δεύτερη σκέψη. Είπε τη φράση εν τη ρύμη του λόγου, κατέθεσε ο αστυνομικός. Θεώρησε ότι η κοπέλα δεν διατρέχει κίνδυνο. Οι διαδικασίες είναι άλλες.

Το περιπολικό σίγουρα δεν είναι ταξί. Αν και πολλοί ταξιτζήδες είναι, κατά κάποιον τρόπο, περιπολικά, ας μου επιτραπεί η έκφραση, και αφού η φράση ειπώθηκε έτσι. Μου έχουν τύχει πολλοί τέτοιοι. Οδηγοί ταξί που περίμεναν υπομονετικά να ξεκλειδώσω την εξώπορτα όταν με άφηναν σπίτι, τις ώρες που η γειτονιά είχε πια βυθιστεί στην ησυχία. Που σταματούσαν και με έπαιρναν από έρημα σημεία λέγοντας «Εχω τελειώσει τη βάρδια, αλλά δεν μπορούσα να σε αφήσω μόνη στις ερημιές».

Μιλάμε για ενσυναίσθηση. Η λέξη έχει γίνει της μόδας, τη λέμε, την ξαναλέμε, την αναλύουμε, αλλά στην πράξη την ψάχνουμε με το κιάλι. Βρίσκονται πού και πού μερικοί ωραίοι άνθρωποι που την έχουν, και βάζουν την πινελιά της στον κόσμο. Μας περιβάλλουν με το τείχος της, ενώ δεν έχουν καμία υποχρέωση να το κάνουν.

Κάποιοι άλλοι, όμως, πληρώνονται για να σε προστατεύουν, δεν είναι θέμα ενσυναίσθησης. Είναι υποχρέωσή τους, όταν τους ζητάς βοήθεια να σου τη δίνουν. Οι κανονισμοί δεν προβλέπουν να γίνει το περιπολικό ταξί, αλλά υπό προϋποθέσεις θα έπρεπε να γίνεται. Και αυτό δεν το λέω εγώ, το είπαν πολλοί που βγήκαν και μίλησαν στα κανάλια αυτές τις ημέρες. Κάτι ανάλογο είπε και ο Γ.Γ. Προστασίας του Πολίτη μιλώντας στις ειδήσεις του ΣΚΑΙ για το θέμα, που θέτει ακόμα μια φορά στο μικροσκόπιο το πλαίσιο λειτουργίας της Αστυνομίας και τα κενά του.

Εγώ θα παραθέσω μια ιστορία που θα θυμάμαι πάντα και που δεν ξέρω τι κατάληξη θα είχε αν το περιπολικό δεν είχε γίνει ταξί εκείνη την ημέρα. Ηταν μια βραδιά σε έναν παραλιακό οικισμό της Αττικής, πριν από χρόνια. Τρία κορίτσια στα 25 τους, μετά από διασκέδαση, ξεκίνησαν να πάνε στο εξοχικό της μιας για να κοιμηθούν. Αλλά δεν πήγαιναν μόνες τους. Τις ακολουθούσαν δυο μηχανάκια με τέσσερις τύπους επάνω, που τους φώναζαν «Πού πάτε;», «Καθίστε λίγο» και «Γιατί δεν σταματάτε;» και «Αφού δεν σταματάτε, θα σας ακολουθούμε μέχρι το σπίτι σας», μαζί με χυδαία σχόλια για την εμφάνισή τους.

Τα κορίτσια κατατρόμαξαν. Το σπίτι ήταν απομονωμένο, στην άκρη του οικισμού. Δεν ήξεραν τι να κάνουν. Τα μηχανάκια από πίσω είχαν γίνει ουρά τους, μάρσαραν απειλητικά, εκείνο το μάγκικο μαρσάρισμα που θέλει να σε κάνει να νιώσεις ευάλωτη, θήραμα του κυνηγού της φακής που σε καταδιώκει.

Οταν είδαν το περιπολικό να έρχεται, η κίνηση ήταν αυτόματη. Σήκωσαν όλες τα χέρια και το σταμάτησαν. Τα μηχανάκια πάρκαραν λίγο πιο πίσω και τα τσογλάνια επάνω τους κοίταζαν αδιάφορα τη θάλασσα και άναψαν τσιγάρο. «Καπνίζουμε εδώ, δεν κάνουμε κάτι κακό» είπαν στον αστυνόμο που τους πλησίασε. Το πρόβλημα για τα τρία κορίτσια παρέμενε άλυτο, φυσικά. Δεν ήξεραν πώς να πάνε σπίτι, δεν έβρισκαν ταξί, θα το έκοβαν αναγκαστικά με τα πόδια. «Αν μας ακολουθήσουν και αυτοί μέχρι εκεί; Φοβόμαστε» είπαν στον αστυνόμο.

Τους είπε «μπείτε», χωρίς δεύτερη σκέψη. Και τις άφησε έξω από την πόρτα τους. Ασφαλώς, κανένα μηχανάκι δεν ακολούθησε τρεις κοπέλες που τις πάει σπίτι ένα περιπολικό. Τις πήρε κατά παράβαση μέσα στο όχημα, ναι. Αλλά κανείς δεν ξέρει τι θα γινόταν αν τα κορίτσια συνέχιζαν μόνα μέχρι το σπίτι.

Αυτά τα κορίτσια έχουν να θυμούνται μια ιστορία με αίσιο τέλος. Κάποια άλλα κορίτσια, τώρα, δεν θυμούνται τίποτα.