Τον τελευταίο καιρό διαδόθηκε αστραπιαία στο Διαδίκτυο μια εικόνα που υποτίθεται ότι αποτυπώνει την πτώση του επιπέδου εκπαίδευσης. Ενα δύσκολο γεωμετρικό πρόβλημα του 1970, εκπίπτει σήμερα, μέσα από διαδοχικές «μεταμορφώσεις», σε μια αφελή προτροπή προς τους μαθητές: «Βάψτε το σχήμα με το χρώμα που σας αρέσει!». «Οπερ έδει δείξαι»: το σχολείο είναι πλέον εύκολο, άρα έχει εκπέσει.
Η άποψη, σε συνδυασμό με την αντίληψη ότι σήμερα «ο μαθητής διεκδικεί την ανικανότητά του σαν προνόμιο», δεν είναι πρόσφατη ή αποκλειστικά ελληνική. Σχετικές αναρτήσεις κάνουν το γύρο του Διαδικτύου σε πολλές χώρες εδώ και χρόνια. Επιπλέον, δεν συναντώνται αποκλειστικά στην καρικατουρίστικη εκδοχή τους. Στις παρέες μας συχνά ακούγονται θρήνοι για την «κατάντια» της εκπαίδευσης, ενώ ανάλογες απόψεις διατυπώνουν ακόμα και εκπαιδευτικοί, απελπισμένοι τόσο από το «επίπεδο» των μαθητών τους όσο και από τις δυσκολίες διαχείρισης των τάξεων.
Δεν είναι τυχαίο πως στο «Ανθρώπινο Στίγμα», γραμμένο στα τέλη του ’90, η αδελφή του ήρωα – συνταξιούχος δασκάλα από τις πρώτες έγχρωμες στις ΗΠΑ -, μιλώντας με τον Ζούκερμαν, το συγγραφικό alter ego του Φίλιπ Ροθ, διατυπώνει την παραπάνω θέση, συμπληρώνοντας ότι από το σχολείο χάθηκαν ανεπιστρεπτί η υποχρεωτικότητα, το «πρέπει» και τα κριτήρια.
Βασικό αντεπιχείρημα στα προηγούμενα αποτελεί η πασίγνωστη τάση εξιδανίκευσης του παρελθόντος. Οι μεγαλύτεροι, υπό το βάρος της νοσταλγίας, θεωρούμε ότι όλα όσα συνέβαιναν παλαιότερα ήταν καλύτερα, αγνότερα και πιο σημαντικά. Είναι, λοιπόν, μέχρι ενός σημείου, αναμενόμενο ακόμα και οι εκπαιδευτικοί να πέφτουν συχνά θύματά της. Στην πραγματικότητα, όμως, συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο κι αυτοί το βιώνουν πρώτοι από όλους. Το σημερινό Σχολείο είναι πολύ πιο απαιτητικό απ’ ό,τι στο παρελθόν κι ασύγκριτα πιο δύσκολο για μαθητές και εκπαιδευτικούς. Οπότε, η εξιδανίκευση του σχολικού παρελθόντος εκ μέρους τους μπορεί να εκληφθεί ως «φυσική αντίδραση» στις δυσκολίες που βιώνουν.
Πέρα, όμως, από τη «νοσταλγία» υπάρχουν και άλλα επιχειρήματα που υποδεικνύουν τη δυσκολία του σημερινού σχολείου. Το πρώτο αφορά στη μαζικοποίησή του. Για να μείνουμε στα ελληνικά δεδομένα, από τη γενιά των σημερινών εξηντάρηδων μόνο το 1/10 πραγματοποίησε μεταλυκειακές σπουδές, ενώ σήμερα το 70-80% των μαθητών φτάνουν στην τριτοβάθμια εκπαίδευση. Με δυο λόγια, το σχολείο από επιλεκτικό μετατράπηκε σε σχολείο για όλους. Αυτό έχει σημαντικά θετικές επιδράσεις στην Οικονομία, την Κοινωνία και τη διάχυση της Γνώσης, παράλληλα, όμως, δημιουργεί πρόσθετα προβλήματα στη λειτουργία του.
Βέβαια, πολλοί υποστηρίζουν ότι ακριβώς στη «μαζικοποίησή» του οφείλεται και η πτώση του επίπεδου του. Προφανώς, δεν έχουν συγκρίνει τα παλαιότερα με τα νεότερα Αναλυτικά Προγράμματα Σπουδών (ΑΠΣ) και τα Σχολικά Εγχειρίδια (ΣΕ). Τις τελευταίες δεκαετίες, η συσσώρευση γνώσεων, η ανάπτυξη νέων γνωστικών αντικειμένων και ο εμπλουτισμός των παλαιοτέρων έλαβαν ασύλληπτες διαστάσεις. Τα σημερινά ΑΠΣ-ΣΕ αναθεωρούνται υποχρεωτικά διαρκώς και δεν συγκρίνονται σε τίποτα με τα φτωχά και μη ελκυστικά του ’60. Όσο για τις απαιτήσεις τους, ας μη το κουβεντιάσουμε καλύτερα. Ας αναρωτηθούμε ποια ήταν η ύλη των Μαθηματικών και της Φυσικής, όταν τελειώσαμε εμείς το σχολείο και ποια είναι σήμερα. Είχαμε ποτέ ασχοληθεί με τις ψηφιακές τεχνολογίες, την ψηφιακή επικοινωνία ή τη ρομποτική; Πόσα γνωρίζαμε για την Κοινωνιολογία, την Ψυχολογία και την Οικονομία; Είχαμε λάβει μέρος στην υλοποίηση ενός project, δηλαδή της συνδυαστικά διεπιστημονικής-αισθητικής προσέγγισης και παρουσίασης ενός θέματος σε τρίτους;
Αν έχουν διασωθεί παλιά σας τετράδια, ξεφυλλίστε τα, σε αντιπαράθεση μ’ αυτά των παιδιών σας και θα αντιληφθείτε την πίεση που τους ασκείται καθημερινά, το φόρτο εργασίας που έχουν, αλλά και τον πλούτο γνώσεων που προσλαμβάνουν. Εντοπίστε τον αριθμό των κριτικών ερωτήσεων-δημιουργικών εργασιών που διαπραγματεύονται καθημερινά – συχνά ατελείς είναι αλήθεια – και αναρωτηθείτε πόσες ανάλογες συναντήσατε ως μαθητές. Την ποσότητα πληροφοριών που αναγκαστικά φιλτράρουν, έστω με ατελή ή λανθασμένο τρόπο, και ποια ήταν αυτή πριν τριάντα ή σαράντα χρόνια.
Το πραγματικό πρόβλημα, λοιπόν, του σχολείου σήμερα δεν είναι η πτώση του επιπέδου του, αλλά ακριβώς το αντίθετο: Πώς θα διαχειριστεί τον όγκο των γνώσεων που αυξάνει με γεωμετρική πρόοδο (αναπλαισίωση), με ποιον τρόπο θα αναπτύξει στους μαθητές τις δεξιότητες που απαιτούνται σε έναν όλο και πιο σύνθετο κόσμο και ανταγωνιστικά επαγγελματικά περιβάλλοντα, χωρίς να απολέσει τον μορφωτικό και κοινωνικά συνεκτικό χαρακτήρα του και, τέλος, πώς θα διαχειριστεί τα εκρηκτικά πλέον κοινωνικά προβλήματα, καθώς και τις οβιδιακές μεταμορφώσεις της οικογένειας που καθημερινά το συνταράσσουν συθέμελα.
Βέβαια, δεν πρέπει να συγχέουμε όλα τα παραπάνω με την τάση των πολιτικών ηγεσιών της χώρας μας να «καλοπιάνουν» τους μαθητές. Τάση που σταδιακά μετατράπηκε σε «νοοτροπία» των εκπαιδευτικών μας και έχει εξαιρετικά αρνητικές επιπτώσεις τόσο στα μαθησιακά αποτελέσματα, όσο και στην ενίσχυση του ταξικού χαρακτήρα της Εκπαίδευσης. Πρωταθλητής σ΄ αυτήν, αναδεικνύεται τελευταία ο σημερινός υπουργός Παιδείας, οπότε και αξίζει στο συγκεκριμένο θέμα να επανέλθουμε.
* Ο Νίκος Σαλτερής είναι επίτιμος σχολικός σύμβουλος Δ.Ε. και συγγραφέας