Συνέδριο με 6.000 μέλη και Κεντρική Επιτροπή με 251; Ούτε ο Ανδρέας Παπανδρέου στα καλύτερά του δεν θα είχε διανοηθεί να προτείνει τέτοιους αριθμούς στα κομματικά του όργανα. Ο Ανδρέας που στα συνέδρια του ΠΑΣΟΚ εκλεγόταν πρόεδρος διά βοής (καθώς θεωρούνταν έγκλημα καθοσιώσεως η ύπαρξη άλλης σοβαρής υποψηφιότητας πέραν αυτής του ιδρυτή) και που είχε το αχτύπητο ρεκόρ ομόφωνων αποφάσεων της Κεντρικής Επιτροπής του Κινήματος επί δεκαπενταετία.
Κόβω το κεφάλι μου ότι ο Τσίπρας έχει ξενυχτήσει διαβάζοντας τα πρακτικά συνεδριάσεων της Κεντρικής Επιτροπής του ΠΑΣΟΚ από την περίοδο της παντοδυναμίας (και αυτοδυναμίας) του πάλαι ποτέ κραταιού Κινήματος. Τότε που τα 150 μέλη της συγκεντρώνονταν στο υπόγειο του Κάραβελ, άκουγαν μια μακρόσυρτη εισήγηση του Ανδρέα, μετά βρίζονταν μεταξύ τους για λογιών λογιών πολιτικά, ιδεολογικά ή προσωπικά θέματα, διαφωνούσαν όλοι με όλους για όλα, και στο τέλος ο Ακης (ως γραμματέας) έλεγε την περίφημη φράση «εγκρίνεται ομόφωνα ως απόφαση της Κεντρικής Επιτροπής η εισήγηση του προέδρου, συμπληρωμένη από τις ομιλίες και τις παρατηρήσεις όλων των συντρόφων που μίλησαν».
Δεν είχε καμιά σημασία το γεγονός ότι είχαν διατυπώσει διαμετρικά αντίθετες απόψεις για τα ελληνοτουρκικά ο Πάγκαλος με τον Παπαθεμελή, για τα κοινωνικά ο Σημίτης με τον Βαγγέλη Γιαννόπουλο, για τα ιδεολογικά ο Λαλιώτης με τον Χαραλαμπίδη, για τα συνδικαλιστικά ο Γεννηματάς με τον Βουνάτσο, για τις πολιτικοκοινωνικές συμμαχίες ο Αλευράς με τον Τζουμάκα και πάει λέγοντας. Ολα, φιλοαμερικανισμός και αντιαμερικανισμός, πούρος σοσιαλισμός και παλιά Ενωση Κέντρου, εκσυγχρονισμός και παλαιοκομματισμός, αθωότητα και διαπλοκή, συναινετική διάθεση και ρεβανσισμός, εντιμότητα και απατεωνιά, όλα υπήρχαν σε εκείνες τις Κεντρικές Επιτροπές και όλα ξεδιπλώνονταν πάνω στο τραπέζι φόρα παρτίδα.
Αλλά πάνω απ’ όλα αυτά και όλους αυτούς υπήρχε ο Ανδρέας, που τους ήξερε έναν έναν σαν κάλπικες δεκάρες, που όσο πιο πολύ τσακώνονταν και όσο περισσότερες αντιθέσεις γεννούσαν μεταξύ τους, τόσο πιο πολύ χαιρόταν βαθιά μέσα του και το έδειχνε, καθώς ουδέποτε παρεμβαίνει. Ο Ανδρέας ήταν το καμπαναριό του χωριού που από εκεί ψηλά κοιτούσε τις έριδες, τις μικρότητες, τους τσακωμούς, τις πονηριές και τα μικροσυμφέροντα των αποκάτω, με ένα μείγμα συμπόνιας και αυστηρότητας. Αλλά όποιος ήθελε να πιστοποιήσει την ύπαρξη του χωριού, κοίταζε το καμπαναριό και έβρισκε τον δρόμο του.
Τα καμπαναριά δεν χαμηλώνουν το ύψος τους για συνδιαλλαγούν με τη μυρμηγκιά που γεμίζει την αποκάτω πλατεία. Κυρίως δεν χαμηλώνει για να συζητήσει επί ίσοις όροις με λίγους εκπροσώπους της. Εκεί κάτω πρέπει να υπάρχουν πολλοί, στα συνέδρια και στις Κεντρικές Επιτροπές που λαμβάνουν χώρα στην πλατεία. Να τα λένε και να τα ξαναλένε, να ξεκατινιάζονται και να αγκαλιάζονται, να νικούν και να χάνουν, να συνωμοτούν και να στρατεύονται, να ελπίζουν και να απελπίζονται, αλλά πάντα να υπάρχει το καμπαναριό αποπάνω τους, που δίχως αυτό νιώθουν ορφανοί από πατέρα κι από στίγμα.
Ο Τσίπρας προσπαθεί συστηματικά να αναγορευτεί καμπαναριό στο κόμμα του. Αντιγράφοντας τον πρώτο διδάξαντα. Που έκανε συνέδρια με 5.000 συνέδρους και Κεντρικές Επιτροπές με 150. Απλώς ο Αλέξης αυξάνει κι άλλο τους αριθμούς. Θα τα καταφέρει;