Το περασμένο Σαββατοκύριακο, όσοι θεωρούσαν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ένα κόμμα που συνεχίζει να πορεύεται με τις ρεζέρβες που του άφησε η ένδοξη δεκαετία του 2010, προσγειώθηκαν ξανά στον πλανήτη Γη. Ο σημερινός ΣΥΡΙΖΑ διόλου υπόκειται στις ηθικές και αισθητικές δεσμεύσεις που ο χώρος αυτός είχε κληρονομήσει από το ΚΚΕ Εσωτερικού ακόμα, έχει μια αμφίσημη σχέση με τις ταυτοτικές ιδέες της Αριστεράς, στην πραγματικότητα είναι ένα κόμμα λαϊκό και όχι αριστερό, και βεβαίως ανήκει εξ ολοκλήρου και αναμφισβήτητα στον αρχηγό του, τον Στέφανο Κασσελάκη, ο οποίος πέτυχε πολύ γρήγορα να κατακτήσει αυτό που ήθελε: την αδιαμεσολάβητη σχέση τού ηγέτη με τον λαό. Ως προς αυτό, δεν έχει καμία σημασία αν αυτός ο λαός είναι πολύς ή λίγος. Στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ, αποτελεί συντριπτική πλειονότητα.
Πρόκειται λοιπόν για μια μετάλλαξη του κόμματος, στην οποία οδήγησε ο ίδιος ο Κασσελάκης και την οποία τα μέλη του κόμματος δεν ήθελαν. Ουπς, λάθος! Ας γυρίσουμε ούτε δυο χρόνια πίσω, στο 3ο Συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ. Οι σύνεδροι έδειχναν τότε πράγματι να απορρίπτουν σε μεγάλο βαθμό τις προτάσεις για μεταφορά όλων των αρμοδιοτήτων και των εξουσιών από τα όργανα του κόμματος σε κάποια αφηρημένη «βάση». Σε αρκετές περιπτώσεις το συνέδριο καταψηφίζει τις αλλαγές. Και αυτές επανέρχονται ξανά και ξανά, με τρόπο όχι ιδιαίτερα δόκιμο, μέχρι να περάσουν. Υπεύθυνοι για αυτή τη μικρή λαθροχειρία, που γίνεται προκειμένου να πάρει η βάση το κόμμα στα χέρια της, είναι κατά βάση τρεις άνθρωποι. Ο πρόεδρος του κόμματος. Ο γραμματέας του κόμματος. Και η πρόεδρος του συνεδρίου. Κατά σειρά εμφάνισης, ο Αλέξης Τσίπρας, ο Δημήτρης Τζανακόπουλος και η Oλγα Γεροβασίλη. Το κάρμα είναι μια κακιά λέξη, λένε οι Αμερικανοί, που από αυτά ξέρουν.
Το πρόβλημα με αυτούς που έθεσαν τους κανόνες μέσω των οποίων ο Κασσελάκης θριαμβεύει συνεχόμενα εναντίον τους, δεν είναι μόνο ηθικό –πώς δηλαδή διαμαρτύρεται κανείς για τις συνέπειες των κανόνων που σχεδόν με το ζόρι επέβαλε. Είναι επίσης και πολιτικό. Οι αλλαγές αυτές έγιναν στη βάση μιας πεποίθησης. Της πεποίθησης ότι ο Αλέξης Τσίπρας παραμένει ένας λαοπρόβλητος ηγέτης και η παρουσία του αποτελεί το εχέγγυο ότι η Αριστερά (ο ΣΥΡΙΖΑ τέλος πάντων) θα παραμένει σχεδόν πλειοψηφική στην Ελλάδα, εσαεί. Το να κάνεις αυτή την εκτίμηση λίγους μήνες προτού ο ΣΥΡΙΖΑ χάσει 850.000 ψήφους στις κάλπες , δείχνει –αν μη τι άλλο– πολιτική ανεπάρκεια. Στην πραγματικότητα δεν είναι τόσο απορίας άξιον το γιατί άνθρωποι που έκαναν αυτή την πολιτική εκτίμηση, εμφανίζονται στη συνέχεια ανήμποροι να αντιμετωπίσουν έστω τον Κασσελάκη. Η πολιτική τους διαύγεια είναι μάλλον υπερεκτιμημένη.
Και τώρα; Το να προβλέψει κανείς ότι ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να πορευτεί ήρεμα μέχρι τουλάχιστον τις ευρωεκλογές, θέλει πολλή τόλμη. Ηδη, από την πρώτη στιγμή, ο Στέφανος Κασσελάκης και το περιβάλλον του έχουν μπει στη διαδικασία να σχετικοποιήσουν τη νίκη των «3» (Νίκος Παππάς, Σωκράτης Φάμελλος, Γιώργος Τσίπρας), που πέρασαν την πρότασή τους στο συνέδριο. Αρχικά, αμφισβητώντας ότι υπήρξε καν απόφαση για τη δημιουργία εκτελεστικού γραφείου, εν συνεχεία με την τοποθέτηση του ίδιου του πρόεδρου του ΣΥΡΙΖΑ στην ΕΡΤ, που ισχυρίστηκε ότι το συνέδριο του έδωσε χρόνο μέχρι τις εθνικές εκλογές. Φευ, οι «3» επιμένουν ότι όλοι θα κριθούν στις ευρωεκλογές και η μόνη διατύπωση που άλλαξε είναι η υπενθύμιση της –καταστατικά– τριετούς θητείας, δηλαδή μέχρι το 2026.
Το 2026 μπορεί να είναι πριν ή μετά τις επόμενες εθνικές εκλογές. Το σίγουρο είναι ότι εάν ο Κασσελάκης είναι έως τότε πρόεδρος του κόμματος, είναι μάλλον αδύνατο να έχει μείνει χώρος για οποιονδήποτε φιλοδοξεί να τον διαδεχθεί. Κάθε μέρα που περνάει, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ δείχνει ότι σκοπεύει να δημιουργήσει ένα προσωποπαγές κόμμα, ένα κόμμα με σημείο αναφοράς τον ίδιο. Σε τρία χρόνια από τώρα, είτε θα το έχει καταφέρει είτε θα έχει ήδη φύγει.
Αυτοί που θεωρούν ότι διατηρούν ακόμα κάποια ερείσματα στον μηχανισμό –ιδίως ο Νίκος Παππάς– είναι λογικό να θελήσουν να επιβραδύνουν αυτή την πορεία, η οποία θα περιόριζε ασφυκτικά τον ρόλο τους. Πολλώ δε μάλλον που έχουν μείνει οι τελευταίοι «συγκάτοικοι» του Κασσελάκη στο κόμμα. Από το μέτωπο αυτό, επομένως, είναι πιθανό να περιμένουμε εξελίξεις το επόμενο διάστημα.
Αντίθετα, είναι μάλλον απίθανο να δούμε κινητικότητα από την πλευρά του Αλέξη Τσίπρα και των πιστών του. Ο πρώην πρωθυπουργός επιχείρησε δύο φορές αποτυχημένα να δημιουργήσει συνθήκες ανατροπής του Κασσελάκη. Και αν το «πραξικόπημα της πιτζάμας» στην Πολιτική Γραμματεία δεν το χρεώθηκε ο ίδιος, το φιάσκο στο συνέδριο ήταν όλο δικό του. Η δυνατότητά του να παρεμβεί στα του ΣΥΡΙΖΑ είναι πλέον μηδενική. Το μόνο που μένει να κάνει είναι να τηρήσει στάση αναμονής, δουλεύοντας το σενάριο της «μεγάλης προοδευτικής παράταξης», στην οποία εξακολουθεί να πιστεύει ότι θα παίξει κεντρικό ρόλο. Και μαζί του, είναι λογικό να κάνουν το ίδιο και οι δικοί του, εγκλωβισμένοι για τους επόμενους μήνες σε ένα κόμμα που ούτε το θέλουν ούτε τους θέλει. Βλέπετε, η ανάρτηση του Αλέξη Τσίπρα, ανάμεσα στα άλλα, καθιστά απαγορευτική και την αποχώρηση «επειδή έχασαν».
Το πρόβλημα για τον Τσίπρα ωστόσο, δεν είναι μόνο ότι στο κενό που δημιουργείται διάφοροι ονειρεύονται για τον εαυτό τους έναν αντίστοιχο ρόλο. Είναι κυρίως ότι οι τακτικισμοί που κάποτε τον ανέβαζαν στον ουρανό, εδώ και πολύ καιρό αποτυγχάνουν σταθερά και τον ρίχνουν στα τάρταρα. Ο Αλέξης Τσίπρας θα έχει μια τελευταία ευκαιρία ίσως, αν το αποτέλεσμα των ευρωεκλογών είναι τόσο κακό ώστε του δώσει το δικαίωμα να υπενθυμίσει ότι εκείνος είχε προειδοποιήσει για το κακό που έρχεται και είχε προσπαθήσει να το εμποδίσει.
Μέχρι τότε, έχοντας δει τη λογική της τυφλής αγάπης στον ηγέτη, που ο ίδιος επέβαλε, να στρέφεται εναντίον του, μπορεί να αναστοχάζεται στο μαξιλάρι του, εκείνο το παιδικό τραγουδάκι για τον μπαρμπα-Μπρίλιο, που τάιζε συνέχεια έναν γάλο, μέχρι που εκείνος μεγάλωσε τόσο που έφαγε το αφεντικό του.