Τις φορές που μια αθλητική εφημερίδα δεν πούλαγε αρκετά, ο διευθυντής ανακοίνωνε μεσημεριανό μίτινγκ με τους αρχισυντάκτες των τμημάτων. Και ζητούσε ιδέες. Ξεκινούσαν από τα εύκολα. «Να βάλουμε περισσότερο ποδόσφαιρο». «Με το ποδόσφαιρο ασχολούνται οι μεγάλες ηλικίες. Περισσότερο μπάσκετ». «Την Κυριακή είχα πάει σε έναν αγώνα χάντμπολ. Ξέρετε τι κόσμο μαζεύει;» «Εγώ είχα πάει στην Παραλιακή. Ο Αργοσαρωνικός είχε γεμίσει από ιστιοπλοϊκά». «Δεν υπάρχει πιο φανατικό κοινό από τους σκακιστές. Και έχω έναν ξάδελφο που κάνει σκακιστικά προβλήματα».
Ο διευθυντής τους άκουγε όλους. Προσέθετε και ένα δικό του, «Εμένα οι φίλοι μου πάνε βόλτα στην Πάρνηθα», και στην καλύτερη των περιπτώσεων επέστρεφαν όλοι στα γραφεία τους και ξεχνούσαν το μίτινγκ. Στη χειρότερη άλλαζαν την ύλη και έβγαζαν μια εφημερίδα που την αγόραζαν όλοι οι φίλοι του χάντμπολ που τις Κυριακές τους άρεσε να λύνουν σκακιστικά προβλήματα στην Πάρνηθα.
Σε τέτοιες περιπτώσεις υπάρχει μια διαφορά ανάμεσα στους διευθυντές που κάποιο κομμάτι της εφημερίδας προκύπτει από τα πάθη τους και οι αναγνώστες το αντιλαμβάνονται σαν μια χαριτωμένη εκκεντρικότητά τους, και στις αλλαγές που προκύπτουν επειδή το μαγαζί –όπως ονόμαζαν τις εφημερίδες οι παλιοί δημοσιογράφοι– έχει πρόβλημα. Οι αναγνώστες θέλουν την εφημερίδα τους να μην αμφιταλαντεύεται στη γνώμη της, αλλά να αποπνέει σιγουριά. Διαφορετικά χάνουν την εμπιστοσύνη τους. Αν αντικαταστήσετε το «εφημερίδα» με το «κόμμα» και τους αναγνώστες με τους ψηφοφόρους γίνεται σαφής η κατάρτιση του ψηφοδελτίου της ΝΔ πριν τις ευρωεκλογές.
Οχι ότι τα ευρωψηφοδέλτια είναι πολιτικά ενιαία. Το προηγούμενο της ΝΔ, το 2019, είχε από τον Βαγγέλη Μεϊμαράκη, που ήταν σαν ο συνταξιούχος μπαμπάς που το ζευγάρι που αρχίζει τη ζωή του τον στέλνει στο χωριό για να μην τον έχει στα πόδια του, μέχρι τον Θοδωρή Ζαγοράκη, για να μη στείλει όπου θέλει τους παοκτζήδες ο Ιβάν.
Το ευρωψηφοδέλτιο του 2019, όμως, είχε την αίσθηση του νέου. «Εντάξει, υπάρχουν και οι παλιές αμαρτίες, για τις οποίες δεν μπορούμε να κάνουμε τώρα τίποτα. Αλλά σε πέντε χρόνια τα πάντα θα έχουν αλλάξει». Οταν οι αρχηγοί κάνουν σχέδια, οι θεοί της πολιτικής χαμογελάνε.
Για την ακρίβεια, στέλνουν τους δημοσκόπους, που είναι κάτι σαν αγγελιαφόροι στις αρχαίες τραγωδίες. Φτάνει να πουν «χάθηκαν τέσσερις μονάδες» για να εμφανιστούν κάποια γνωστά ονόματα, όπως του Πύρρου Δήμα και της Βούλας Πατουλίδου. «Πρόεδρε, θυμάσαι το 2012 πώς ο Δήμας σηκώθηκε απέναντι στη Χρυσή Αυγή;». «Θα μείνεις έκπληκτος, πρόεδρε, από τη δύναμη που έχει η Βούλα στη Μακεδονία». «Βάλε και τους συνταξιούχους του Αυτιά, αν κατέβει, και όχι μόνο θα καβατζάρουμε τις τέσσερις μονάδες που χάσαμε, αλλά θα έχει για να δανείσουμε».
Δεν πάει όμως έτσι. Δεν πάει ότι αν βάλεις τον Μπελέρη και τον Τσιόδρα θα σε ψηφίζουν από τους δεξιούς μέχρι τους ποταμίσιους. Ο αθλητισμός, όπως και η πολιτική, δεν συγχωρούν τις αμφιβολίες. Και δυόμιση μήνες πριν τις ευρωεκλογές η ΝΔ ακόμα και στο «θα κατέβει ο Φαήλος, δεν θα κατέβει ο Φαήλος» ψάχνεται.
Επίσης, συμβαίνει σε αυτές τις ευρωεκλογές, για πρώτη φορά, ο Κυριάκος Μητσοτάκης να μην αντιμετωπίζει αντίπαλο. Αντί για πολιτικό αρχηγό, που το 2019 ήταν ο Αλέξης Τσίπρας, αυτή τη φορά ο Μητσοτάκης, στο πρόσωπο του Κασσελάκη, αντιμετωπίζει ατραξιόν.
Το 2024 ο Κυριάκος Μητσοτάκης είναι σαν τον παίκτη του μπάσκετ που στη γραμμή ετοιμάζεται να χτυπήσει φάουλ. Γκελάρει την μπάλα μία, δύο, τρεις φορές, σηκώνει τα χέρια να σουτάρει, αλλά κάτι ακούει και την κατεβάζει. Αρχίζει να ξαναγκελάρει και μία και δύο και τρεις φορές. Και κάθε φορά που το κάνει, οι πιθανότητες να βάλει την ελεύθερη βολή πέφτουν.
Η λύση είναι η ρουτίνα. Το back to basics. Τρία χτυπήματα στο παρκέ. Οι αντίχειρες στο ίδιο σημείο. Η κίνηση ίδια. Και δεν πα’ να είσαι ο Rick Barry και να χτυπάς το φάουλ από τα γόνατα; Η μπάλα θα πάει μέσα.