Στεκόταν μπροστά μου στην ουρά εμφανώς νευρικός.
Για την ακρίβεια δεν είχε ησυχασμό. Οταν ελευθερώθηκε η σειρά, εισέβαλε φουριόζος φωνάζοντας κάπου για να ξεσπάσει «Μας κατέστρεψε! Τώρα να γίνουν εκλογές, θα βγει ο Τσίπρας με 80%».
Οταν μιλάνε οι θυμοί. Θεωρούσε ότι ο Τσίπρας θα είχε διαχειριστεί καλύτερα το δράμα; Εχει λογική για να διεκδικήσω στα λόγια του τη λογική;
Τώρα μιλάνε οι θυμοί. Ξαναζούμε την ώρα των θυμών. Και είναι πολλοί οι θυμοί και είναι μεγάλο το δράμα.
Οι άνθρωποι κατάκοποι, ξεθεωμένοι, έντρομοι, μιας μακράς, ατελείωτης διαδρομής οικονομικής κρίσης, συνεχών βίαιων προσαρμογών, από το ζενίθ σε ένα διαρκείας ναδίρ. Ισα που πρόλαβαν μια τόση δα ελπίδα, που έσβησε κι έπεσε σκοτάδι. Ισα που πρόλαβαν την ανακούφιση ενός στιγμιαίου «Επιτέλους κάποιος να συνεννοηθούμε» και, «από το πουθενά μιας πανδημίας», όλα ανατράπηκαν.
Απελπισμένοι, μόνοι κι ας μην είμαστε μόνοι, εν κενώ αέρος. Σχέσεις ασφυκτιούν, ρόλοι και συναισθήματα εναλλάσσονται. Κι ένας Πρωθυπουργός που άσπρισαν τα μαλλιά του σε ελάχιστο χρόνο, καθώς του έλαχε συμμετοχή στο δραματικότερο παιχνίδι δυσκολιών της σύγχρονης παγκόσμιας ιστορίας. Ενα παιχνίδι που έχει όσους ζουν κερδισμένους και όλους χαμένους. Και μπορεί αυτό να είναι και το αισιόδοξο σινιάλο μιας παγκόσμιας παλινόρθωσης. Αλλά ποιος έχει χώρο για ελπίδα, όταν «χάσκει ο κώλος του να βγει η ψυχή του»; Πόσο στο «ακριβώς» είναι ο λαϊκός λόγος!
Περπατάω και όλα πληγώνουν. Οπου και να ταξιδέψω…
Πώς το έλεγε ο ποιητής, τυχερός στο να ορίζει μικρό τόπο: «Η Ελλάδα με πληγώνει». Στις μέρες μας, ο κόσμος όλος σε πληγώνει. Ετσι όπως μία μία οι χώρες ξανά κλείνουν και μαζί τους σβήνουν πολιτών ελπίδες. Ακυρώνονται «εποχές» και συμπαρασύρουν τη ζωή μας να χάνει τη δική της «εποχή».
Τη μία. Οσο μία η ζωή μας. Στενή η χαρά του εμβολίου. Ποιο εμβόλιο θα επαναφέρει τη ζωή όπως την ξέραμε;
Ο ψηφιακός κόσμος, όσο με βολεύει… Υπέγραψα δήλωση του 105 στην οθόνη μου και φώναζα «Να μου ζήσεις Πιερρακάκη!», άλλο τόσο με τρομάζει.
Οι θέσεις εργασίας; Τι θα γίνουν με την ψηφιακή επανάσταση;
Η αγορά; Ολα αυτά τα μαγαζιά και μαγαζάκια;
Η βολή των ανθρώπων στο γνώριμο, στο οικείο; Πλέον τα μάτια των ανθρώπων μαστιγώνουν αγωνία.
Οσο και να έχει κερδίσει την εμπιστοσύνη ο Πρωθυπουργός, όσο και να μεταδίδει εμπιστοσύνη ότι αντιλαμβάνεται και χειρίζεται με τον καλύτερο τρόπο που μπορεί… Πόσο, όμως, μπορεί να μπορεί;
Πώς ετούτη η χώρα θα σταθεί στα πόδια της; Πώς θα χρηματοδοτηθεί το κράτος; Πώς θα βρούμε βήμα; Και ο ανώνυμος πολίτης; Ο ηρωικός; Ο έντιμος; Ο αξιοπρεπής; Ο νοικοκύρης;
Ναι. Μπορεί να είδα, μόλις σήμερα, ακόμα έναν να ξεσπάει «Μας κατέστρεψε! Τώρα να γίνουν εκλογές, θα πάρει ο Τσίπρας 80%».
Κατηγορία πολιτών εθισμένων στον άγονο θυμό. Πάντα θα υπάρχουν.
Αλλά οι άλλοι; Αυτοί που περιέγραψα… Αξιοπρεπείς άνθρωποι. Αυτοί που δεν αντέχουν να χρωστάνε. Θέλουν τάξη και γαλήνη στη ζωή τους, για να μπορούν να αντεπεξέρχονται ως ενσυνείδητοι συμπολίτες, σωστοί συν-εργάτες, είτε ως αφεντικά είτε ως υπάλληλοι, ώριμοι σύντροφοι, υπεύθυνοι γονείς.
Αγριο μπλουζ αυτό των ημερών μας.