Τι πρόλαβες να δεις στα 20 σου χρόνια, Καρολάιν; Αν τα βάλουμε κάτω, γνώρισες έναν μεγάλο έρωτα, αν μπορούμε να το πούμε αυτό έρωτα. Όσο κανονικό είναι δηλαδή ένας άνδρας 26 χρονών να γνωρίζει ένα παιδί 14 ετών. Ο έρωτας έγινε γάμος και ο γάμος οικογένεια. Και μετά ήρθε η μικρούλα σου. Νωρίς νωρίς, ούτε 20 χρόνων, έγινες μητέρα και ενώθηκες για πάντα με την κόρη σου. Τα έζησες όλα, χωρίς να έχεις ζήσει στην πραγματικότητα τίποτα.
Όλα απ’ έξω φάνταζαν ειδυλλιακά. Ένας ευτυχισμένος γάμος, μια ευτυχισμένη οικογένεια, δύο νέα παιδιά. Ο ένας με καλή δουλειά και προοπτικές. Εσύ με ένα παιδί, κι όμως έμοιαζε να αρκεί. Αρκούσε; Δεν το πιστεύω. Στα 20 σου θες να ζήσεις τη ζωή στο φουλ, να αγαπήσεις και να αγαπηθείς, να μάθεις και να ταξιδέψεις, να δουλέψεις και να γλεντήσεις. Η νύχτα και η μέρα να είναι αδιατάρακτο συνεχές. Δεν το έζησες αυτό, ίσως και από δική σου επιλογή, αλλά δεν το έζησες.
Η λάμψη της φωτογραφίας, όμως, ήταν απατηλή. Ή στιγμιαία. Γιατί δεν μπορώ να φανταστώ ότι δεν ήσουν ευτυχισμένη σε εκείνη την ωραία γαμήλια φωτογραφία, με τον άνδρα σου δίπλα σου. Εσύ με ένα λιτό νυφικό, αυτός με ένα μπλε σακάκι. Ακόμα και τώρα που κοιτάζω τη φωτογραφία μοιάζετε αλληλοσυμπληρούμενοι. Και ευτυχισμένοι. Ήσασταν όμως; Ή το χρυσό, απατηλό κλουβί των Γλυκών Νερών κάποια στιγμή έγινε πολύ στενό; Και πόσο ευρύχωρο, άλλωστε, να είναι ένα περιοριστικό περιβάλλον για ένα παιδί 20 χρόνων που ποτέ δεν άνοιξε τα φτερά του; Νομοτέλεια Καρολάιν: το πουλί είναι προορισμένο για να πετάει και κάποια στιγμή θα αισθανθεί ότι πρέπει να το κάνει.
Να αισθάνθηκες άραγε έτσι το προηγούμενο βράδυ από αυτό του φόνου σου, όταν έψαχνες στο Booking ένα ξενοδοχείο για εσένα και τη μικρή σου; Τι να είχε συμβεί; Γιατί, για έναν καβγά δεν ψάχνεις ξενοδοχείο να εγκαταλείψεις μια ζωή που φαντάζει ειδυλλιακή. Ξέρεις, έξω λένε πολλά. Αλλά συνήθως έξω από τον χορό, πολλά τραγούδια λένε. Κατά τα φαινόμενα, πάντως, δεν ήταν ακόμα μια απλή κρίση, ένα καβγαδάκι ρουτίνας ενός ζευγαριού. Ούτε τα πράγματα είναι τόσο απλά όσο τα λέει ο άνδρας σου. Δεν σκοτώνεις τη γυναίκα σου, που αγαπάς περισσότερο από όλους, επειδή σε απείλησε, τάχα, ότι θα σε παρατήσει.
Αυτά, όμως, Καρολάιν είναι δουλειά άλλων να τα βρουν, όχι δική μου και όσων παρακολουθούμε εδώ και σαράντα ημέρες αποσβολωμένοι το φευγιό σου. Το βασικό μου ερώτημα παραμένει: τι πρόλαβες να δεις, τι πρόλαβες να ζήσεις; Τον έρωτα; Την ελευθερία; Την ανεμελιά; Την αγάπη; Τη στοργή; Ακόμα και αν τα έζησες αυτά φευγαλέα, δεν τα χόρτασες. Αυτά δεν τα χορταίνουν άνθρωποι στα 50 και στα 60 και στα 70 τους, πολλώ δε μεγάλα παιδιά σαν εσένα που μεγάλωσαν λίγο πιο απότομα. Και όχι πάντα από δική τους επιλογή. Ή, έστω, από συνειδητή δική τους επιλογή.
Λένε ότι το πιο βαθύ σκοτάδι είναι πριν ξημερώσει. Δυστυχώς, Καρολάιν, στην περίπτωση σου δεν υπάρχει αυγή. Και, μην κάνεις λάθος, εμείς όσο και αν δυσκολευόμαστε και να το συλλάβουμε, θα προχωρήσουμε. Δυο άνθρωποι θα μείνουν όμως πίσω. Η μάνα σου, αυτή η μάνα που, μέσα στην τραγική της άγνοια, δεχόταν την αγκαλιά του γαμπρού της που σε σκότωσε, ενώ τον περίμεναν για να τον πάνε στη ΓΑΔΑ. Και η μικρή σου που, όταν μεγαλώσει λίγο, θα ζητήσει τις δικές της απαντήσεις. Και αυτή είναι μια τόσο άδικη συνθήκη για ένα παιδί που ξεκινά τώρα.
Τι πρόλαβες να δεις, λοιπόν; Πολλά και τίποτα. Και είναι, κυρίως, αυτό το τίποτα που όλους μας παγώνει. Και μας κάνει να αισθανόμαστε σαν να χάσαμε ξαφνικά, όπως ξυπνήσαμε ένα πρωί, έναν πολύ οικείο μας άνθρωπο. Και ας μη σε είχαμε δει ποτέ άλλοτε.