Όσο και αν οι εκλογές του Οκτωβρίου, δημοτικές και περιφερειακές, φαίνεται ότι μέχρι στιγμής δεν προξενούν αγωνία σε κανέναν (μιλώντας για τους πολίτες), κάποιες πτυχές τους έχουν την ιδιαίτερη σημασία τους.
Η κυβέρνηση και ο Πρωθυπουργός έχουν δώσει την έμφαση στις περιφερειακές εκλογές, για λόγους μάλλον προφανείς. Είναι μάλλον πιο εύκολες, όσο και αν τίποτε δεν μπορεί να θεωρείται δεδομένο και, πάντως, αυτές «βάφουν τον χάρτη».
Όμως, με τα όσα έχουμε δει και ζήσει την τελευταία τετραετία, μάλλον θα έπρεπε να έχουμε κατανοήσει ότι οι δημοτικές εκλογές είναι αυτές που έχουν την μεγαλύτερη βαρύτητα. Όχι επειδή θα κερδίσει ο υποψήφιος της ΝΔ και θα χάσει ο άλλος του ΣΥΡΙΖΑ ή του ΠΑΣΟΚ. Αλλά επειδή πολύ απλά, το ποιος θα είναι δήμαρχος είναι μία από τις παραμέτρους που επηρεάζουν την καθημερινότητα και τη ζωή μας στην πόλη με τρόπο καθοριστικό.
Σε αυτές τις δημοτικές εκλογές και ειδικότερα στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη, υπάρχουν κάποιες σοβαρές ιδιαιτερότητες. Στη Θεσσαλονίκη η ΝΔ στηρίζει τον Κωνσταντίνο Ζέρβα, τον οποίο δεν είχε στηρίξει το 2019 και του οποίου η θητεία του δεν συγκλόνισε και κανέναν. Με την ανακοίνωση της υποψηφιότητας του Γιάννη Μπουτάρη με το συνδυασμό του Σπύρου Πέγκα, το ενδιαφέρον μεγαλώνει και ίσως τα πράγματα να μην είναι τόσο απλά για τον εν ενεργεία δήμαρχο.
Στην Αθήνα, υπάρχει μία άλλη παράμετρος, ίσως ακόμη πιο σημαντική και με ευρύτερο πολιτικό ενδιαφέρον.
Για να μην επαναλάβουμε τα κατορθώματα του Κώστα Μπακογιάννη με τους περιπάτους και τα λοιπά έργα που τρέχει τώρα να ολοκληρώσει και να εγκαινιάσει, ο εν ενεργεία δήμαρχος έχει απέναντι του έναν υποψήφιο του ΣΥΡΙΖΑ, τον Κώστα Ζαχαριάδη, ο οποίος πρέπει να υπερβεί την ανυπαρξία του κόμματος του, έναν τεχνοκράτη υποψήφιο του ΠΑΣοΚ, τον Χάρη Δούκα, που έχει σχέδιο και προτάσεις για την πόλη αλλά και ένα (όχι ανυπέρβλητο) θέμα αναγνωρισιμότητας και τον Κασιδιάρη. Μην ξεχνάμε: Ο Κασιδιάρης ήταν υποψήφιος και το 2019 και είχε λάβει 10,54%.
Εν όψει αυτών, το ΠΑΣΟΚ έχει καταθέσει μία αρκετά καλά αιτιολογημένη και διατυπωμένη πρόταση νόμου, ώστε να αποκλειστεί ο Κασιδιάρης από τις εκλογές. Η κυβέρνηση την αντιμετωπίζει με περιφρόνηση, λέγοντας ότι υπάρχει ισχύουσα διάταξη, βάσει της οποίας ο Κασιδιάρης θα τεθεί σε αργία αν εκλεγεί, λόγω της καταδίκης του για κακουργηματικές πράξεις.
Προφανώς και κάτι δεν πάει καλά. Η κυβέρνηση είχε σηκώσει τη χώρα στο πόδι πριν από τις εθνικές εκλογές και ψήφιζε νόμους και διατάξεις ώστε να αποκλειστεί ο Κασιδιάρης από τις εκλογές. Τώρα τον αφήνει να συμμετάσχει, ώστε να καθαιρεθεί στη συνέχεια.
Πιθανώς, στις εθνικές εκλογές το καυτό ζήτημα ήταν το παιχνίδι με τα ποσοστά και η αυτοδυναμία. Τώρα δεν υπάρχει τέτοιο θέμα και φαίνεται ότι δεν απασχολεί και τόσο το ποσοστό που θα λάβει ο συνδυασμός του καταδικασμένου χρυσαυγίτη. Ή ίσως και να απασχολεί, αλλά με έναν ιδιαίτερο τρόπο.
Οι κακές γλώσσες μάλιστα λένε ότι θα εξυπηρετούσε ιδιαίτερα τον Μπακογιάννη να είναι δεύτερος στις εκλογές ο Κασιδιάρης ώστε ειδικώς αν χρειαστεί δεύτερος γύρος, να υπάρξει συσπείρωση του «δημοκρατικού τόξου» απέναντι στην ακροδεξιά.
Αλλά μάλλον θα πρέπει να είναι κανείς πολύ κακόπιστος για να πιστέψει κάτι τέτοιο…