Πόσο περίεργο θα μας φαινόταν αν στη Θεσσαλονίκη, σε σύνολο πληθυσμού 1 εκατομμυρίου, ζούσαν 800.000 άνδρες και μόνο 200.000 γυναίκες; Ή αν η Ελλάδα ήταν μια χώρα με 8 εκατ. άνδρες και 2 εκατ. γυναίκες; Οσο κι αν ακούγεται εξωφρενικό ή απλοϊκό, αυτή είναι η εικόνα που δίνει για τη χώρα μας η φτωχή εκπροσώπηση των γυναικών στη Βουλή και την αυτοδιοίκηση, μόλις 21%-22%, ακόμη και τώρα, στην τρίτη δεκαετία του 21ου αιώνα. Σαν να ζούμε σε μια χώρα, δηλαδή, που κατοικείται κατά 4/5 από άνδρες και μόνο κατά 1/5 από γυναίκες.
Δεν είναι, όμως, ο μόνος δείκτης που αποτυπώνει τις κακές επιδόσεις της Ελλάδας στον τομέα της ισότητας των φύλων. Με βάση στοιχεία από τα έτη 2017, 2018 και 2019, η χώρα μας τη διετία 2020-2021 κατατάχθηκε στην τελευταία (27η) θέση του δείκτη EIGE που μετρά συνολικά την πρόοδο των κρατών-μελών στο κομβικής σημασίας ζήτημα της ισότητας των φύλων. Αλλά και στον δείκτη Global Gender Gap Index, που αξιολογεί και παρακολουθεί την εξέλιξη του έμφυλου χάσματος στην αγορά εργασίας, στην εκπαίδευση, στην υγεία και στην πολιτική ενδυνάμωση, το 2021 η Ελλάδα κατατάσσεται στην 98η θέση από τις 156 χώρες, λίγο πάνω από τον μέσο όρο!
Οι αριθμοί –θα αναφέρω μερικούς ενδεικτικά– μιλούν καθαρά: μόνο μία στις δύο γυναίκες 15-64 ετών εργάζεται, σε αντίθεση με τους άνδρες, που είναι 7 στους 10. Μεγάλη και η μισθολογική διαφορά μεταξύ των δύο φύλων στη χώρα μας, αντιπροσωπεύει το 10,4% (αλλά και στην ΕΕ εξακολουθούν να αμείβονται κατά μέσο όρο 14,1 % λιγότερο από τους άνδρες). Στα διοικητικά συμβούλια των μεγαλύτερων επιχειρήσεων, μόνο το 12% είναι γυναίκες, μόλις το 10% είναι υπουργοί, 22% βουλευτές και 21% αιρετοί εκπρόσωποι σε ΟΤΑ. Χαμηλά τα ποσοστά συμμετοχής των γυναικών σε τομείς υψηλής τεχνολογίας – μόλις 21%, αν και έχουμε πάνω από τον μέσο ευρωπαϊκό όρο πτυχιούχων σε αυτούς του κλάδους.
Αντίστοιχο προβληματισμό έχουν προκαλέσει σε όλους μας τα τραγικά συμβάντα έμφυλης βίας σε βάρος των γυναικών και από νεότερους άνδρες, γεγονός που δείχνει ότι οι πατριαρχικές συμπεριφορές είναι ακόμη βαθιά ριζωμένες στην κοινωνία.
Είναι προφανές, λοιπόν, ότι αν και η χώρα μας είναι κράτος δικαίου με κατοχυρωμένη νομικά και θεσμικά την ισότητα των φύλων, υπάρχει ακόμη χάσμα μεταξύ του γράμματος του νόμου και όσων συμβαίνουν στην πράξη.
Το κλειδί για την επίτευξή τους είναι η ύπαρξη πολιτικής βούλησης και καλού σχεδιασμού για την υλοποίηση δράσεων, ενεργειών και έργων με οριζόντια εφαρμογή σε όλους τους τομείς.
Αυτήν την ανάγκη έρχεται να καλύψει και να υπηρετήσει το Εθνικό Σχέδιο Δράσης για την Ισότητα των Φύλων 2021-2025 που παρουσιάζουμε σήμερα. Η Ελλάδα, για πρώτη φορά, καταρτίζει, χρηματοδοτεί και υλοποιεί ένα οριζόντιο Εθνικό Σχέδιο Δράσης, με στόχο την ενδυνάμωση των γυναικών στην εργασία, στην εκπαίδευση, στην οικογένεια αλλά και την καταπολέμηση της ενδοοικογενειακής βίας.
Ενδεικτικές κρίσιμες πολιτικές που έχουν ήδη εφαρμοστεί από την κυβέρνηση προς αυτή την κατεύθυνση:
– Η καθολική προσχολική εκπαίδευση για όλα τα παιδιά άνω των 4 ετών σε όλη τη χώρα.
– Το πρόγραμμα «κανένα παιδί εκτός παιδικού σταθμού» που καλύπτει με voucher 150.000 παιδιά και επιπλέον 13.500 φέτος.
– Η ψήφιση ειδικών πολιτικών για την αντιμετώπιση των φαινομένων παρενόχλησης γυναικών στους χώρους εργασίας (metoo).
– Η επέκταση των γονικών αδειών 4 μηνών και στους δυο γονείς.
– Το πρόγραμμα «νταντάδες της γειτονιάς» για τη φύλαξη παιδιών 2 μηνών έως 2,5 ετών.
– Η χρηματοδότηση χώρων φύλαξης παιδιών σε επιχειρήσεις μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης.
Τα παραπάνω είναι πολιτικές που στοχεύουν στην εξισορρόπηση της οικογενειακής με την εργασιακή ζωή και τελικά στη μείωση του χάσματος στην απασχόληση των γυναικών.
Εχει υπολογιστεί από το Σώμα Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων ότι η εφαρμογή του Σχεδίου μπορεί να αυξήσει τη συμμετοχή των γυναικών στην απασχόληση από 1 έως 6 μονάδες και το διαθέσιμο εισόδημά τους κατά 0,5% έως 2,5%, και να μειώσει το ποσοστό φτώχειας στον συνολικό πληθυσμό από 0,4 έως 2 ποσοστιαίες μονάδες. Οι πιο μεγάλες μειώσεις της φτώχειας εκτιμήθηκαν για οικογένειες με παιδιά, καθώς και πολυμελή νοικοκυριά.
Οι γυναίκες παραμένουν πιο ευάλωτες συγκριτικά με τους άνδρες σε μια σειρά από προκλήσεις. Φάνηκε την περίοδο της δεκαετούς οικονομικής κρίσης, επιβεβαιώθηκε πλήρως και κατά την περίοδο της πανδημίας, η οποία επηρέασε δυσανάλογα τις γυναίκες. Η ανισότητα των φύλων οξύνθηκε, η παραμονή στο σπίτι έκανε τα όρια μεταξύ εργασίας και οικογένειας πιο δυσδιάκριτα και το φαινόμενο της έμφυλης και ενδοοικογενειακής βίας εντάθηκε.
Περισσότερες εργαζόμενες γυναίκες σημαίνει πιο οικονομικά αυτοδύναμες γυναίκες που μπορούν να σταθούν όρθιες απέναντι και σε κακοποιητικές συμπεριφορές ή σχέσεις και να αποχωρήσουν χωρίς να τις υπομένουν επειδή δεν έχουν άλλη διέξοδο.
Η ισότιμη συμμετοχή των γυναικών στη δημόσια σφαίρα και η πολιτική των ίσων ευκαιριών δεν είναι, λοιπόν, μόνο θέμα δικαιοσύνης αλλά προϋπόθεση οικονομικής ανάπτυξης. Κατακτήσαμε να έχουμε γυναίκα Πρόεδρο της Δημοκρατίας, αλλά θέλουμε ακόμη πολλή δουλειά για να βελτιώσουμε τη θέση μας σε όλους αυτούς τους δείκτες. Πλέον, έχουμε το σχέδιο για να το πετύχουμε.
* Ο Ακης Σκέρτσος είναι υπουργός Επικρατείας