| CreativeProtagon/Shutterstock/Facebook
Απόψεις

Τι είδους άνθρωποι παίζουν στα ριάλιτι;

Οι παραγωγοί φροντίζουν έξυπνα να συλλέγουν τους πιο «απλούς» και καθημερινούς ανθρώπους για να πρωταγωνιστούν στα παιχνίδια, προκειμένου να διευκολύνουν την ταύτιση του κοινού μαζί τους. Ομως ποια ακριβώς είναι η ψυχολογία κάποιου που επιλέγει να υποδυθεί έναν ηδονοβλεπτικό στόχο;
Μυρσίνη Κωστοπούλου

Παρ’ όλες τις κριτικές που υφίσταται το «Βig Βrother» καθημερινά στα social media, η τηλεθέασή του παραμένει στα ύψη. Οι παίκτες επιτρέπουν στους τηλεθεατές να είναι οι σύγχρονοι ηδονοβλεψίες μιας άλλης ζωής. Ομως τι οδηγεί ένα άτομο στο να υποδυθεί τον ρόλο ενός ηδονοβλεπτικού στόχου; Γιατί ένας νέος άνθρωπος να επιλέξει να ξεγυμνωθεί στον τηλεοπτικό φακό; Να μεταμορφωθεί σε έναν εύκολο και αναγνωρίσιμο στόχο στα μάτια εκατομμυρίων ανθρώπων; Tι τον ωθεί και αντί να προφυλάξει την ιδιωτικότητά του, επιλέγει να παραδοθεί ως απόλυτο αντικείμενο στην ανελέητη ανθρωποφαγία και τον αυτοεξευτελισμό; Μερικές σκέψεις μου είναι:

Οι ναρκισιστικές πτυχές της προσωπικότητας: άτομα που χαρακτηρίζονται από έντονη αίσθηση μεγαλείου και σπουδαιότητας για τον εαυτό, που είναι εγωκεντρικά, αλαζονικά, υπεροπτικά και έχουν έντονες τάσεις επιδειξιομανίας, χωρίς το λεγόμενο empathy (δυνατότητα ενσυναίσθησης) είναι τα αγαπημένα της οθόνης. Ο «Big Brother» επιτρέπει στα άτομα αυτά να ενισχύουν μέσα από το παιχνίδι τις φαντασιώσεις τους για την ομορφιά τους, την εξυπνάδα τους, την αυτοεκτίμησή τους. Κλέβουν, συνεπώς, εύκολα και αβίαστα έναν εύπεπτο θαυμασμό που μοιάζει τόσο πολύ να έχουν ανάγκη. Οι «νάρκισσοι» είναι και εκείνοι οι οποίοι θα πάρουν πιο αρχηγικούς ρόλους στο παιχνίδι, θα σχολιαστούν περισσότερο, θα αγαπηθούν, αλλά και θα μισηθούν, θα επιρρίψουν ευθύνες στους άλλους παίκτες όταν προκύψει μια σύγκρουση. Σε γενικές γραμμές, είναι οι παίκτες οι οποίοι λειτουργούν και αντέχουν όσο θρέφεται η μοναδικότητά τους, ενώ αποδομούνται όσο αμφισβητούνται και περιθωριοποιούνται (π.χ. παίρνουν λιγότερες ψήφους, αποβάλλονται από το παιχνίδι κ.λπ.).

Η χαμηλή αυτοεκτίμηση: με ή χωρίς ναρκισσισμό, το χαμηλό αίσθημα αυτοαξίας μοιάζει να περιγράφει το προφίλ αρκετών παικτών reality. Το ψυχικό κενό τούς διακατέχει από παιδιά: αυτόν τον εαυτό για τον οποίο πάντα ντρέπονταν, αμφισβητούσαν, οι άλλοι απέρριπταν, μπορούν τώρα εύκολα να τον κάνουν σταρ. Να γίνουν αυτοί που ποτέ δεν ήταν και που πάντα πίστευαν ότι αποκλείεται να γίνουν. Να κουκουλώσουν επιτέλους τον κενό και ελλιπή εαυτό με ένα ψεύτικο πέπλο σημαντικότητας και «σταριλικιού», το οποίο φαντασιώνονται ότι θα τους προσφέρει μία αξία, μία σημαντικότητα, και ας είναι αυτή εφήμερη. Η χαμένη αυτοεκτίμηση ξαφνικά γίνεται παρελθόν και ο τηλεοπτικός φακός τούς προσφέρει μια «αγάπη» για τον εαυτό που ποτέ δεν είχαν. Φυσικά, η αυτοεκτίμηση δεν μπορεί ποτέ πραγματικά να αναπληρωθεί εάν το άτομο δεν έρθει σε επαφή με τον αληθινό εαυτό του και τα βιώματά του. Πρόκειται για μια ψευδή αίσθηση αυτοεκτίμησης και σε καμία περίπτωση για μια ουσιαστική αλλαγή της προσωπικότητας.

Η ανθρώπινη ματαιοδοξία: η ανάγκη για μία, έστω προσωρινή, δόξα που σου επιτρέπει να γίνεις εύκολα γνωστός, αναγνωρίσιμος, «σημαντικός» στα μάτια των άλλων. Να γίνεις σταρ, σελέμπριτι, σε μια κοινωνία που άλλωστε θρέφει τέτοιου είδους ματαιόδοξες επιδιώξεις.

Η πλήξη, η έλλειψη νοήματος και στόχων ζωής, η ανάγκη να αποκτήσεις έναν ρόλο, μια ταυτότητα, έστω προσωρινή.

Η βιομηχανία των reality shows σημειώνει άνοδο παγκοσμίως. Είναι η πιο εύκολη και εύπεπτη μορφή ψυχαγωγίας. Kινεί τα πρωτόγονα ένστικτα του τηλεθεατή, καθότι απευθύνεται στο θυμικό του. Ο φόβος της Covid-19, τα οικονομικά αδιέξοδα, η μονοτονία της γκρίζας καθημερινότητας, η βαθύτερη έλλειψη ουσιαστικής επικοινωνίας με τον άλλον, η απουσία προσωπικού νοήματος στην καθημερινότητα αμβλύνουν την ανάγκη σε παίκτες και θεατές να αλληλεπιδράσουν μέσα από τον τηλεοπτικό φακό.

Οχι μόνο οι παίκτες, αλλά και οι θεατές, διαδραματίζουν ένα σημαντικό, αν όχι παθολογικό ρόλο στην κοινωνία των reality. Ξεχνούν, έστω προσωρινά, την προσωπική τους δυστυχία και εισβάλλουν κρυφά στην παρατήρηση της ζωής των άλλων. Αυτή η διαδικασία ενέχει σημαντικά ψυχικά οφέλη, καθότι προσφέρει τη δυνατότητα στο τηλεοπτικό κοινό να νιώσει έστω για λίγο ότι τα δικά του προβλήματα προσωρινά δεν υπάρχουν. Η ταύτιση με πρόσωπα και καταστάσεις επίσης ικανοποιεί μία ανάγκη να ξεφύγουν οι θεατές από τη δυσβάσταχτη μοναξιά τους. Είναι σαν να κλέβεις κάτι από τη ζωή του άλλου, να το οικειοποιείσαι και να το κάνεις δικό σου.

Οι παραγωγοί των ριάλιτι μάλιστα φροντίζουν έξυπνα να συλλέγουν τους πιο «απλούς» και καθημερινούς ανθρώπους για να πρωταγωνιστούν στα παιχνίδια, προκειμένου να διευκολύνουν τις διαδικασίες ταύτισης του κοινού με αυτούς. Φυσικά, η όλη διαδικασία εικονικής εισβολής στη ζωή των άλλων βασίζεται καταρχάς σε μία προϋπόθεση ασφάλειας: μπορείς να γνωρίζεις τους παίκτες χωρίς να ρισκάρεις να έρθεις κοντά ή να απορριφθείς, πάντα καλυμμένος πίσω από το προστατευτικό τείχος του τηλεοπτικού φακού.


* Η Μυρσίνη Κωστοπούλου είναι Κλινική Ψυχολόγος  και Ψυχοθεραπεύτρια