Για φανταστείτε, λέει, μέχρι να λήξει η δεύτερη θητεία του Μητσοτάκη, να έρθουν στην Αθήνα και τα Γλυπτά του Παρθενώνα. Θα πρόκειται για μια τεράστια προσωπική νίκη του Πρωθυπουργού (και της Μενδώνη επίσης), αν και ασφαλώς θα βρεθούν εδώ κάμποσοι που θα εφεύρουν λόγους για να διαμαρτυρηθούν και να διαφωνήσουν. Ε, όσο κι αν αγαπάμε τα Γλυπτά του Φειδία, δεν θα τα αφήσουμε δα να καταργήσουν και την εθνική μας εφευρετικότητα στην εξεύρεση αφορμών για μικρούς ελληνικούς εμφυλίους. Είπαμε.
Βεβαίως, ο Μητσοτάκης δικαίως κρατά χαμηλούς τόνους επί του θέματος. Η υπόθεση είναι πολύπλοκη και ο διάολος έχει πολλά ποδάρια, ειδικά όταν είναι εγγλέζος χουλιγκάνος. Αν δεν δούμε τα Γλυπτά να ξεφορτώνονται στην Αθήνα, καλύτερα να μην το δέσουμε κόμπο. Σήμερα οι «πηγές» λένε ότι οι διαπραγματεύσεις με το Βρετανικό Μουσείο είναι πολύ προχωρημένες, η φόρμουλα που ικανοποιεί και τις δύο πλευρές καλά επεξεργασμένη και ότι η βρετανική κυβέρνηση δεν πρόκειται να φέρει αντίρρηση στην συμφωνία, εάν αυτή υπάρξει.
Πολύ ενθαρρυντικά είναι όλα τούτα και ο Μητσοτάκης μοιάζει να απέχει λίγο από έναν θρίαμβο που θα αφήσει εποχή. Πλην, επειδή έχουμε να κάνουμε με ραδιούργους Εγγλέζους που έχουν εμπειρία 500 χρόνων στην αυτοκρατορική ίντριγκα και στα διαπραγματευτικά τσαλίμια, ας είμαστε προσγειωμένοι. Αυτοί είναι συνηθισμένοι να λένε και να ξελένε, να συναινούν και να αναιρούν ή να βάζουν τρίτους να κάνουν τη βρώμικη δουλειά όταν οι ίδιοι –ως πρωταγωνιστές– θέλουν να παραστήσουν τους καλόβολους. Οπότε, ψυχραιμία και χαμηλούς τόνους, γιατί οι fish and chips είναι ικανοί να ακυρώσουν τα συμφωνηθέντα, ακόμα και μπροστά στο μεταγωγικό αεροπλάνο ή στον κατεβασμένο καταπέλτη του καραβιού που θα μεταφέρει τους κλεμμένους θησαυρούς μας.
Μακάρι να είμαι εγώ απαισιόδοξος και όλα να πάνε κατ’ ευχήν, αλλά είναι πολλά τα λεφτά και οι βαθμίδες κύρους που θα χάσει το Μουσείο αν τα παραχωρήσει. Αφήστε που μετά θα μπουν στη γραμμή για να διεκδικήσουν τα δικά τους αρχαία οι Αιγύπτιοι, οι Ινδοί, οι Αυστραλοί, τα κράτη της Μέσης Ανατολής και όλες οι χώρες στις οποίες πάτησε εγγλέζικο αποικιακό πόδι. Διότι από όπου πέρασε η μεγαλειώδης Βρετανική Αυτοκρατορία, η ισχυρότερη που υπήρξε ποτέ στον πλανήτη, ρήμαξε τις αρχαιότητες. Πότε ως επίσημο κράτος, πότε ως λόρδοι και κόμητες –δήθεν αρχαιολάτρες– ιδιώτες και πότε ως κυνικοί κλεπταποδόχοι. Και όλα κατέληξαν τελικά στα μουσεία τους, με πρώτο το ασύγκριτο Βρετανικό Μουσείο.
(Σχεδόν όλα, καθώς είναι γνωστό ότι κάποια αγάλματα από το δυτικό αέτωμα του Παρθενώνα στολίζουν ακόμα και σήμερα τα τζάκια των δισεγγόνων του Ελγιν. Ενας από αυτούς, μάλιστα, είχε το θράσος να δώσει πριν κάμποσα χρόνια συνέντευξη στον Παύλο Τσίμα, έχοντας ένα από αυτά για φόντο.)
Οπότε, αν επιτευχθεί η πρώτη επιστροφή αρχαιολογικών θησαυρών σε μητρική χώρα, ο δρόμος μετά θα είναι ανοικτός και για τις υπόλοιπες που βλέπουν τα αρχαία τους να μουλιάζουν στο βροχερό Λονδίνο. Εντάξει, εμείς έχουμε το επιχείρημα της «συνένωσης» ενός ακρωτηριασμένου μνημείου, αλλά και οι υπόλοιπες χώρες δεν θα αργήσουν να βρουν αντίστοιχα επιχειρήματα. Ολο στην άμυνα θα είναι πλέον οι Εγγλέζοι, το περίφημο Βρετανικό Μουσείο θα αρχίσει να αδειάζει. Και αυτό δεν επηρεάζει μόνο τα τουριστικά έσοδα της Βρετανίας, αλλά χτυπά και τον μεγαλοϊδεατισμό τους.
Θα μου πείτε ότι το 50% της βρετανικής κοινής γνώμης είναι υπέρ της επιστροφής. Σύμφωνοι, αλλά εγώ φοβάμαι το άλλο 50%, εκείνο που έστειλε τη Βρετανία εκτός Ευρωπαϊκής Ενωσης και που νομίζει ότι ακόμα ο ήλιος δεν δύει ποτέ στην αυτοκρατορική τους επικράτεια. Τέλος πάντων, μακάρι όλα να πάνε όπως τα θέλουμε. Να χαρεί σύσσωμος ο ελληνικός λαός, να αναγαλλιάσει και εκεί ψηλά η ψυχή της Μελίνας.