| CreativeProtagon / Shutterstock
Απόψεις

Θα πάμε αδιάβαστοι…

Ο ένας στους τρεις Ελληνες δεν διαβάζει τί-πο-τε. Ποτέ. Μηδέν. Είμαστε βολεμένοι στην άγνοια και, πλέον, στην ημιμάθεια που τόσο απλόχερα μας χάρισε το ίντερνετ. Τόσο εμείς, οι μη αναγνώστες, όσο και εκείνοι που θα μπορούσαν και θα όφειλαν να δράσουν ώστε να μορφωνόμαστε περισσότερο και πιο ουσιαστικά
Μαρία Δεδούση

Οι τόποι διακοπών είναι εξαιρετικά μέρη για να κάνει κάποιος ορισμένες στατιστικές διαπιστώσεις. Για παράδειγμα: τριάντα ομπρέλες επί δύο ξαπλώστρες ίσον εξήντα άτομα ξάπλα στην παραλία. Πόσοι από αυτούς διαβάζουν;

«Ασε τον κόσμο ήσυχο να κάνει διακοπές, Μαρία». Τον αφήνω, δεν πήγα εγώ να χώσω βιβλίο στη μούρη κανενός. Και να πήγαινα, εξάλλου, είναι λίαν αμφίβολο αν θα το έβλεπε. Κυρίως διότι στη μούρη του είναι ήδη ενσωματωμένο το κινητό.

Η στατιστική μου παρατήρηση ετών δεν έχει καμία επιστημονική βάση, όμως έχει εξαγάγει το εξής συμπέρασμα: Δεν διαβάζει σχεδόν κανείς. Και πάντως σίγουρα κανένας Ελληνας. Θα ήμουν άδικη αν έλεγα το ίδιο για τους αλλοδαπούς τουρίστες, εκείνοι διαβάζουν, και διαβάζουν αρκετά, είτε χάρτινα βιβλία είτε από readers – τα δεύτερα βλέπω τα 2-3 τελευταία χρόνια περιέργως να υποχωρούν αισθητά προς όφελος του παραδοσιακού βιβλίου, τέλος πάντων, άλλη κουβέντα αυτή.

Πρόσφατη έρευνα του Οργανισμού Συλλογικής Διαχείρισης Εργων του Λόγου (ΟΣΔΕΛ), που παρουσίασε ο διευθυντής του, Γιωργανδρέας Ζάννος, στη 19η Διεθνή Εκθεση Βιβλίου Θεσσαλονίκης (ΔΕΒΘ), επιβεβαιώνει τα στατιστικά μου ευρήματα.

«Το 35% του ελληνικού πληθυσμού δεν διαβάζει ούτε ένα βιβλίο τον χρόνο. Οι αναγνώστες που διαβάζουν από ένα έως τέσσερα βιβλία τον χρόνο ανέρχονται σε ποσοστό 34%, ενώ μόνο το 31% του πληθυσμού διαβάζει πάνω από πέντε βιβλία ετησίως» είπε. Ο ένας στους τρεις Ελληνες δεν διαβάζει τί-πο-τε. Ποτέ. Μηδέν.

Δεν χρειάζεται, φυσικά, να πας στην παραλία για να διαπιστώσεις ότι οι άνθρωποι δεν διαβάζουν. Μπορείς να μπεις στα σπίτια τους ή, ακόμη απλούστερα, να τους ακούσεις να μιλάνε, να κουβεντιάζουν, να επιχειρηματολογούν και –καλύτερο όλων– να διαβάσεις τις αναρτήσεις τους στα social media, τον απόλυτο παράδεισο την ημιμάθειας.

Πριν από λίγες ημέρες είδα μια ανάρτηση στην οποία αναγραφόταν μια ατάκα του Νίτσε σε εισαγωγικά και σε δραματικό φόντο, απόσπασμα λίγων λέξεων από τα (ατελείωτα) έργα του περί ηθικής. Ο συγγραφέας της ανάρτησης έκανε το σύνηθες: Απομονώνοντας την ατάκα, που προφανώς είδε κάπου στο ίντερνετ, έβγαλε το συμπέρασμα ότι σύμφωνα με τον Νίτσε «η ηθική εμποδίζει τον άνθρωπο να είναι ελεύθερος». Από κάτω πήγαν διάφοροι και υπερθεμάτισαν με επιχειρήματα νηπιαγωγείου, όλοι χαρούμενοι: αφού έτσι είπε ο Νίτσε, ας καταργήσουμε την ηθική γενικότερα. Εύκολο και απλό.

Ο Νίτσε ο δυστυχής, που κάθισε και έφαγε τη ζωή του για να γίνει εκ των κορυφαίων στοχαστών όλων των εποχών, πιθανώς θα τράβαγε το πλούσιο μουστάκι του αν ήξερε ότι 130 χρόνια αργότερα η πολύπλοκη, πολυσύνθετη και εξαιρετικά βαθιά σκέψη του θα γινόταν meme από τη Σούλα για να πάει από κάτω να της βάλει καρδούλα ο Μήτσος.

Μπήκα στον πειρασμό να πάω στην ανάρτηση και να τους ρωτήσω: «Πώς σας φάνηκε το δοκίμιο “Περί αληθείας και ψεύδους υπό εξωηθική έννοια”; Θεωρείτε ότι αναιρεί ή υποστηρίζει τη “Γενεαλογία της ηθικής”; Συμφωνείτε με την ανάλυση που έκανε στο έργο του Νίτσε ο Λάιτερ;».

Τους φαντάστηκα προς στιγμήν να καίνε φλάντζα και αμέσως μετά να με κατακεραυνώνουν ως «ψωνάρα». Στο μεταξύ θα έχω κάψει 32 φλάντζες εγώ διαβάζοντας περισπούδαστες αναλύσεις στο fb για όλα τα τρέχοντα θέματα της ημέρας, βασισμένες αποκλειστικά στη διαγώνια ανάγνωση που έκανε ο συγγραφέας τους στο ανάλογο λήμμα της Γουικιπίντια και ΙΣΩΣ και σε άρθρο του Guardian· τον έχουμε ξεσκίσει τον Guardian στην Ελλάδα, καθότι το μόνο τσάμπα ξένο ΜΜΕ.

Η τόσο έκδηλη στα social ημιμάθεια είναι απολύτως τρομακτική διότι παρουσιάζεται κατά κανόνα με μορφή βεβαιότητας. «Πού το είδες αυτό;» τον ρωτάς και σε καταρρακώνει με την απάντηση «στο ίντερνετ». Ναι, οκ, ΠΟΥ στο ίντερνετ; «Μπείτε να το ψάξετε, κυρία μου», έρχεται η δεύτερη (απαξιωτική) απάντηση και εκεί τραβάς κι εσύ τα μουστάκια του Νίτσε, αν δεν έχεις δικά σου.

Ξαφνικά είσαι εσύ ο αμόρφωτος, επειδή δεν διαβάζεις Γουικιπίντια αλλά όντως Νίτσε.

Ενα καλό ερώτημα, που προφανώς δεν το βάζω εγώ πρώτη φορά, είναι το γιατί δεν διαβάζουμε. Μου απαντήθηκε, σε μεγάλο μέρος, όταν βοήθησα τον γιο μου στα Λατινικά για τις Πανελλαδικές. Ηρθε μια μέρα και μου έδωσε το βιβλίο με τις μεταφράσεις, ενώ εκείνος διάβαζε από το ορίτζιναλ. Ξεκινάει να μου λέει τη μετάφραση και στην τρίτη σειρά τον διέκοψα. «Παιδί μου, καταλαβαίνεις τι διαβάζεις ή απλώς τα έχεις αποστηθίσει;». Γελάει: «Φυσικά το δεύτερο».

Στο μεταξύ, οι μεταφράσεις των 36 κειμένων που πρέπει να μάθουν τα παιδιά δεν βγάζουν σχεδόν κανένα νόημα στα ελληνικά, πώς θα μπορούσαν άραγε να μάθουν αρκετά καλά μια νεκρή γλώσσα ώστε να τα καταλάβουν σε αυτήν;

Τα ίδια ακριβώς και στην Ιστορία. Αποστήθιση εντελώς άχρηστων πληροφοριών και πλήρης απουσία ουσίας και νοήματος, πολλώ δε μάλλον πραγμάτων που μπορούν να κάνουν το μάθημα ενδιαφέρον προς περαιτέρω διερεύνηση.

Πέραν αυτού, στην Ελλάδα νομίζω ότι τα βιβλία θεωρούνται μια «περιττή πολυτέλεια». Αρχικά είναι πολύ ακριβά, για λόγους που δεν έχω καταλάβει ποτέ. Αμα θέλεις να διαβάζει ο κόσμος, ρίξε τον ΦΠΑ στο μηδέν. Σήμερα τα βιβλία ως προϊόν υπάγονται στο 6%, αλλά –πάντα υπάρχει ένα αλλά– οι εργασίες φασόν για την παραγωγή τους παραμένουν στο 24%. Με το κόστος του χαρτιού στον Θεό, το αποτέλεσμα είναι να θες 25 ευρώ για ένα βιβλίο, με τον βασικό στα 750.

Αυτό, βέβαια, δεν είναι δικαιολογία. Υπάρχουν βιβλιοθήκες, υπάρχουν μαγαζιά με μεταχειρισμένα, υπάρχουν παζάρια, υπάρχουν τα πάντα για όσους θέλουν να διαβάσουν. Και υπάρχουν και τα αρκετά φθηνότερα e-books. Το πρόβλημα είναι ότι θεωρούμε το διάβασμα περιττή πολυτέλεια, όχι μόνο από την άποψη του κόστους, αλλά και από την άποψη της πράξης της ίδιας.

Είμαστε βολεμένοι στην άγνοια –και πλέον στην ημιμάθεια που τόσο απλόχερα μας χάρισε το ίντερνετ– και είμαστε βολεμένοι όλοι. Τόσο εμείς, οι μη αναγνώστες, όσο και εκείνοι που θα μπορούσαν και θα όφειλαν να δράσουν ώστε να μορφωνόμαστε περισσότερο και κυρίως πιο ουσιαστικά. Η μόρφωση ανοίγει το μυαλό και, πάνω από όλα, σε κάνει να αμφισβητείς και να απομακρύνεσαι από τις ετοιματζίδικες βεβαιότητες που σου σερβίρει καθένας.

Η αμφισβήτηση είναι μια προβληματική κατάσταση: Το ερωτηματικό είναι ένα σημείο στίξης που φέρνει σκέψεις και ανατροπές. Το θαυμαστικό δεν έφερε ποτέ καμία ανατροπή· αν με ρωτάτε, θα μπορούσε και να καταργηθεί εντελώς, δεν θα χάναμε τίποτε.

Αυτά για τώρα, πάω στο προφίλ της Σούλας να δω μήπως έχει ανεβάσει τίποτε σε Καντ, να εμπλουτίσω λίγο τις γνώσεις μου και να τσιμεντώσω τις βεβαιότητές μου…