Η τελετή απονομής των βραβείων Οσκαρ πλησιάζει και όλοι μιλάμε γι’ αυτά. Είναι τα Οσκαρ, άλλωστε, ένα σημείο αναφοράς στα παγκόσμια κινηματογραφικά δρώμενα τα τελευταία… 93 χρόνια, γίνεται να μην τα συζητήσεις;
Η αίσθηση, ωστόσο, τελευταία, μοιάζει να έχει αλλάξει. Το φαντασμαγορικό γεγονός δείχνει να έχει χάσει τη δυναμική του κι εμείς στρέφουμε την προσοχή μας εκεί περισσότερο από συνήθεια, παρά από ενδιαφέρον. Ακόμα και την περασμένη χρονιά, που η ανθρωπότητα είχε κλειστεί στα σπίτια της και ζούσε αγκαλιά με τις οθόνες, η τελετή σημείωσε τα χαμηλότερα ποσοστά στην ιστορία του θεσμού.
Βέβαια, τουλάχιστον πέρυσι δεν είχαν την αίγλη που έχουν συνήθως, καθώς έλαβαν χώρα σε σιδηροδρομικό σταθμό του Λος Αντζελες, με ελάχιστους παρευρισκόμενους και με αρκετές αμήχανες στιγμές, όπως την πλήρη απουσία του μεγάλου νικητή του α’ ανδρικού ρόλου, Αντονι Χόπκινς. Προφανώς και ο 83χρονος ηθοποιός δεν μπορούσε να τρέχει σε φιέστες εν μέσω πανδημίας, αλλά η Ακαδημία δεν του επέτρεψε να στείλει ούτε ένα ευχαριστήριο μήνυμα μέσω Skype. Μα, πού ζούμε; Δεν υπάρχει στον κόσμο τους η λέξη Διαδίκτυο;
Η κατρακύλα, βέβαια, έχει ξεκινήσει εδώ και καιρό. Αν γκουγκλάρεις «Οσκαρ χαμηλά ποσοστά τηλεθέασης», θα βρεθείς μπροστά σε χιλιάδες αποτελέσματα τα οποία αφορούν σχεδόν κάθε χρονιά της τελευταίας δεκαετίας. Και επιβεβαιώνουν εκείνο που ψιθυρίζουμε, αλλά δεν τολμούμε να φωνάξουμε γιατί, είπαμε, είναι τα Οσκαρ, διάολε. Δεν μας πολυνοιάζουν, και όσο κι αν το κρύβουμε κάτω από το χαλί, φαίνεται.
Φέτος τα Οσκαρ επιστρέφουν στα γνωστά λημέρια τους, στο το Dolby Theatre, με 2.500 καλεσμένους. Και μας προσκαλούν να τα παρακολουθήσουμε. Φυσικά, εννοείται, θα τα δούμε, ε; Κουνάμε το κεφάλι συγκαταβατικά και από μέσα μας αναρωτιόμαστε αν έχει κάτι καλό να δούμε στο Netflix, καμιά καινούργια ταινία, την οποία μπορεί να σταματάμε στιγμιαία για να ρίξουμε μια ματιά και στο μεγάλο γεγονός που συμβαίνει στην άλλη πλευρά του πλανήτη. Βεβαίως, για εμάς δεν είναι και τόσο εύκολο να τα παρακολουθήσουμε απευθείας στην ώρα μετάδοσής τους, λόγω διαφοράς ώρας. Αλλά είναι σχεδόν βέβαιο ότι και εκείνοι, που δεν έχουν αυτό το πρόβλημα, θα σκέφτονται και θα πράττουν παρομοίως.
Και τι μένει τελικά από τα Οσκαρ; Μένει ένας ψυχαναγκασμός ότι τα είδαμε και φέτος. Ο,τι είδαμε, τέλος πάντων, από τις πεταχτές ματιές που τους ρίξαμε. Νομίζω ότι περισσότερο διαβάζουμε για το γεγονός εκ των υστέρων μέσω άρθρων ή σχολίων σε κοινωνικά δίκτυα, παρά το βλέπουμε στη (βαρετή) ροή τους. Και, για να τα λέμε όλα, εκείνο που μας απασχολεί περισσότερο κι από τους βραβευθέντες, είναι τι φορέθηκε στο κόκκινο χαλί, αν υπήρξε καμία τούμπα κι αν έγινε κανένα αξιοσημείωτο ευτράπελο.
Κάποιοι υποστηρίζουν ότι η τελετή των θρυλικών βραβείων θα πρέπει να αλλάξει τρόπο μετάδοσης και ότι το Netflix είναι το μόνο, ίσως, που μπορεί να την αναστήσει, βάζοντάς την στο μενού των επιλογών του. Κάποιες από τις οποίες βρίσκονται και ανάμεσα στις υποψηφιότητες, σε διάφορες κατηγορίες.
Το Netflix δεν είναι βεβαίως η μοναδική πλατφόρμα που το περιεχόμενό της φτάνει στα Οσκαρ, αλλά είναι η πιο παραγωγική. Και φέτος μπορεί να γράψει και ιστορία, θέτοντας ένα νέο πρότυπο για την εποχή του streaming, καθώς το ψυχολογικό καουμπόικο δράμα «Η Εξουσία του Σκύλου» έχει δώδεκα υποψηφιότητες, μεταξύ των οποίων και υποψηφιότητα καλύτερης ταινίας. Αν τελικά πάρει το βραβείο, θα είναι μια επισφράγιση της μακράς προσπάθειας που κάνει η πλατφόρμα για να αποκτήσει το μετάλλιο της κινηματογραφικής αξίας, εκείνο που αξίζει το σεβασμό μιας Ακαδημίας η οποία κάθε χρόνο μοιράζει Οσκαρικά αγαλματίδια. Σε υπέρλαμπρες τελετές που δεν τις βλέπουν και πολλοί, είναι η πικρή αλήθεια, αλλά το Netflix δεν έχει πει την τελευταία του κουβέντα. Έτσι τουλάχιστον νομίζω.
ΥΓ. Οι τρεις γυναίκες κωμικοί, Γουάντα Σάικς, Εϊμι Σούμερ και Ρεγκίνα Χολ, που παρουσιάζουν τα φετινά βραβεία, είναι η ευχάριστη έκπληξη των 94ων Οσκαρ κι ένας λόγος για να τα δεις.